- Της Ολγας Σελλα, Η Καθημερινή, 12-03-11
«Στην Καβάλα γεννήθηκα κι έζησα, σαν μικρό παιδί, τα ευτυχισμένα προπολεμικά της χρόνια. Τότε που οι μεγαλοκαπνέμποροι καίγαν χιλιάρικα για ν’ ανάψουν ένα τσιγάρο, φωταγωγούσαν καράβια για να ’χουν πιο όμορφη θέα από τις βεράντες τους, στα γλέντια που κάναν. Τότε που η φράση “η κόρη μου παίρνει καπνεργάτη” είχε νόημα, γιατί το επάγγελμα ήταν κατοχυρωμένο κι ο μισθός του καπνεργάτη ήταν μισθός διευθυντή. Τότε και οι καπνοπαραγωγοί ζούσαν καλά· πουλούσαν τον καπνό μια λίρα την οκά και κάθε χρόνο αύξαιναν την καλλιέργειά του. Το χωριό Παράδεισος, κοντά στο Νέστο, ήταν αληθινός παράδεισος. Τότε ακόμα, στα χωριά, δεν είχε φανεί ο περονόσπορος».
Είναι ένα απόσπασμα από το αφήγημα του Καβαλιώτη συγγραφέα Βασίλη Βασιλικού και περιλαμβάνεται στην έκδοση «Εκτός των τειχών», που είχε κυκλοφορήσει το 1965 από την «Εστία». Αυτή τη φορά το ξανασυναντούμε σ’ έναν συλλογικό τόμο, του οποίου όλα τα κείμενα συνδέει η Καβάλα και η ευρύτερη περιοχή της.
Η έκδοση, που δεν είναι φετινή, περιλαμβανόταν σ’ ένα μεγάλο πακέτο που περιείχε τέσσερα, συνολικά, βιβλία και όλα είχαν ως εκδοτικό φορέα τη Δημοτική Βιβλιοθήκη Καβάλας: «Το Παγγαίο Ορος στον πεζό λόγο» (επιμέλεια Βασίλη Κυριλίδη), «Βόλτα στην Καβάλα του χθες - Ψηφίδες ιστορίας 1922-1960» (έρευνα, κείμενα Ευθυμίας Γ. Πέγιου) και «Ψυχές στη σκιά» (της Βασιλικής Ντόλου). Επώνυμοι και νεότεροι λογοτέχνες, κοπιώδεις έρευνες που αποκαλύπτουν άγνωστες στιγμές της τοπικής ιστορίας.
Σπάνιες φωτογραφίες, αποδελτιώσεις του τοπικού Τύπου, ανάδειξη όψεων μιας μακρινής εποχής. Οπως η «γωνιά των μερακλήδων», στην οδό Αμύντα, ένα μικρό δρομάκι όπου «εγκαταστάθηκαν πολλοί υπαίθριοι ψητάδες» με αυτοσχέδιες φουφούδες και μαγκάλια, πάνω στα οποία στήνονταν τηγάνια και σχάρες. Στην Καβάλα, όχι μόνο υπάρχει Δημοτική Βιβλιοθήκη, αλλά και εκδόσεις κάνει και τιμά τους συγγραφείς που είτε συνδέονται με την περιοχή τους είτε έχουν εμπνευστεί από αυτήν.
Και η αλήθεια είναι ότι ξεφυλλίζοντας κανείς αυτό το «Παλίμψηστο Καβάλας» βρίσκεται μπροστά σε πολλές εκπλήξεις: έχει στη διάθεσή του κείμενα που καλύπτουν μεγάλη χρονική περίοδο - μια λογοτεχνική βεντάλια. Δεύτερο γιατί, προχωρώντας και διαβάζοντας, έρχεται σ’ επαφή με διαφορετικά ύφη γραφής. Τρίτον γιατί σχεδόν σε κάθε γραμμή των πεζών ή των ποιημάτων που περιλαμβάνονται «διαβάζουμε» όψεις της Καβάλας. Κι αυτό είναι ένα γοητευτικό, διαφορετικό ταξίδι.
Οπως το «όχημα» του επίσης Καβαλιώτη Γιώργου Χειμωνά: «...το σπίτι μας ήταν απέναντι από το Ιμαρέτ κι από το μεγάλο παράθυρο της κάμαράς μου έβλεπα το λιμάνι, την θάλασσα. Κυρίως πρόσεχα τις βάρκες. Τα πλαγιασμένα ακίνητα σώματά τους λικνίζονταν ελαφριά, με ένα ήμερο χορτασμένο άφημα στα στερά βαθειά νερά. Αισθανόμουν την διαρκή, ατέλειωτη ηδονή που ρουφούσαν από την θάλασσα, μέχρι να σαπίσουν και να πεταχθούν ψόφιες στην ακτή οι βάρκες».
No comments:
Post a Comment