Sunday, October 24, 2010

Φράση και μετάφραση

 
Συνεχίζω τη συζήτηση που άρχισα την περασμένη Κυριακή για δύο λογοτεχνικά κείμενα που, παρά τις αποκλίνουσες διαφορές τους (δικό μας το ένα και σύγχρονο, ξένο και μεσοπολεμικό το άλλο· ποίηση το πρώτο, αφήγηση το δεύτερο), συγκλίνουν στον άξονα που προδηλώνει ο τίτλος του μονοτονικού. Και τα δύο, καθένα με τον τρόπο του, ασκούν τη μέθοδο της μετάφρασης μέσα στη φράση και τη μέθοδο της φράσης μέσα στη μετάφραση. Αυτή η σύζευξη είναι προφανέστερη στο μεταφραστικό πόνημα της Μαρίας Τοπάλη (Στέφαν Τσβάιχ: Ο παλαιοβιβλιοπώλης Μέντελ και Η αόρατη συλλογή - εκδόσεις Αγρα 2010) και λανθάνουσα στην ώριμη ποιητική κατάθεση του Χριστόφορου Λιοντάκη ( Στο τέρμα της πλάνης , εκδόσεις Καστανιώτη, 2010).

Μια άλλη, ακούσια ασφαλώς, σύμπτωση των δύο πονημάτων: αν στον τίτλο της ποιητικής συλλογής του Λιοντάκη ( Στο τέρμα της πλάνης ) η λέξη πλάνη σημαίνει συνάμα λάθος και περιπλάνηση , τότε αισθάνομαι πως θα κολλούσε καλά ως τίτλος και στις δύο νουβέλες του Τσβάιχ που διάλεξε και μετέφρασε άψογα η Μαρία Τοπάλη. Γιατί οι δύο, έτσι κι αλλιώς, συγγενικοί μεταξύ τους, ήρωες κινούνται αμετάκλητα, καθένας με την έμμονή του ιδέα, στην τροχιά του λάθους και της περιπλάνησης.

Ενα ακόμη κρίσιμο σημείο συγγένειας των δύο κειμένων, που δύσκολα εκλογικεύεται. Εννοείται η ενδιάθετη ευγένειά τους μέσα στη βασανισμένη περιπάθειά τους, σπάνια αρετή στις βάναυσες και απολίτιστες μέρες μας. Για να το πω αλλιώς: το πάθος και το πάθημα δεν προβάλλονται εδώ ωμά και κραυγαλέα· έχουν χωνευτεί μέσα στο σώμα της γλώσσας που τα φιλοξένησε και τελικώς τα ενσωμάτωσε. Και κάτι ακόμη: και στα δύο αυτά κείμενα (μακρινά μεταξύ τους στον χώρο και στον χρόνο)υπάρχει πάντα κάποια διέξοδος από την οδυνηρή αυτογνωσία στην παρήγορη ανθρωπογνωσία· και αντίστροφα.

Συγκεντρώνομαι τώρα ειδικότερα Στο τέρμα της πλάνης, σημειώνοντας κάποιες σπάνιες ποιητικές αρετές. Προέχει η αφτιασίδωτη ομολογία μιας ανεξίτηλης εμπειρίας, αποτυπωμένη με οριακή πύκνωση. Οπως το προλέγει, ως προμετωπίδα της συλλογής, απογυμνωμένη στη μετάφρασή μου, η γνώμη του Ηρακλείτου: «Είναι δύσκολο να πολεμάς το πάθος σου· γιατί ό,τι θέλει αυτό κάνεις, πουλώντας την ψυχή σου». Σε αυτή τη διασταύρωση πάθους και λόγου παραπέμπει και το απολογιστικό δίστιχο του Λιοντάκη, κάτω από την επιγραφή «Αβυσσος ως ιμάτιον»: Σε φόρεσα να κρύψω την ερήμωση. / Σαν αποφόρι ακόμη σε φορώ.
Η συλλογή, εξάλλου, μοιρασμένη στα τρία («Απολογητικά», «Αφιέρωση», «Τρία ποιήματα για την εξαγορά του φόβου»), είναι αξιοθαύμαστα πολύτροπη. Με εναλλασσόμενη έκταση των ποιημάτων από το δίστιχο έως το επτασέλιδο ποίημα. Με τη μεταφορά από το πρωτοπρόσωπο λυρικό απόσταγμα στην τριτοπρόσωπη αφηγηματική σύνθεση, από το πεζόμορφο στο στιχουργημένο κείμενο, από την πλαγιότυπη απόδραση στην προσγείωση της ορθής γραφής. Και ακόμη: με την ταλάντευση ανάμεσα στο μεταφορικό μυθολόγημα και στην απόλυτη κυριολεξία. Το σημαντικό στην προκειμένη περίπτωση είναι ότι η πολυτροπία αυτή δεν δίνει πουθενά την αίσθηση φυγόκεντρης διάχυσης· παραμένει επίκεντρη και περιστροφική.

Κι αφού μιλώ από την αρχή για αντιμεταχώρηση φράσης και μετάφρασης, ένα παράδειγμα, όπου μεταφράζεται καβαφικής σκηνοθεσίας πρότυπο σε νέα, προσωπική φράση. Τίτλος του: «Ευγνωμοσύνη». Το σώμα του: Πολλές φορές έχω μισήσει τον καθρέφτη/ μα απόψε τον ευγνωμονώ. / Καθώς πέφτει το φως από το πλάι/ το πρόσωπό σου μένει στη σκιά/ έτσι που η έπαρσή σου ξεθωριάζει./ Και στον καθρέφτη λάμπουν μόνο/ ο τράχηλος και οι ώμοι. / Πιο κάτω βασιλεύει το σκοτάδι. / Και στον καθρέφτη θραύσματα ομορφιάς.
Τέλος, υπάρχουν δύο αρχαιόμυθα ποιήματα, ανάλογα των καβαφικών και των σεφερικών, που αισθάνομαι πως προχωρούν ένα βήμα παραπέρα, στον βαθμό που τα μυθολογικά ίχνη ρίχνουν εδώ λοξά τον ίσκιο τους σε καθημερινού βίου δρώμενα, φωτίζοντας το κρυφό τους δράμα. Το ένα επιγράφεται «Στα παρακάτω του φόβου», κι έχει μυθολογικό φόντο την κάθοδο του Διονύσου στον Αδη, σκοπεύοντας να συναντήσει τη σκιά της μάνας του Σεμέλης, για να την αναστήσει. Βρίσκοντας στον δρόμο του οδηγό τον Πρόσυμνο, ένα θνητό αγόρι, που απαιτεί ερωτικό αντάλλαγμα για την οδήγηση του θεού, αλλά το προλαβαίνει ο θάνατος.

Το άλλο, δραστικότερο και πολύπρακτο, λέγεται «Εξιλαστήριο» και εκμαιεύει μεταφράσιμο δυναμικό από τον «Ηρακλή Μαινόμενον»· ένα από τα περιπαθέστερα δράματα του Ευριπίδη, όπου ο διαβόητος ήρωας, θύμα της εκδικητικής Ηρας, προσβάλλεται από τη Λύσσα και άθελά του σκοτώνει γυναίκα και παιδιά, ώσπου να βρει καταφύγιο στον Θησέα. Σταματώ όμως κατ΄ ανάγκην εδώ, ομολογώντας ότι στο τέρμα αυτής της πλάνης-περιπλάνησης η ποίησή μας πήρε βαθιά ανάσα.

No comments: