Για να μη σπαταλάμε χώρο, ας δώσουμε αμέσως τον λόγο στον συγγραφέα του βιβλίου (εκδόσεις «ευθύνη», 1994) Νίκο Χατζηκυριάκο-Γκίκα: «Μία από τις δυσκολίες είναι ο καθορισμός της περιοχής που περιλαμβάνει η ελληνικότητα.
Εκεί συχνά εγείρονται διαφωνίες, η φανατικότητα των οποίων δεν είναι κακό σημάδι. Αποδεικνύει ότι το Ελληνικό είναι μια έννοια τόσο πλατιά, ώστε να περιλαμβάνει απειρίαν αντιφατικών εκ πρώτης όψεως πραγμάτων. Δεν θα ήταν ίσως παραδοξολογία αν έλεγε κανείς ότι, δυνάμει, τα περιλαμβάνει όλα... Δεν πιστεύω να κάνω λάθος, αλλά δεν γνωρίζω καμία άλλη τέχνη, κανενός λαού που παρουσίασε τέτοια εξέλιξη και ποικιλομορφία».
Το συγκεκριμένο κείμενο δεν αποτελεί ακόμη ένα ελεγείο στον ελληνικό πολιτισμό. Απλώς παραθέτει άπειρα παραδείγματα, σ' Ανατολή και Δύση, όλων των εποχών, που δείχνουν μια διάσπαρτη επιρροή ελληνικών στοιχείων (και μάλιστα σε καιρούς που δεν υπήρχε Internet!) Ενα απλό, γνωστό παράδειγμα είναι οι περίφημες ισπανικές καστανιέτες, που είναι όμοιες με τα ελληνικά κρόταλα. Ο συγγραφέας δίνει ιδιαίτερο βάρος στο θέμα του χορού, γιατί πολλές φιγούρες στην Ευρώπη και την Ασία αποτελούν παραλλαγές ή και σκέτα αντίγραφα από εικόνες αρχαίων ελληνικών αγγείων. (Δεν συζητάμε για θέματα που έχουν να κάνουν με το θέαμα ή τη σκέψη γενικά). Αξίζει όμως να αναφέρουμε κάτι για την ποίηση. Γράφει ο Ν. Χατζηκυριάκος-Γκίκας: «Η ποίηση Ιταλίας, Αγγλίας, Γερμανίας, Γαλλίας χρωστάει στην ελληνική ποίηση περισσότερα απ' ότι συνήθως ακούει κανείς να λέγεται. Χρωστάει περισσότερα απ' τη μίμηση των μεγάλων επικών θεατρικών ή λυρικών έργων της αρχαιότητας. Αρκεί ν' ανοίξει κανείς την Παλατινή Ανθολογία για να συναντήσει σε κάθε σελίδα, σε κάθε ποίημα, σε κάθε στίχο, πλήθος παρομοιώσεις, εικόνες, μεταφορές, αλληγορίες, που φαίνονται σήμερα κοινές και τετριμμένες, γιατί ακριβώς έχουν χιλιοειπωθεί και γιατί τις ξέρουμε και τις θυμόμαστε όλες από τα ποιήματα του Σαίξπηρ, του Γκαίτε, του Ουέμπστερ κ.ά. Από το ποιητικό αυτό υλικό άντλησαν τόσο ανεμπόδιστα, ώστε σήμερα να μοιάζει ότι η αλεξανδρινή ποίηση εμιμήθη την ποίηση της Δύσεως!».
Βέβαια, η ελληνικότητα ως όρος είχε γίνει τόσο πολύ της μόδας πριν από μερικά χρόνια, που προκάλεσε νέες διαφωνίες, όχι τόσο σε σχέση με το τι είναι ελληνικό και τι όχι, αλλά για το κατά πόσο στενεύει τους ορίζοντες μας, μπροστά στην επερχόμενη «παγκοσμιο-ποίηση».
Εξάλλου, πολλοί εκμεταλλεύτηκαν την έννοια της ελληνικότητας, έτσι, από κάποιο σημείο και μετά, εγκαταλείφθηκε τελείως. Είναι πολυτέλεια να ψάχνει κανείς την αυθεντική «ελληνικότητα» ενός έργου. Το θέμα είναι να υπάρχει έργο. Και ας θυμίζει περισσότερο, ας πούμε, Σουηδία...
Από την άλλη, δεν είναι βέβαια τυχαίο το ότι οι μεγαλύτεροι δικοί μας δημιουργοί των τελευταίων χρόνων, σε όλους τους τομείς, είχαν ως ομφάλιο λώρο συγκεκριμένες ελληνικές πηγές. Το γιατί δεν υπάρχουν τέτοια «πακέτα» ελλήνων δημιουργών σήμερα, αυτό σηκώνει πολλή συζήτηση και δεν μπορεί να οδηγήσει σε κάτι καλύτερο, πέρα από την κατανόηση μιας πραγματικότητας, όπου το οικονομικό πρόβλημα τείνει να εξαφανίσει όλα τα υπόλοιπα. Το βιβλίο του Γκίκα, όμως, μας οδηγεί σ' ένα άλλο συμπέρασμα: Πως όταν μιλάμε για κάμψη του πολιτισμού, αυτό έχει περισσότερες συνέπειες για την Ελλάδα παρά για οποιαδήποτε άλλη χώρα της Ευρώπης. Εξάλλου εκεί ο ορθολογισμός τους είναι τόσο αναπτυγμένος, που δεν κοιτάνε τι είχαν, αλλά τι έχουν. Και όταν δεν έχουν τίποτα, ασχολούνται με το τίποτα, θεωρώντας ότι αυτό εκφράζει τη νέα εποχή...
- Γιώργος Νοταράς, Βιβλιοθήκη, Σάββατο 19 Μαρτίου 2011
No comments:
Post a Comment