- Αν ο Γιώργος Σαραντάρης επέστρεφε για να δει τη σημερινή Ελλάδα
«Ο Μελλούμενος»*
Κάθε στιγμή, κάθε σημαντική στιγμή της ιστορίας του τόπου μας βρίσκει μαγικά τον ποιητή της.
Οχι τον πολιτικό. Τον ποιητή της.
Ο πολιτικός μιλάει για την επιφάνεια.
Ο ποιητής γι' αυτό που βρίσκεται κάτω από την επιφάνεια. Αυτό που ψάχνει να σωθεί, να βρει μορφή, να μείνει, να πάει τα πράγματα πέρα.
Ρήγας Φεραίος, στο ξεκίνημα της Επανάστασης του '21.
Διονύσιος Σολωμός, ενώ η μάχη μαίνεται στο Μεσολόγγι.
Αγγελος Σικελιανός, στη μέση της εφιαλτικής γερμανικής κατοχής το 1943, στην κηδεία του Κωστή Παλαμά που απαγγέλλει «Ηχήστε οι Σάλπιγγες» κι ολόγυρα ο λαός, ο Ελληνικός, εισπράττει το μήνυμα, τη σημασία της Αντίστασης - Γι' αυτόν, τον Αγγελο Σικελιανό, ο Σαραντάρης θα πει:
«Ο αναγνώστης νοιώθει πως δεν είναι μόνος, νοιώθει πως ένας Ελληνας που έχασε κάθε φόβο, πλάι του ανασαίνει βαθειά και με σιγουριά την οικουμένη».
Γιώργος Σεφέρης και Οδυσσέας Ελύτης, μέσα από τη μουσική του Μίκη Θεοδωράκη, δίνουν φτερά στις διαδηλώσεις μας ενάντια στη χούντα.
Στις μέρες μας, σήμερα, έρχεται η φωνή ενός μεγάλου ποιητή και φιλόσοφου -70 χρόνια μετά το θάνατό του μόλις 33 χρονώ το '41, από τις κακουχίες στον πόλεμο της Αλβανίας όπου τον στέλνουν να πολεμήσει στην πρώτη γραμμή ενώ φοράει χοντρά μυωπικά γυαλιά, τα οποία χάνει στο χιόνι κάπου στα φαράγγια της Πίνδου. Ενώ θα μπορούσε να μείνει στα γραφεία για ανάκριση αιχμαλώτων, μια κι ήξερε τέλεια Ιταλικά ως διπλωματούχος του Πανεπιστημίου της Bologna, στην Ιταλία όπου είχε ζήσει τα τελευταία 21 χρόνια. Ερχεται σήμερα η φωνή του να μας μιλήσει. Η φωνή είναι του ποιητή ΓΙΩΡΓΟΥ ΣΑΡΑΝΤΑΡΗ.
Ερχεται, σαν σκέψη και σαν ποίηση, να μας πει, να μας μιλήσει γι' αυτό που χρόνια δεν ζήσαμε. Ετσι όπως οι ψεύτικες αξίες είχαν σκεπάσει τον ουρανό της ζωής μας.
Ακριβώς γι' αυτό. Να μας πει για τη Ζωή μας.
Γιατί χρόνια τώρα ποιος νοιαζότανε; Είχαμε ξεχάσει. Κι ο Γιώργος Σαραντάρης νοιάζεται. Για μας, για το καλό μας, για την ευτυχία μας. Για την
«Ανθρώπινη Ευτυχία»
Ξαναφέρνει σ' όλα τα άξια την αξία τους.
Φέρνει μαζί του
«Τα πρώτα ρόδα
Τα πρώτα φώτα
(...) που η μνήμη άξαφνα
Τ' αναζητά».
Μας θυμίζει τη χαρά! Τη Χαρά της Ζωής! Μια μεγάλη προσφορά. «Το ίδιο το γεγονός της Ζωής, η ίδια η βιολογική μας ύπαρξη» είναι για τον Σαραντάρη πηγή πίστης κι αισιοδοξίας.
«Κι αν οι άνθρωποι σου λένε πως δεν έχουν θέληση για ζωή, μήτε για θάνατο, τότε μπορούμε να τους απαντήσουμε πως τουλάχιστον το σώμα τους, εκείνο, δείχνει καθαρά πως πιστεύει».
«Ω το τραγούδι της Ζωής που μας σηκώνει όρθιους!»
