Saturday, July 10, 2010

Ερωτισμός, νοσταλγία και μελαγχολία

  • Ο λόγος του Πατίλη αφαιρετικός, αγγίζει τη σιωπή χωρίς να σβήσει η ποιητική αίσθηση
  • Του Σωτηρη Γουνελα* Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, Kυριακή, 11 Iουλίου 2010
  • ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΤΙΛΗΣ
    Ακτή Καλλιμασιώτη Και άλλα ποιήματα, εκδ. Υψιλον/βιβλία 2010, σελ. 63

Κάποια ξεχωριστή σημασία θα έχει το ποίημα «Ο Διορθωτής», κάπως σαν προπομπός ή σαν πρελούδιο στην αρχή του βιβλίου του Πατίλη, εκδότη του «Πλανοδίου», ενός περιοδικού που επί σειράν ετών παρεμβαίνει πολυτρόπως και σε πολλά επίπεδα λόγου και γραφής στην όλη πραγματικότητα, ελληνική και παγκόσμια.

Ο Πατίλης έχει να εκδώσει ποίηση πολύ καιρό, γι’ αυτό θαρρείς ότι το μικρό αυτό βιβλίο περιέχει μια σφιχτή γραφή, προσωπική και ερμητική, όπου τα αισθήματα τυλίγονται γύρω από φλιτζάνια του καφέ, τσιγάρα, τραπεζάκια, παιδιά που πουλούν λουλούδια στα καφενεία, εικόνες ζωντανές προσώπων και πραγμάτων που άλλοτε έρχονται μέσα από βάθος μνήμης κι άλλοτε περιφέρονται σ’ έναν αφρό ερωτισμού, νοσταλγίας και μελαγχολίας.

Τα ποιήματα προδίδουν μεγάλη επεξεργασία. Οι εικόνες του βαθιοχωμένες μέσα στη γλώσσα, σαν σε απανωτά στρώματα, δεν σε αφήνουν εύκολα να διεισδύσεις, να μπεις στον νου ή την ψυχή του, πιο πολύ αφήνουν στον αέρα σωματικές αισθήσεις μαζί με αλλόκοτες μουσικές και εμμονή στους ήχους. Παίζει συχνά με τις μεταφορές, κι όλοι σχεδόν οι στίχοι του αίρουν αυτό που λένε, μια ιδιάζουσα διάθεση ανατροπής, αμφισβήτησης, αυτοϋπονόμευσης. Παρουσιάζεται ακόμη σαρκαστικός με τον εαυτό του και τους άλλους, ερωτοτροπώντας με την αυτοεξορία του ποιητή (εδώ εντάσσεται και ο στίχος “εν μέσω Μήδων ελληνίζων”), ανοίγει συνομιλία με γεγονότα της κοινωνίας και της Ιστορίας, και σε κάποια τρίστιχα ή πεντάστιχα ποιήματα στο τέλος μοιάζει να μονολογεί σχηματίζοντας επιγράμματα, όπως οι αρχαίοι πρόγονοι. Ο λόγος του αφαιρετικός, ζητά να αγγίξει τη σιωπή ή το κατώφλι της, χωρίς να σβήσει η ποιητική αίσθηση, παραμένοντας ακροβάτης της ζωής (ή του νοήματός της;), είτε κοιτάζει κατά τη θάλασσα, στου λιμανιού την άκρη, είτε σε μια παλιά φωτογραφία είτε μέσα στων ματιών του τις μνήμες.

Ο παραλληλισμός με τις παλιότερες γραφές του νομίζω ότι φέρνει στην επιφάνεια ένα «γλίστρημα» από μια γλώσσα φορτισμένη ψυχικά σε μια αισθητικότερη γραφή, ντυμένη πού και πού έναν ηδονισμό που ο ποιητής, για να μην τον αφήσει να σέρνεται αγοραίος ή παραδομένος στην πεζότητα, τον μπολιάζει αρχαιοελληνικά.

Το βέβαιο είναι ότι, αν μπορούσαμε να πούμε για ένα βιβλίο ότι κοιτάζει κάπου, θα λέγαμε γι’ αυτό εδώ ότι κοιτάζει προς τη γυναίκα, το κατοικεί μια μέριμνα σχέσης, ενεργού ή μη, επιθυμητής ή φανταστικής, εφικτής ή ανέφικτης, που μοιάζει να στηρίζει αποφασιστικά τον βηματισμό της ποίησής του.
* Ο Σωτήρης Γουνελάς είναι ποιητής, συγγραφέας.

No comments: