- Με αφορμή τον «Διαγωνισμό νέων κριτικών» που διοργανώνει, η εφημερίδα Γκάρντιαν ζήτησε από καθιερωμένους Βρετανούς κριτικούς να μιλήσουν για το επάγγελμά τους, ανατρέχοντας στο ξεκίνημά τους και στα συμπεράσματα που έχουν αποκομίσει από την εμπειρία τους.
- Adrian Searle, κριτικός εικαστικών τεχνών
Ο πρώτος κριτικός τέχνης που διάβασα ήταν ο Τζον Μπέργκερ. Αν και συχνά διαφωνούσα με τις κριτικές του, το γράψιμό του ήταν πάντα ζωντανό, εγκάρδιο και προσιτό. Οι συλλογές κριτικών του είναι ακόμα απολαυστικές να τις διαβάζεις, χωρίς να έχει τόση σημασία αν συμφωνείς μαζί του ή όχι.
Αρχισα να διαβάζω καλλιτεχνικά περιοδικά στα εφηβικά μου χρόνια, όπως το Studio International και το Art and Artists. Οταν σπούδαζα στη σχολή Καλών Τεχνών, αρχές της δεκαετίας του ’70, μας τάιζαν μεγάλες δόσεις από τους γίγαντες της μεταπολεμικής αμερικανικής κριτικής -Κλέμεντ Γκρίνμπεργκ και Χάρολντ Ρόζενμπεργκ- παρόλο που ήταν ήδη ξεπερασμένοι. Κατάφερα όμως να ανακαλύψω τον Ρολάν Μπαρτ. Πολλοί ξεχνάνε πόσο αστείος μπορούσε να είναι ο Μπαρτ. Το βιβλίο του «Μυθολογίες» βασιζόταν σε μια σειρά άρθρων εφημερίδων όπου ανέλυε τα πάντα, από το σχέδιο των αμαξιών Σιτροέν μέχρι τους φοβερούς πίνακες του Μπερνάρ Μπυφέ.
Τελικά δεν έχει σημασία περί τίνος γράφουν οι άνθρωποι. Εκείνο που μετράει είναι ο τρόπος που διατυπώνουν τα επιχειρήματά τους, που αιχμαλωτίζουν και ξαφνιάζουν τον αναγνώστη. Αν θέλεις να γράψεις, το καλύτερο που έχεις να κάνεις είναι να διαβάζεις ό,τι πέσει στα χέρια σου - μυθιστορήματα, ποίηση, θεωρία, ερωτικές επιστολές, πράγματα που έχουν γράψει τρελοί για δέσιμο ή μεγάλοι στυλίστες. Ολα είναι γράψιμο, τα περισσότερα θα σου διδάξουν κάτι.
Αρχισα να γράφω σχεδόν αμέσως μόλις τέλειωσα τη σχολή Καλών Τεχνών, σ’ ένα μικρό περιοδικό που λεγόταν Artscribe. Ο πιο ταλαντούχος συντάκτης εκεί ήταν ο Στούαρτ Μόργκαν. Ηταν ένας ευφυέστατος, χωρατατζής Ουαλλός που πάντα έπιανε τα θέματά του από ασυνήθιστη γωνία· ποτέ δεν ήξερες πού θα καταλήξει. Είχε ανεξάντλητη περιέργεια και πέθανε νέος, στα 54 χρόνια του. Μερικές φορές σκέφτομαι ότι δεν βρίσκεις τους συγγραφείς που έχεις ανάγκη - εκείνοι έρχονται και σε βρίσκουν.
- Peter Bradshaw, κριτικός κινηματογράφου
Ποτέ δεν μου πέρασε από το μυαλό να διαβάσω κριτικές -ή και εφημερίδες γενικά- όταν ήμουν έφηβος. Στη δεκαετία του ’70 οι γονείς μου έπαιρναν την πληκτική Daily Telegraph και δεν είχα καμιά όρεξη να διαβάσω τις κριτικές περισσότερο απ’ όσο τις τιμές των μετοχών στους Φαϊνάνσιαλ Τάιμς. Στα 15 μου όμως ανακάλυψα το New Musical Express, και σ’ αυτό βρήκα το συναρπαστικό γράψιμο που τα άλλα έντυπα δεν ήθελαν ή δεν μπορούσαν να έχουν. Θυμάμαι ότι το πρώτο πράγμα που διάβασα ήταν ένα άρθρο της Τζούλι Μπέρτσιλ για τους Sex Pistols.
Τις Κυριακές, όμως, οι γονείς μου έπαιρναν τον Oμπζέρβερ. Οπως πολλοί συνομήλικοί μου, ο πρώτος κριτικός που άρχισα να διαβάζω τακτικά ήταν ο Κλάιβ Τζέιμς στην πρωτοπόρα τηλεοπτική στήλη του. Ο Τζέιμς ήταν οξύς, ευφυής και πάντα αληθινά αστείος. Αποδείκνυε ότι η τηλεόραση επιδέχεται σοβαρή ανάλυση, αλλά τη χειριζόταν ανάλαφρα, κάνοντας τις εύστοχες παρατηρήσεις και τα καλαμπούρια του να λειτουργούν μαζί. Κατάφερνε να εφαρμόσει κριτική ευαισθησία στην ποπ κουλτούρα, αλλά και να τη χειρίζεται με χιούμορ και χωρίς συγκαταβατικότητα.
