- Τα ποιήματα του Γιώργου Βέη
- Από τον Κώστα Γ. Παπαγεωργίου, Βιβλιοθήκη, Σάββατο 19 Μαρτίου 2011
- Γιώργος Βέης
- Μετάξι στον κήπο
- εκδόσεις Υψιλον, σ. 60, ευρώ 10
Θεωρώντας το βιβλίο αυτό προέκταση αλλά και παγίωση τόσο του τρόπου της ποιητικής συναρμογής των προσωπικών του βιωμάτων όσο και της φιλοσοφικής θέασης του κόσμου, που, επιτυχώς, «κατέγραψε» ο Γιώργος Βέης στην προηγούμενη ποιητική συλλογή του (Ν, όπως νοσταλγία, 2008), αισθάνομαι την ανάγκη να επαναλάβω, εν συντομία, όσα σημείωνα αναφερόμενος σ' αυτήν: α) Η αποδημητική του φύση, η μακροχρόνια διαβίωσή του σε τόπους της Απω Ανατολής, η εξοικείωσή του με άλλους τρόπους σκέψης και ζωής και, παράλληλα, μια έντονη και με πολλούς τρόπους εκδηλωνόμενη νοσταλγική διάθεση τον ωθούν σε εικαστικές, περισσότερο πνευματικές και λιγότερο συναισθηματικές, αναπαραστάσεις πτυχών μιας άλλης πραγματικότητας. β) Ολα στη φύση μοιάζουν σοφά κατανεμημένα, σαν καθαγιασμένα από μία υπερκόσμια κι ωστόσο μετρήσιμη με τα ανθρώπινα μέτρα σοφία· λειτουργούν ως οιωνοί και ως εκφραστές των αέναων κρυφών και φανερών αλλαγών της, ως λαλίστατοι, παρά τη φαινομενική σιωπή τους, ερμηνευτές των προθέσεών της, τις περισσότερες φορές προτού αυτές καλά καλά εκδηλωθούν και γ) Ο ποιητής δείχνει απολύτως εξοικειωμένος με τη γλώσσα της σιωπής αυτών των στοιχείων, εφοδιασμένος με την κατακτημένη και καλλιεργημένη ικανότητα να διερμηνεύει τα πολλαπλώς διασταυρωνόμενα μηνύματά τους· έχοντας αφεθεί, χωρίς φοβίες και προκαταλήψεις, με εμπιστοσύνη, στη σαγηνευτική γοητεία του «διαφορετικού».
Και στην παρούσα συλλογή η φύση διαδραματίζει σημαίνοντα ρόλο· είναι συνώνυμη της φανερής και της κρυμμένης αλήθειας που, άλλοτε με προσήνεια και άλλοτε απειλητικά, διέπει τα ανθρώπινα. Πάνω απ' όλα διδάσκει την απλότητα, εκπέμποντας όμως διφορούμενα ή δυσερμήνευτα μηνύματα που διασκορπίζονται με τρόπους φθινοπωρινούς, σαν με φυλλορρόημα. Και εδώ, όλα στη φύση έχουν ως απώτερο στόχο να γαληνέψουν την ταραγμένη ψυχή του σύγχρονου ανθρώπου και να τον διδάξουν, ακατάπαυστα αποκαλύπτοντάς του φευγαλέες εκδοχές της αιωνιότητας· αποκαλύπτοντάς του τη γαλήνη που μονίμως επωάζεται πίσω από την ταραγμένη επιφάνεια της καθημερινότητάς του και προτείνοντάς του τρόπους κατευναστικούς τής εγκόσμιας αγωνίας του. Μόνο που για να γίνουν όλα αυτά αντιληπτά προϋποθέτουν τη συγκατάβαση στο «διαφορετικό» και μια, στοιχειώδη έστω, πνευματική προδιάθεση, ώστε να μπορεί κανείς να διακρίνει και να ερμηνεύσει τη φωνή, τις χειρονομίες και τα αδιόρατα νεύματα των έμψυχων και των άψυχων όντων και πραγμάτων του κόσμου. Προδιάθεση που είχε και επισταμένως καλλιέργησε ο Γιώργος Βέης, όπως προκύπτει από τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζει και διερμηνεύει αυτά τα φαινόμενα.
