Με τη χαρακτηριστική ευχέρεια και εμμονή που διακρίνει τους κοινωνιολόγους να κατηγοριοποιούν τα αντικείμενα της μελέτης τους, ο Zygmunt Bauman ξεχωρίζει τους ανθρώπους της μετανεωτερικής εποχής μας σε δύο μεγάλες ομάδες: τους τουρίστες και τους πλάνητες· διευκρινίζοντας ότι «οι τουρίστες και οι πλάνητες είναι μεταφορές της σύγχρονης ζωής», γιατί «μπορεί να είναι κανείς (και συχνά όντως είναι) τουρίστας ή πλάνητας χωρίς καν να ταξιδεύει σωματικά».
Ως τουρίστες ορίζει ο Πολωνός κοινωνιολόγος τους ανθρώπους που ξεκινάνε τα ταξίδια τους με δική τους επιλογή και με τη δυνατότητα ανά πάσα στιγμή να επιστρέψουν στο σπίτι τους, ενώ οι πλάνητες είναι όσοι βρίσκονται σε κίνηση επειδή κάποια δύναμη τους ξερίζωσε απ' τον τόπο τους και τους έσπρωξε στην περιπλάνηση. Αξίζει, αν μη τι άλλο, να συγκρατήσουμε από τη διάκριση αυτή την κεντρική θέση που δίνει στην περιπλάνηση ο Bauman, θεωρώντας ότι το ταξίδι νοηματοδοτεί κάθε διάσταση της ανθρώπινης κατάστασης.
Πράγματι, αν εξαιρέσουμε τα μέλη κάποιων φυλών που ζουν στη ζούγκλα του Αμαζονίου ή στα βάθη της Αφρικής, δεν φαίνεται να έχει υπάρξει πολιτισμός στον πλανήτη από τον οποίο να απουσιάζει η περιπλάνηση. Εχει δίκιο λοιπόν ο Hans Magnus Enzensberger όταν σημειώνει ότι «το ταξίδι ανήκει στις αρχαιότερες και καθολικότερες μορφές ζωής· φτάνει ώς την πρώτη αυγή του κόσμου. Οι άνθρωποι ταξίδευαν ανέκαθεν». Αρκεί να θυμηθούμε, για να περιοριστούμε στο γνωστό μας κομμάτι του κόσμου, τα μακρινά ταξίδια των Μυκηναίων και των Φοινίκων και των Αθηναίων με σκοπό το εμπόριο· τους μεγάλους αποικισμούς του όγδοου και των επόμενων αιώνων· τα ταξίδια (του Σόλωνα, του Πυθαγόρα, του Δημόκριτου) στην Αίγυπτο ή αλλού σε αναζήτηση γνώσεων και σοφίας ή τις συχνές μετακινήσεις των σοφιστών, των ποιητών και των μεγάλων ιατρών για επαγγελματικούς λόγους· και βέβαια τους Ιωνες ταξιδευτές, τον Εκαταίο και τον Ηρόδοτο κυρίως (που διένυσε, με τα μέσα της εποχής του, γύρω στα 8.000 χιλιόμετρα), οι οποίοι μάλιστα αφηγήθηκαν γραπτώς τα ταξίδια τους προς τέρψη και ωφέλεια των συγχρόνων τους και των μεταγενεστέρων.
Γιατί είναι αλήθεια πως, με τον ίδιο τρόπο που ένα ταξίδι δεν ξεκινάει με την αναχώρηση, αλλά τη στιγμή που αποφασίζεται η πραγματοποίησή του, έτσι και κανένα ταξίδι δεν μπορεί να θεωρηθεί ολοκληρωμένο αν δεν συνοψισθεί προηγουμένως σε κάποια μορφή αφήγησης. Δεν υπάρχει αμφιβολία πως είτε ήταν έμπορος είτε πολεμιστής είτε ήταν αγγελιαφόρος είτε φιλόσοφος, ο αρχαίος ταξιδιώτης θα εξιστορούσε, ξανά και ξανά, πίσω στον τόπο του όσα είδε και έμαθε στα μέρη που επισκέφθηκε. Σε αυτές ακριβώς τις αφηγήσεις βρίσκεται η αρχή και η μακρά συνέχεια της ταξιδιωτικής γραφής. Το ίδιο άλλωστε κάνει και ο σύγχρονος ταξιδιώτης, που σπεύδει μάλιστα να παρουσιάσει και αποδεικτικό υλικό των περιπλανήσεών του: φωτογραφίες και βίντεο, καρτ-ποστάλ και σουβενίρ. Είναι η γραπτή αφήγηση, ωστόσο, που για χιλιετίες έχει τον πρώτο λόγο: ημερολογιακές καταγραφές («ας γίνεται λοιπόν χρήση ημερολογίων», συμβουλεύει τους επίδοξους ταξιδιώτες ο Francis Bacon στις αρχές του 17ου αιώνα), μακροσκελείς ταξιδιωτικές επιστολές, οδοιπορικά, ηθογραφικές πραγματείες, γεωγραφικές παρατηρήσεις, απολογισμοί εξερευνητικών αποστολών, ναυτικές περιπέτειες.[...] * Ο Χαράλαμπος Γιαννακόπουλος είναι συγγραφέας και διδάσκει στη Μέση Εκπαίδευση ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ
- Βιβλιοθήκη, Σάββατο 10 Ιουλίου 2010
No comments:
Post a Comment