Θυμάμαι ένα υπέροχο σχόλιό του για τον αρχιτέκτονα Αλμπερτ Σπέερ και το ρόλο του στην κυβέρνηση της ναζιστικής Γερμανίας, αν και έχω ξεχάσει την εκπομπή που το προκάλεσε. Αργότερα, στο πανεπιστήμιο, ανακάλυψα το βιβλίο του «Unreliable Memories» - ένα κωμικό αριστούργημα. Ηταν πηγή έμπνευσης τότε και είναι και σήμερα, γιατί έδειξε πως το καλό γράψιμο είναι το πρώτο καθήκον του κριτικού, ο πιο ειλικρινής φόρος τιμής στο θέμα του.
- Michael Billington, κριτικός θεάτρου
Αρχισα να διαβάζω κριτικές στα εφηβικά μου χρόνια. Ακόμα με στοιχειώνει μια φράση του Χάρολντ Χόμπσον, σε ένα κείμενό του για το «Περιμένοντας τον Γκοντό» στους «Τάιμς». «Αν έχεις όλα κι όλα 15 σελίνια, πήγαινε να δεις το “Περιμένοντας τον Γκοντό”. Αν έχει 30, δες το δύο φορές».
Ο κριτικός όμως που έγινε η εμμονή μου ήταν ο μεγάλος αντίπαλος του Χόμπσον, ο Κένεθ Τάιναν του «Ομπζέρβερ». Αυτό που απέδειξε ήταν ότι η κριτική έχει πάνω απ’ όλα να κάνει με το να γράφεις καλά. Ο Τάιναν ήταν πρότυπο και από πολλές άλλες απόψεις. Υποστήριξε το πολιτικό θέατρο, που τότε, τη δεκαετία του ’50, αναδυόταν στις βρετανικές σκηνές. Μας δίδαξε ότι ο κριτικός είναι κάτι παραπάνω από ένας προνομιούχος παρατηρητής: μπορεί επίσης να αγωνιστεί για ένα θέατρο που ξεπερνά την ευχάριστη φυγή και αγκαλιάζει τον πλατύτερο κόσμο. Συνδυάστε ένα όραμα με ένα απολαυστικό στυλ και θα έχετε έναν τέλειο κριτικό.
- Alexis Petridis, κριτικός ποπ μουσικής
Υπάρχουν κείμενα που θα χαρακτηρίζονταν «κείμενα βάσης» για τους μουσικούς δημοσιογράφους, βιβλία που θα έπειθαν τον καθένα ότι το να γράφεις για τη ροκ μουσική αξίζει τον κόπο. Ανάμεσά τους το «England’s Dreaming» του Τζον Σάβατζ και το «Revolution in the Head» του Ιαν Μακ Ντόναλντ, ο οποίος αναλύει κάθε νότα που έγραψαν οι Μπιτλς με σχολαστικότητα που ενίοτε φαίνεται αλλόκοτη, αλλά στέλνει κατευθείαν τον αναγνώστη να πάρει ένα αντίτυπο του «A Hard Days Night».
Τα διάβαζα όλα, αλλά εκείνο που με έκανε να θέλω να γίνω μουσικός δημοσιογράφος ήταν το Smash Hits, ένα εφηβικό ποπ περιοδικό που έκλεισε το 2006 και που το θυμόμαστε να ασχολείται με το χρώμα που είχαν οι κάλτσες των Duran Duran και των Wham! Το καταβρόχθιζα κάθε δεκαπέντε μέρες επί δέκα χρόνια και εκείνο που με συνάρπαζε ήταν η ασέβειά του. Δεν ήταν σνομπ, δεν ήταν βαριεστημένο ή αλαζονικό. Είχε όμως πλήρη επίγνωση της γελοιότητας της ποπ μηχανής, της έπαρσης και της επιτήδευσης των ποπ σταρ. Ποτέ δεν ήταν πιο ξεκάθαρο αυτό απ’ όσο τη δεκαετία του ’80 – εκείνη την παράξενη μετα-πανκ εποχή, όταν το είδος των μουσικών που αγαπούσαν τα κορίτσια δεν ήταν νεαροί σταρ τύπου «Pop Idol» αλλά απόφοιτοι σχολής Καλών Τεχνών. Το Melody Maker ανταποκρινόταν στην επιτήδευση αυτών των μουσικών σχημάτων με δικούς του υψιπετείς σχολιασμούς: έπαιρνες πολλά τσιτάτα του Γκράμσι και του Φουκό μαζί με το 45άρι σου. Το Smash Hits, όμως, τα έβρισκε όλα αυτά ξεκαρδιστικά.
Με δίδαξε ότι δεν είναι ποτέ καλή ιδέα να βάζεις τους ροκ σταρ πάνω σε βάθρο. Γνώρισα πολλούς απ’ αυτούς τα επόμενα χρόνια και επιβεβαίωσα αυτή την αλήθεια. Το Smash Hits μ’ έκανε να καταλάβω ότι μπορείς να θεωρείς τη ροκ και ποπ μουσική συνταρακτική μορφή τέχνης αλλά γελοίους τους ανθρώπους που την κάνουν. Και το πιο σημαντικό απ’ όλα, έκανε το γράψιμο για τη μουσική να φαίνεται το πιο διασκεδαστικό πράγμα στον κόσμο. [Η Καθημερινή, Kυριακή, 18 Iουλίου 2010]
No comments:
Post a Comment