Απόδειξη ο λόγος του, που «ακούγεται» περιβεβλημένος από την υφή μιας ιδιάζουσας μεταφυσικής: της μεταφυσικής που στοιχειώθηκε στους κόλπους της σιωπής ή, το πολύ, του ψιθύρου των προσώπων και των πραγμάτων. Εχει κανείς την αίσθηση ότι μέσα στους κόλπους της σιωπής και των ψιθύρων εκκολάφθηκαν οι λέξεις και οι φράσεις του, δημιουργώντας την προϋπόθεση των επί μέρους ποιημάτων της συλλογής, για τη σύνθεση των οποίων απαιτήθηκε η ενεργοποίηση της γνώσης αλλά και της διαισθητικά συλλαμβανόμενης μυστικής διαδικασίας μετάλλαξης των ποικίλων φυσικών φαινομένων σε εστίες άφατης ομορφιάς και σε φορείς διδακτικών μηνυμάτων ζωής. Η σιωπή, ωστόσο, και ό,τι συντελείται στους κόλπους της, δεν περισπά τον ποιητή· δεν τον απομακρύνει από τα εγκόσμια, τον συνδράμει απλώς στην προσπάθειά του να μετέλθει τρόπους συμβολικούς και αλληγορικούς, πρόσφορους για την κατάδειξη εκδοχών της σκληρής πραγματικότητας. Η κατακτημένη ποιητική του πείρα τον βεβαιώνει ότι στους κόλπους της σιωπής -η οποία, σημειωτέον, κυοφορείται στην καρδιά του σκοταδιού, στην επικράτεια του οποίου όλα είναι εφικτά, προεξάρχοντος του ονείρου- όλα τα πράγματα αποκτούν ένα ιδιαίτερο βάρος.
Ο κόσμος αλλοιώνεται και κάποτε γίνεται σύμβολο του ίδιου του εαυτού του, ενώ οι διάφορες εκδοχές της πραγματικότητας μετεωρίζονται ανάμεσα στο φως και στο σκοτάδι· άλλοτε γίνονται ορατές και άλλοτε μόνο να τις εικάσεις μπορείς, ακούγοντας το θρόισμά τους· μετεωρίζονται κι έτσι, μετεωριζόμενες, μεταμορφώνονται ή υπόκεινται στο ενδεχόμενο της μεταμόρφωσης, παίρνοντας διαστάσεις και μορφές ενδεικτικές της ασάφειας του κόσμου μπροστά στο βλέμμα το εξοικειωμένο με το όνειρο, αλλά το εν εγρηγόρσει όνειρο, αυτό που είναι πλασμένο από υλικά της πραγματικής ζωής. Στο ημίφως αυτού του πλασματικού κι ωστόσο αληθινού ονείρου ο ποιητής αποφαίνεται και εναποθέτει νηφάλιος τις αποφάνσεις του ή, καλύτερα, τα διδάγματα που αποκόμισε από την περιδιάβασή του στις εκτάσεις ενός κόσμου διαφορετικού απ' αυτόν του δυτικού ανθρώπου. Με κυρίαρχα δύο, κυρίως, διδάγματα: ότι στο κέντρο των συνεχών ανόδων και καθόδων της νομιζόμενης, κατά καιρούς, δύναμης· στο κέντρο των εγκόσμιων ερειπίων και της ιστορικά προσδιορισμένης ασυνεννοησίας των ανθρώπων, μόνον η φύση μπορεί και παραμένει εσαεί η ίδια, μέσα στη συνεχή, σχεδόν τελετουργική, εναλλαγή των στοιχείων της. Κι ακόμα, ότι το παρελθόν είναι το πολυτιμότερο τιμαλφές του ανθρώπου· αν θεωρήθηκε χαμένος χρόνος, είναι γιατί προσμετρήθηκε με το μέτρο του κέρδους, ενώ θα έπρεπε να προσμετρηθεί με το μέτρο της απώλειας. Μόνον έτσι θα μπορούσε το παρελθόν να αποκτήσει τη βαρύτητα και την πραγματική σημασία του, γιατί μόνο στην επικράτεια της απώλειας η σκέψη μπορεί και γίνεται στοργική τροφός ενός νέου ανθρώπου που συλλαβίζει την αγάπη. *
No comments:
Post a Comment