Κι αλλού:
«Ζωή, ζωή είσαι θαύμα!»
Κι έτσι όπως «Ελαχε σ' όλους η ζωή, το τραγούδι έλαχε, έχουμε αναπνοή για όποιο χορό». «Κι η μουσική υπάρχει. Τα όργανα περιμένουν». «Με της καρδιάς (του) τον άσβυστο κτύπο» μας καλεί να τραγουδήσουμε μαζί του ένα ξέφρενο σχεδόν ΥΜΝΟ ΧΑΡΑΣ «στην ίδια τη χαρά, στο σίγουρο ερχομό της».
Κι ο Χριστός μίλησε για χαρά!
«Ούτω χαρά έσται εν τω κόσμω»
Η μορφή και η ζωή του Χριστού τον απασχολεί έντονα:
«Ο Χριστός [λέει] είναι το παράδειγμα που μας δεσμεύει όλους, το ιδανικό το πραγματοποιήσιμο κι όχι πλατωνικό υπερβατικό ιδανικό».
Αυτό ακριβώς το «πραγματοποιήσιμο ιδανικό», η πίστη πως η ευτυχία, η αληθινή, η σωστή ζωή είναι πράγματα που μπορούμε να φτάσουμε και να ζήσουμε και πως «έτσι κι αλλοιώς τελικά η πορεία του ανθρώπου είναι μια πορεία προς το ιδανικό», δίνουν αυτή την ανάσα, αυτό το φως που πλημμυρίζει το έργο του Σαραντάρη. Ετσι δεν θα 'ταν παράτολμο να ονομάσουμε τη φιλοσοφία του «Φιλοσοφία της Χαράς» βασισμένη σε μια «ΥΣΤΑΤΗ ΑΙΣΙΟΔΟΞΙΑ».
Η έκφραση αυτή βρίσκεται στο «Κατηγορώ» του εναντίον του Καβάφη όταν ο Σαραντάρης χαρακτηρίζει την ποίησή του «άγονη», γιατί δεν συμμερίζεται εκείνη την «ύστατη αισιοδοξία» που χρειάζεται η ψυχή και ο πολιτισμός για να προχωρήσουν, για να πάνε πέρα.
Η λέξη «ύστατη» πλάι στην «αισιοδοξία» δεν είναι τυχαία. Η αισιοδοξία του Σαραντάρη υπάρχει όχι γιατί δεν ξέρει αλλά παρ' όλο που ξέρει ό,τι ξέρει.
Ξέρει πως «έφτασε να εξασκεί πάνω μας μια περίεργη γοητεία κι αυτή ακόμα η κατάντια μας». Πως «ο χαρακτήρας μας έχει τσαλακωθεί». Πως «οι άνθρωποι ζούνε μέσα στο θόρυβο σα μέσα σε υγεία». Πως «δώρον άδωρον έγινε στα χέρια μας η αγάπη». Πως «Πάψαμε να μιλάμε για την καρδιά μας. Γίναμε σοβαρά άτομα. Ασχολούμαστε με πράγματα που βλέπομε κι αγγίζομε κι η καρδιά μας ήταν μια υπόθεση», ενώ «η καρδιά εκείνη που μας τυραννούσε ήταν όλος ο εαυτός μας».
Πιστεύοντας στη ζωή και αγαπώντας τον άνθρωπο τόσο ώστε ο «Χαμένος Παράδεισος» να μην είναι γι' αυτόν άλλο από την επικοινωνία με το άλλο άτομο, ο Σαραντάρης ελπίζει με δύναμη στη Σωτηρία και την περιγράφει με τόση τρυφεράδα που είναι σαν να θέλει να παρηγορήσει την κούρασή μας, ν' αφαιρέσει όση μπορεί από την απελπισία μας.
«Σήμερα η μπόρα πέρασε
Θα μας σηκώσει ο Θεός
Θα μας φιλήσει
Θα γίνουμε παιδιά του»
Και... Σωτηρία υπάρχει πάντοτε!
«Οταν μετανιώσουν οι άνθρωποι, θα είναι αργά; Οχι, δεν θα είναι αργά για να φορέσουμε την αλήθεια, και να ζήσουμε ξανά αρχίζοντας από την παιδική μας ηλικία. Αρκεί να μην την έχουμε καταστρέψει ολότελα την παιδική μας ηλικία, να μην έχουμε ξεχάσει πού την κρύψαμε. Αν συμβεί κάτι τέτοιο, τότε δε χωράει ντροπή· θα παρακαλέσουμε τα παιδιά να μας οδηγήσουν απ' το χέρι. Σωτηρία υπάρχει πάντοτε.»
30/10/1938
Μας θυμίζει με την ποίησή του μια βαθιά μας ανάγκη που ποιος ήξερε, ποιος τολμούσε να πει πως έχει: την ανάγκη του ΛΥΡΙΣΜΟΥ -Αυτό το ξεχασμένο χάδι.
«Κι η θάλασσα ανέβηκε σαν ήχος
Τις καρδιές μας»
«Οπως τα κοχύλια που αγάπησα
Στα πρώτα χαράματα
Στα θαλασσινά τα χρόνια»
«Μελαγχολικό μέλι
Των δεινών»
«Ω θάλασσα που λείπεις!»
Ακόμα και θλιμμένη η ΟΜΟΡΦΙΑ είναι ένα μήνυμα ελπίδας. Μια αίσθηση ευτυχίας αφάνταστα άπιαστης, αφάνταστα ποιοτικής, όμως πραγματική - Διώχνει τη σκόνη. Δικαιώνει την ύπαρξη.
«Κυττώ την ομορφιά του κόσμου
Την έξοχη αυτή σπατάλη του Θεού»
θυμάμαι σ' ένα μου ποίημα. Δώρο, σίγουρο δώρο. Και χωρίς να το έχουμε καν ζητήσει, απαιτήσει.
Χωρίς καν να το αξίζουμε ίσως; Ετσι αφηρημένοι, σκεφτικοί, βιαστικοί που προσπερνάμε; Μα όχι, θα θύμωνε ο Σαραντάρης... Θαυμάζουμε και θα θαυμάζουμε την ΟΜΟΡΦΙΑ - Ακόμα χανόμαστε σ' ένα ηλιοβασίλεμα. Στον τόπο μας τουλάχιστον, σίγουρα ναι.
Κι ο Σαραντάρης αγαπάει τον Ελληνα, αγαπάει την Ελλάδα, πίστευε, πιστεύει. Επιβεβαιώνοντας την πίστη του αυτή και μ' αυτό το ποίημα.
«Εμείς οι Ελληνες
Με τις εληές και τα πεύκα
Με τα μάρμαρα με τη θάλασσα
Φυλάξαμε και άλλες αρετές
Δεν εξοφλήσαμε την ευφυΐα μας
Σ' έναν καιρό πιο ήρεμο
Και πιο γενναίο
Δε θα διστάσουμε
Δε θα δειλιάσουμε
Από τις κρύπτες θα βγάλουμε τα όργανα
Στην ορχήστρα και στο χορό
Οι φωνές μας θα προσφέρουν
Κάτι σαν το επιούσιον
Το δικό μας πάθος»
29/3/1936
Σαν ένα ακόμη συστατικό της Ανθρώπινης Ευτυχίας, ο Σαραντάρης μάς προσφέρει τον ΛΥΡΙΣΜΟ στον ΕΡΩΤΑ! Ο Ερωτας, το μεγάλο θύμα του δήθεν ρεαλισμού της εποχής μας. Γιατί ρεαλισμός είναι και ο Λυρισμός - Αναπόσπαστο, πολύτιμο στοιχείο της ύπαρξης.
«Απλωσε μπροστά μου σα ποτάμι
Λύσε τα μέλη σου τ' αρμονικά
Ω το χιονόνερο
Το αβρό σου σώμα
Μέσα στις φούχτες μου
Στο στόμα μου
Και στα μηλίγγια»
21/4/1936
Ο Λυρισμός και στη σχέση μας, το δέσιμό μας με τον «Αλλο»:
«Ανθρωποι που δεν ήξεραν να τραγουδάνε
Αλλαξαν ζωή και ήρθανε κοντά μας.
Κάναμε ειρήνη και τώρα περπατάμε όλοι μαζί
Στην άκρη μιας λίμνης
Δεν μιλάει κανείς όλοι σωπαίνουν
Κι εύχονται να μην πεθάνει ο ήλιος
Σταμάτησαν οι φωνές μας
Σαν να βρεθήκαμε άξαφνα σε μαγικό ποτάμι»
Οι «Αλλοι»! Les «Autres»! «L' Enfer c'est les Autres!» δηλώνει ο Σαρτρ. «Η Κόλαση είναι οι Αλλοι!»
