Sunday, March 29, 2009

Βασίλης Βασιλικός: «Πεινούσαμε...»

«Πεινούσαμε...»
  • Τα ευτυχισμένα προπολεμικά χρόνια που έζησε ως παιδί ο Βασίλης Βασιλικός στην Καβάλα, η ημέρα που κηρύχτηκε ο πόλεμος και η δύσκολη ζωή μετά την απελευθέρωση. Η πόλη της Καβάλας είναι η πρωταγωνίστρια αυτού του βιβλίου. «Παλίμψηστο Καβάλας, Ανθολόγιο μεταπολεμικών λογοτεχνικών κειμένων» είναι ο τίτλος του (εκδόσεις «Καστανιώτη») και την εισαγωγή, επιμέλεια και ανθολόγηση έκαναν οι Ευριπίδης Γαραντούδης και Μαίρη Μικέ. Επιλέξαμε ένα κείμενο του Βασίλη Βασιλικού με τίτλο «Ο Εκχριστιανισμός των Μωαμεθανών».

Απόσπασμα

  • Στην Καβάλα γεννήθηκα κι έζησα, σαν μικρό παιδί, τα ευτυχισμένα προπολεμικά της χρόνια. Τότε που οι μεγαλοκαπνέμποροι καίγαν χιλιάρικα για ν’ ανάψουν ένα τσιγάρο, φωταγωγούσαν καράβια για να ‘χουν πιο όμορφη θέα από τις βεράντες τους, στα γλέντια που κάναν. Τότε που η φράση «η κόρη μου παίρνει καπνεργάτη» είχε νόημα, γιατί το επάγγελμα ήταν κατοχυρωμένο κι ο μισθός του καπνεργάτη ήταν μισθός διευθυντή. Τότε και οι καπνοπαραγωγοί ζούσαν καλά, πουλούσαν τον καπνό μια λίρα την οκά και κάθε χρόνο αύξαιναν την καλλιέργειά του. Το χωριό Παράδεισος, κοντά στο Νέστο, ήταν αληθινός παράδεισος. Τότε ακόμα, στα χωριά, δεν είχε φανεί ο περονόσπορος.
  • Τη μέρα που κηρύχτηκε ο πόλεμος, εγώ, με τη σάκα του σχολείου, βρισκόμουν πάνω στην κορφή του λόφου, στον Αη Γιάννη. Οι καμπάνες χτυπούσαν και το λιμάνι, κάτω, άστραφτε γιορταστικά. Είδα την κυρία Πάτρα να κατεβαίνει τα σκαλιά που οδηγούσαν στο σπίτι μας τρεχάτη, με τα πασούμια, τα μπιγκουντί και τη ρόμπα της. «Τί είναι;» τη ρωτώ. «Ο πόλεμος», μου λέει. Κι όπως δεν ήξερα τί παναπεί πόλεμος, την άκουσα να συμπληρώνει δείχνοντας το απέναντι βουνό: «Να! Από κει θα κατέβουν οι Βούλγαροι!» Πραγματικά, οι Βούλγαροι κατέβηκαν μια μέρα, δεν ξέρω όμως αν ήταν από εκείνο το βουνό ή από τον Αγιο Σίλα κι εμείς οικογενειακώς φύγαμε σαν πρόσφυγες για τη Θεσσαλονίκη...
  • ...Μετά την απελευθέρωση γυρίσαμε, γιατί ο πατέρας μου πίστευε στον επαναπατρισμό. Κι εγώ συνέχισα να πηγαίνω στο Δημοτικό, στο Λύκειο του Καρυωτάκη, αλλά τώρα η ζωή της Καβάλας ήταν διαφορετική. Πεινούσαμε.
  1. Το λιμάνι της είχε μόνιμα ένα στολίσκο με ναρκαλιευτικά, που ψάρευαν τις νάρκες από το Βορεινό Αιγαίο, ανάμεσα Αγιονόρος, Θάσο και Σαμοθράκη.
  • Μια τέτοια νάρκη έσκασε μια φορά σ’ ένα κάβο της Θάσου, εκεί που ψάρευα με τον ξάδελφό μου τον Σταμάτη. Τη φέρανε τα κύματα του μαΐστρου, ξεκομμένη απ’ το βυθό, σαν θαλασσολούλουδο. Κι ο τόπος ξαφνικά γέμισε από ζαλισμένα ψάρια, που, όπως τα ρέματα της θάλασσας ήταν πολλά, τα παράσερναν στ’ ανοιχτά, κατά το Αγιο Ορος.
  • Σοφία Ταράντου, ΕΘΝΟΣ, 29/03/2009

No comments: