Έκανε την πρώτη του εμφάνιση στη λογοτεχνία σε ηλικία 35 ετών χωρίς να επενδύσει σοβαρά σε αυτή τη φιλοδοξία του. Εκείνη την εποχή εργαζόταν 70 ώρες την εβδομάδα ως δικηγόρος χωρίς να έχει πολλά περιθώρια για άλλες ασχολίες. Ωστόσο, μια υπόθεση που παρακολουθούσε στο δικαστήριο τον άγγιξε τόσο βαθιά ώστε, για να την εξορκίσει, αποφάσισε να γράψει ένα βιβλίο με αφετηρία αυτή τη δίκη, κάτι που του άλλαξε ριζικά τη ζωή.
Επρόκειτο για την κατάθεση ενώπιον του δικαστηρίου ενός κοριτσιού που είχε βιαστεί με άγριο τρόπο, ενώ στο ακροατήριο ο πατέρας της συγκλονισμένος παρακολουθούσε την εξέλιξη της διαδικασίας. Τότε ήταν που ο Γκρίσαμ αναρωτήθηκε: «Τι θα γινόταν αν ο πατέρας του κοριτσιού έπαιρνε τον νόμο στα χέρια του και σκότωνε τον βιαστή;» «Θα καταδικαζόταν άραγε ως δολοφόνος;» Η απάντηση στα ερωτήματα αυτά δόθηκε με το πρώτο μυθιστόρημά του «Ώρα για έγκλημα». Αν και πολλοί ομολογούν σήμερα πως πρόκειται για το καλύτερο μυθιστόρημα της καριέρας του, όταν είχε δημοσιευθεί, είχε περάσει εντελώς απαρατήρητο. Κανείς δεν μπορούσε να σκεφτεί, τότε, πως ο συγγραφέας αυτού του βιβλίου θα γινόταν ένας από μεγαλύτερους συγγραφείς μπεστ σέλερ όλων των εποχών.
Δύο χρόνια αργότερα, τα πράγματα εξελίχθηκαν ραγδαία για τον Γκρίσαμ. Αν και δεν είχε στείλει σε κανέναν εκδότη το χειρόγραφο του δεύτερου μυθιστορήματός του, κάποιος με περίεργο τρόπο το προώθησε σε έναν παραγωγό του Χόλιγουντ, ο οποίος αναγνώρισε τις ικανότητες του συγγραφέα και την αξία του έργου και του προσέφερε 600.000 δολάρια για τα κινηματογραφικά δικαιώματα του βιβλίου. Όταν η είδηση έφτασε στα εκδοτικά κυκλώματα, ο Γκρίσαμ βρέθηκε ξαφνικά με προτάσεις μεγάλων εκδοτικών οίκων που του πρόσφεραν τεράστια ποσά προκειμένου να εξασφαλίσουν τα πνευματικά δικαιώματα. Το δεύτερο εκείνο μυθιστόρημα θεωρήθηκε «mega best seller». Από τότε, δηλαδή από το 1991 έως σήμερα, όλα τα βιβλία του Γκρίσαμ γνώρισαν μια εκπληκτική πορεία πωλήσεων, της τάξης των δέκα εκατομμυρίων αντιτύπων ανά βιβλίο, αποκομίζοντας τεράστια κέρδη, κίνητρο ασφαλώς που τον ώθησε να γράφει ένα περίπου βιβλίο κάθε χρόνο. Πολλά από αυτά μεταφέρθηκαν στον κινηματογράφο από σπουδαίους σκηνοθέτες, όπως ο Σίντνεϊ Πόλακ, ο Αλαν Πακούλα ή ο Κόπολα.
Παρά την τεράστια επιτυχία του στο κοινό, οι κριτικοί δεν τον εκτιμούν ιδιαίτερα, αλλά αυτό δεν τον επηρεάζει καθόλου, όπως έχει πει. Αλλωστε και ο ίδιος δεν ισχυρίστηκε ποτέ πως τα βιβλία του ανήκουν στην κατηγορία της σοβαρής λογοτεχνίας. Δεν θεωρεί τον εαυτό του λογοτέχνη, αλλά έναν «ποιοτικό διασκεδαστή». «Ενα λευκό παιδί, ταπεινής καταγωγής, μεγαλωμένο στον Νότο των ΗΠΑ, με το κεφάλι γεμάτο όνειρα, που το μόνο που το ενδιέφερε ήταν να μπορέσει να γράψει τις ιστορίες που είχε στο μυαλό του». Στο περιοδικό της εφημερίδας «Ελ Παΐς» μιλά για τη ζωή του, τον τρόπο εργασίας του και δίνει τη συνταγή για τη δημιουργία μπεστ σέλερ.
Παρά την τεράστια επιτυχία του στο κοινό, οι κριτικοί δεν τον εκτιμούν ιδιαίτερα, αλλά αυτό δεν τον επηρεάζει καθόλου, όπως έχει πει. Αλλωστε και ο ίδιος δεν ισχυρίστηκε ποτέ πως τα βιβλία του ανήκουν στην κατηγορία της σοβαρής λογοτεχνίας. Δεν θεωρεί τον εαυτό του λογοτέχνη, αλλά έναν «ποιοτικό διασκεδαστή». «Ενα λευκό παιδί, ταπεινής καταγωγής, μεγαλωμένο στον Νότο των ΗΠΑ, με το κεφάλι γεμάτο όνειρα, που το μόνο που το ενδιέφερε ήταν να μπορέσει να γράψει τις ιστορίες που είχε στο μυαλό του». Στο περιοδικό της εφημερίδας «Ελ Παΐς» μιλά για τη ζωή του, τον τρόπο εργασίας του και δίνει τη συνταγή για τη δημιουργία μπεστ σέλερ.
- Το τελευταίο του βιβλίο, «Το κάλεσμα», έχει μια ιδιαιτερότητα: αναφέρεται αρκετά στην πολιτική, στοιχείο που δεν συμπεριλαμβάνει συνήθως στη «συνταγή» του:
- Ωστόσο δεν φαίνεται διατεθειμένος να προχωρήσει σε βάθος πάνω σε τέτοιου είδους θέματα:
- Ποια είναι η διαδικασία για τη δημιουργία ενός μυθιστορήματός σας;
- Ποια είναι η καθημερινότητά σας;
- Δεν παίρνετε ποτέ ανάσα; Δεν αισθάνεστε πιεσμένος;
- Πόσα εκατομμύρια αντίτυπα υπολογίζετε πως έχετε πουλήσει στη ζωή σας;
- Πώς αισθάνεστε που έχετε τόσους αναγνώστες ανά τον κόσμο;
- Υπάρχει κάποια μαγική φόρμουλα για την επιτυχία σας;
No comments:
Post a Comment