«Μα κι ο Παράδεισος!»
θυμίζει ο Σαραντάρης.
«Η Παρουσία του Ανθρώπου»
«Μέσα στον ύπνο κάτι κοιμάται βαθύτερα
Κάτι ζητάει βοήθεια
Ενα χελιδόνι
Θέλει να πετάξει
Μα δε μπορεί
Τα δένδρα με τόσα φύλλα
Σκεπάζουν τα βήματα και τη χλόη
Που τον άνθρωπο δεν τον βλέπω
Τον άνθρωπο που τραγουδώ
Οταν όλα κοιμούνται»
03/9/1939
Ο Σαραντάρης δεν βάζει τελεία στο ποίημα.
Το ποίημα δεν τελειώνει. Ενας τόσο ωραίος τρόπος να μας θυμίσει την αιωνιότητα. Οπως κι η ζωή, πίστευε, δεν τελειώνει - «Μα η ζωή είναι αιώνια» απαντάει στην αδερφή του Λέκα Σαραντάρη Μιχοπούλου, όταν εκείνη του λέει να κάνει κάτι να γίνει γνωστός τώρα που ζει, μετά τι να το κάνεις;
Και να, ζούμε την απόδειξη! Εβδομήντα χρόνια μετά ζει ανάμεσά μας, μας μιλάει, μας βοηθάει με τον λόγο του όταν μας θυμίζει πως η αναφορά μας πρέπει να είναι πάντα στη Ζωή την ίδια, με την πίστη του στον Ανθρωπο που τον θέλει ν' απλώνεται -όπως εύκολα διακρίνουμε στην ποίησή του- σ' όλη την ύπαρξη, στον ουρανό, στη θάλασσα, στα δέντρα, στα πουλιά, στα ποτάμια, στους άλλους ανθρώπους. Στο Σύμπαν! Με μέσο, την Αγάπη όπως τη βίωσε και τη δίδαξε ο Χριστός. Για να αξίζει το όνομα και τον θρόνο που του δόθηκε: Ανθρωπος! Ο άνω θρώσκων! Αυτός που κοιτάζει ψηλά. Εκεί όπου, πλάι στο ν θρόνο του Θεού και της Φύσης, είναι και ο θρόνος ο δικός του:
Θεός - Φύση - Ανθρωπος!
Τα τρία Απόλυτα. Στο ίδιο επίπεδο. Κι αλληλένδετα. Δεμένα το ένα με το άλλο με την Αγάπη, με την ανάγκη της - Το όραμα, το «Πιστεύω», η προτροπή του Σαραντάρη στα φιλοσοφικά του βιβλία «Συμβολή σε μία Φιλοσοφία της Υπαρξης» (1937) και «Η Παρουσία του Ανθρώπου» (1938) - Το αντίθετο; Το βλέπουμε. Το ζούμε οι ίδιοι σήμερα. Κουκκίδες ασύνδετες στο χάος...
Κι ο Θεός; Κι εκείνος; Εχει ανάγκη την Αγάπη κι ο Θεός; Ναι -Διάχυτη στα Ιερά Κείμενα η παράκληση, δήθεν εντολή:
«Αγαπήσεις Κύριον τον Θεόν σου, εξ όλης της καρδίας σου και εξ όλης της ψυχής σου και εξ όλης της διανοίας σου...».
Τότε, πιστεύει ο Σαραντάρης, όταν η Αγάπη απλωθεί παντού, δεν θα ρωτάμε γιατί ζούμε. Τότε η έκσταση θα είναι καθημερινή.
«Ακόμα ζω
Βλέπω τα πράματα
Πιάνω την επιφάνεια
Κι ο κόσμος στοχάζεται
Γαλάζιους καιρούς
Τίποτα δε μου βαραίνει τη γνώμη
Ερχομαι από αυγή
Από αθώο
Χρώμα χεριού
Κι αγαπάω τα μάτια
Ανάμεσα στα ζώα
Η επαφή τους μ' ενθαρρύνει
Ανοίγει τη σκιά»
02/1/1935
«Η Προσφορά»
«Θέλω να το καταλάβουν τουλάχιστον οι ποιητές πως όποια δημιουργία δεν στρέφεται προς το μέλλον δεν είναι δημιουργία αλλά χαμένος καιρός· χαμένος καιρός όπως κάθε ζωή που δεν προεκτείνεται, που δεν ρίχνει ρίζες για άλλες ζωές, για μια διαρκέστερη ύπαρξη.»
Γιώργος Σαραντάρης
30/4/1936
Κι η δική του ζωή «στρέφεται προς το μέλλον», κι η δική του ζωή «ρίχνει ρίζες για άλλες ζωές, για μια διαρκέστερη ύπαρξη»:
Με τη φιλοσοφία του που θέλει τον Ανθρωπο απλωμένο στον άλλο Ανθρωπο και στο Σύμπαν.
Με την ποίησή του που πέρα από το καθρέφτισμα της φιλοσοφίας του, είναι κι εκείνη που κυρίως σπάει τα στενόχωρα καλούπια της ομοιοκαταληξίας και του μέτρου και ανοίγει το δρόμο για την Καινούργια Ποίηση στην Ελλάδα με κατ' εξοχήν αναφορά στην περίπτωση Σαραντάρη - Οδυσσέα Ελύτη.
Με τον θησαυρό της απέραντης μόρφωσης που έχει φέρει από την Ιταλία, μαζί του -μέσα από 7 γλώσσες, Ιταλικά, Γαλλικά, Αγγλικά, Γερμανικά, Λατινικά, Ελληνικά και Αρχαία Ελληνικά - και που μ' ευτυχία σκορπίζει και μοιράζεται γύρω του. Ανοιχτός πάντα στη γνώμη του άλλου.
«Εκτιμούσε τη γνώμη κάθε ανθρώπου που ήταν αληθινός» θα μας πει η απλή κοπέλα του λαού, Γεωργία Σαρηγιάννη, που ρωτούσε κι εκεινής τη γνώμη.
Με τη στάση του απέναντι στη Δύση όταν αναφωνεί:
«Η Δύση πού θα βρει καινούριο δρόμο
Για τις ανθρώπινες ψυχές;»
Με το μοναδικό παράδειγμα ανθρώπινης γλυκύτητας κι ευγένειας, απλότητας κι ουσιαστικότητας όμως μαζί και έντονης μαχητικότητας όταν αυτό επιβάλλεται, που υπενθυμίζει σ' όσους «τον ζουν» τον αληθινά πνευματικό άνθρωπο.
Οπου βρίσκει αξία την ενθαρρύνει να ολοκληρωθεί ή την απλώνει να γίνει γνωστή σ' όλους, παντού. Ετσι, πέρα από τον αλαλαγμό σχεδόν χαράς με την ανακάλυψη του Ελύτη (Αλεπουδέλη ακόμα τότε),
«Το Aλεπουdέλι! Είναι μεγάλο ποιητή»
που γεμίζει την επομένη όλη την Αθήνα, θα προβάλλει, γράφοντας γι' αυτούς και το έργο τους στα Νεοελληνικά Γράμματα, τους Ν.Γ. Πεντζίκη στις 22/12/1935, Γιώργο Σεφέρη στις 25/06/1938 και στην Καθημερινή, όπου έχει δική του στήλη, «Ποιηταί της Εποχής μας», τον Αναστάσιο Δρίβα, ωραίο ποιητή και άνθρωπο που θαύμαζε, που πέθανε όμως νωρίς στην Κατοχή από πείνα, στις 3/4/1939, τη Μελισσάνθη στις 11 και 24/4/1939, τον Νικηφόρο Βρεττάκο στις 15/5/1939 και τη Ζωή Καρέλλη στις 6/5/1940.
Ολα σε εξαιρετικά άρθρα-δοκίμια. Μικρό δείγμα το κλείσιμο του άρθρου για τον Νικηφόρο Βρεττάκο:
«Στα τελευταία ποιήματα του Βρεττάκου («Μαργαρίτα» - «Εικόνες απ' το Ηλιοβασίλεμα») η θάλασσα, ο ήλιος, ακόμα και το άτομο, όλα ανεβαίνουν· τίποτα δεν υφίσταται χαμηλό, όλα ανεβαίνουν, όλα ζητούν αυθόρμητα να φτάσουνε σε μια ατμόσφαιρα καθαρότερη·
"Κι ανεβαίνουμε τρέχοντας στους λόφους
Να μπούμε στην ατμόσφαιρα των παγωνιών..."»
Γιώργος Σαραντάρης 15/5/1939
1 Από τον τίτλο του βιβλίου της Ολυμπίας Καράγιωργα «Γιώργος Σαραντάρης ο Μελλούμενος», Δίαυλος, 1995
No comments:
Post a Comment