«Η ΜΑΡΙΝΑ ΕΙΝΑΙ ΠΛΑΣΜΑ ΤΟΥ ΠΑΘΟΥΣ. ΣΗΜΕΡΑ Η ΑΠΟΓΝΩΣΗ, ΑΥΡΙΟ Ο ΕΝΘΟΥΣΙΑΣΜΟΣ, ΜΕ ΟΡΜΗ ΞΑΝΑ ΣΤΟΝ ΕΡΩΤΑ ΨΥΧΗ ΤΕ ΚΑΙ ΣΩΜΑΤΙ, ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΠΟΜΕΝΗ ΠΑΛΙ Η ΑΠΟΓΝΩΣΗ. ΚΑΙ ΟΛΑ ΑΥΤΑ ΠΑΡΑ ΤΗΝ ΟΞΕΙΑ, ΨΥΧΡΗ (ΘΑ ΕΛΕΓΑ ΜΑΛΙΣΤΑ ΚΥΝΙΚΑ ΒΟΛΤΑΙΡΙΚΗ) ΕΥΦΥΪΑ ΤΗΣ»
Η περιγραφή ανήκει στον Σεργκέι Εφρόν, σύζυγο της Μαρίνας Τσβετάγεβα (1892-1941) και καλό γνώστη της ιδιοσυγκρασίας της, μια και οι τύχες τους συμπορεύονται για μία τριακονταετία, από τα εφηβικά τους χρόνια έως το άδοξο τέλος τους. Στην ίδια επιστολή σε κοινό τους φίλο, συνεχίζει: «Εκείνος που χθες προκαλούσε την αναστάτωση σήμερα λοιδορείται με πολύ πνεύμα και σκληρότητα (και δικαίως, σχεδόν πάντα). Όλα καταλήγουν σε ένα βιβλίο και διοχετεύονται ήρεμα σε μια διατύπωση μαθηματικής ακριβείας». Πράγματι, η αυτοβιογραφική στρατηγική της Μοσχοβίτισσας ποιήτριας είναι έκδηλη σε όλα τα κείμενά της, από τους πρώτους της στίχους και τις νεανικές ποιητικές συλλογές μέχρι τις λυρικές πρόζες, τα θεατρικά σκαριφήματα, τα αφηγήματα, τα κριτικά δοκίμια ή τη σκηνοθεσία των εκτενών ποιητικών συνθεμάτων- πολύ περισσότερο βέβαια στην ογκώδη αλληλογραφία της και στις προσωπικές της σημειώσεις όπου δεν παύει να εξομολογείται, να συνεχίζει έναν εσωτερικό μονόλογο αναδιφώντας μικρά και μεγάλα επεισόδια του πολυτάραχου βίου της.
- Περιπέτειες
Μαρίνα Τσβετάγεβα
ΓΡΑΜΜΑΤΑ ΣΤΟΝ
«ΕΛΙΚΩΝΑ»
ΕΚΔ. ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, 2008 ΣΕΛ. 189
Η επανασύνδεση της οικογένειας γίνεται στο Βερολίνο, όπου ανθεί η ρωσική εμιγκράτσια· ακολουθούν τα χρόνια της εξορίας στην Τσεχία, γενέθλιο τόπο του γιου του ζεύγους, και στη Γαλλία από το 1925 έως το 1939: χρόνια οικονομικής εξαθλίωσης και απομόνωσης· σταδιακά, ο Σεργκέι μεταστρέφεται σε σοβιετόφιλο, μάλλον σε διπλό πράκτορα· ο ίδιος και η κόρη τους, επιστρέφουν στην «πατρίδα» και, λίγο αργότερα, έπονται η Μαρίνα και ο μικρός Μουρ. Η τραγωδία κορυφώνεται με τη σύλληψη του συζύγου και της θυγατέρας· άποροι, ανήμποροι, μητέρα και γιος εγκαταλείπουν τη βομβαρδιζόμενη Μόσχα (καλοκαίρι του 1941) και οδηγούνται στη γη των Τατάρων, σε μια εσχατιά της Σοβιετικής Ένωσης· οι άθλιες συνθήκες και η απόγνωση τσακίζουν το ηθικό της Μαρίνας: εκείνη απαγχονίζεται τον Αύγουστο του 1941- τον Οκτώβριο εκτελείται ο Σεργκέι, λίγο αργότερα ο Μουρ θα σκοτωθεί στον πόλεμο· θα επιζήσει η κόρη, ύστερα από πολύχρονες εκτοπίσεις και ταλαιπωρίες.
Τα Γράμματα στον «Ελικώνα», είναι ένα βιβλίο καμωμένο με υλικά της πραγματικής ζωής, φορτισμένο με τον ηλεκτρισμό που εκπέμπει η ποίηση της Τσβετάγεβα, με τις απότομες εναλλαγές τόνου και ύφους, την παράδοξη συνύπαρξη του ονειρικού και του γήινου στοιχείου, της διαύγειας και της τύφλωσης, του τραύματος που μετουσιώνεται σε δύναμη. Κάπως έτσι, άλλωστε, η ισχυρή ποιητική της βούληση, με επίγνωση τού ότι μεταγγίζει και αποστάζει τη ζωή μέσα στο έργο, μπόρεσε να σώσει τη σπίθα της τέχνης μέσα από αντιξοότητες και κακουχίες. Η παρούσα φροντισμένη έκδοση εμπλουτίζει την εικόνα της Τσβετάγεβα που έχει ο Έλληνας αναγνώστης, μολονότι η μετάφραση κατά σημεία παρουσιάζει μικρές αδυναμίες. Στο τέλος του τόμου παρατίθεται ένας μικρός κατάλογος μέ όσα κείμενά της έχουν μεταφραστεί στα ελληνικά· επίσης, μεταφέρονται τα συνοδευτικά σημειώματα της γαλλικής έκδοσης. Το επίμετρο δοκίμιο της μεταφράστριας («Η θυελλώδης απουσία») προσεγγίζει εύστοχα την ιδιορρυθμία της επιστολικής «Ελικωνιάδας». Καλή πύλη εισόδου για το ανήσυχο σύμπαν της Τσβετάγεβα.
ΟΙ ΕΡΩΤΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ
Τα Γράμματα στον «Ελικώνα» μας μεταφέρουν στο Βερολίνο του 1922, όταν έρχεται στην πόλη η 29χρονη Μαρίνα με την κόρη της, Αριάδνη. Στους κόλπους των Ρώσων εμιγκρέδων επικρατεί εκδοτικός αναβρασμός. Ο «Ελικών» είναι ένας μικρός εκδοτικός οίκος του Αβραάμ Βισνιάκ (1895-1944) που έχει μόλις φιλοτεχνήσει μια ποιητική συλλογή της Τσβετάγεβα ( Χωρισμός ), πριν από την άφιξή της. Ακολουθεί η γνωριμία τους, η ανάθεση μιας μετάφρασης από τα γερμανικά που δεν πραγματοποιήθηκε (Οι Φλωρεντινές νύχτες του Χάινε), ένα σύντομο «εγκεφαλικό ειδύλλιο»- έτσι χαρακτηρίζει η ίδια τα διάπυρα πάθη που την καθηλώνουν για λίγο σε μία ομοφυλόφιλη ή ετεροφυλόφιλη ιδανική σχέση. Ο Βισνιάκ είναι λοιπόν ο παραλήπτης των ερωτικών επιστολών που γράφονται τον Ιούνιο και τον Ιούλιο εκείνου του βερολινέζικου καλοκαιριού. Όταν, κατά το πρωτόκολλο αυτών των εγκεφαλικών περιπετειών, επέρχεται η «ρήξη», η Μαρίνα («δραστήρια, αποφασιστική, κατακτητική, απείθαρχη, γυναίκα με αρρενωπή ψυχή», την περιγράφει ο Παστερνάκ) ζητά να της επιστραφούν τα (αναπάντητα) γράμματά της και διάφορα σημειωματάρια, τετράδια με ποιητικά της σχεδιάσματα και άλλα γραπτά της που βρίσκονταν στα χέρια του «Ελικώνα». Αυτές οι επιστολές (εννέα δικές της -τη δέκατη την κράτησε ο παραλήπτης - και μία δική του, απαντητική, τον Οκτώβριο του 1922, όταν εκείνη βρίσκεται ήδη στην Πράγα), γραμμένες στα ρωσικά, μεταφράζονται από την ίδια στα γαλλικά δέκα χρόνια αργότερα, όταν η οικογένεια Εφρόν είναι πλέον εγκατεστημένη στα παρισινά προάστια. Τούτο το αυτομεταφραστικό πείραμα συμπληρώνεται από έναν Επίλογο και από την αφήγηση της τελευταίας συνάντησής της με εκείνον τον βερολινέζικο «έρωτα», μια παραμονή Πρωτοχρονιάς, σε παρισινά σαλόνια («Η τελευταία φλωρεντινή νύχτα»)- η κατάληξη είναι σχεδόν κωμική: η Τσβετάγεβα δεν αναγνωρίζει καν τον νεαρό που την είχε αναστατώσει πέντε χρόνια νωρίτερα ή, τουλάχιστον, έτσι αφήνει να εννοηθεί. Το τελικό αποτέλεσμα είναι ένα μικρό επιστολικό μυθιστόρημα. Το βιβλιαράκι που έχουμε στα χέρια μας και μεταφράστηκε για πρώτη φορά στα ελληνικά.
No comments:
Post a Comment