Κώστας Καλφόπουλος: Καφέ Λούκατς. Budapest noir, εκδ. Αγρα
Μετά τη μοιραία αυτή νύχτα και ο αφηγητής βρίσκεται διαρκώς μετέωρος. Κάθε κίνησή του είναι γνωστή σε υπερβολικά πολλούς ανθρώπους, εκ των οποίων οι μισοί φροντίζουν να εξοντώνουν τους άλλους μισούς, δυο λεπτά πάντα πριν από τη μοιραία συνάντησή τους μαζί του. Εχοντας για κάποιο λόγο επιλεγεί να υπηρετήσει την υπόθεση της σύλληψης και της καταδίκης κάποιων ναζιστών που συμμετείχαν στην εφαρμογή της τελικής λύσης, κινείται σχεδόν σαν νευρόσπαστο. Τις κινήσεις του καθορίζει από τη μία η μοίρα, από την άλλη η δική του εφεκτικότητα και αναβλητικότητα και, τέλος, οι ίδιες οι ραγδαίες εξελίξεις. Αντιλαμβάνεται δε την περιπέτειά του αυτή ως παρείσφρηση στο σώμα των βιβλίων και των ταινιών που αγαπά και κινείται ως ήρωας της σελίδας ή της οθόνης. Την ίδια στιγμή, η πραγματικότητα γίνεται βιβλιακή και κινηματογραφική, αρχής γενομένης από την ίδια την πόλη, στον λαβύρινθο της οποίας χάνεται.
Απαραίτητη η παιδεία
Το να χάσεις τον δρόμο σου στην πόλη δεν είναι σπουδαίο πράγμα, λέει ο προσφιλέστατος στον Καλφόπουλο Βάλτερ Μπένγιαμιν, που σιγοψιθυρίζει διαρκώς και πάλι ανάμεσα στις γραμμές. Για να χαθείς όμως στην πόλη όπως σε ένα δάσος, χρειάζεται μια ολόκληρη παιδεία, την οποία διαθέτει ο αφηγητής. Οι ασπρόμαυρες πόλεις με τα αινιγματικά σοκάκια και τις άδειες λεωφόρους τους κατοικούνται από πρόσωπα φασματικά, που εμφανίζονται και εξαφανίζονται χωρίς ίχνη, ή τα ελάχιστα που αφήνουν επίσης χάνονται μαζί με τους μάρτυρες της παρουσίας και των προθέσεών τους. Η ώριμη καλλονή με τα πέπλα περιγράφεται μόνο μέσα από τίτλους βιβλίων και στίχους ποιημάτων και τραγουδιών.
Οι νέοι πεσόντες στον αγώνα κατά των ναζιστών δεν έχουν όνομα, πρόσωπο, το μοναδικό σημάδι της ζωής και του θανάτου τους είναι οι τρύπες από τις σφαίρες και ο κόσμος που μαζεύεται μαζί με το ασθενοφόρο και την αστυνομία. Ο συμπαθής αστυνόμος Λούκατς, που ουδεμία σχέση έχει με τον Γκεόργκι Λούκατς και τη θεωρία του μυθιστορήματος, αλλά ούτε και με το «Λούκατς καφέ» όπου συχνάζει ο αφηγητής, παύει κι αυτός κάποια στιγμή να απαντά στα μηνύματα του αφηγητή, γίνεται άφαντος, μηδέποτε υπάρξας.
Και αυτοαναφορικό
Το ολιγοσέλιδο, υπαινικτικό, στυλιζαρισμένο νουάρ του Καλφόπουλου, με τον μακροπερίοδο λόγο και την εναλλαγή των εστιάσεων, σε ένα πρώτο επίπεδο είναι ιστορικο–πολιτικό, αναφέρεται στην ατιμωρησία των ναζιστών και τις ομάδες που τους καταδίωκαν, όπως αυτή του Βίζενταλ, τις σχέσεις τους με τα σοσιαλιστικά καθεστώτα, τις επιβιώσεις της φρίκης του Ολοκαυτώματος στον δυτικό πολιτισμό υπό τη μορφή μιας διαρκούς σύγκρουσης και ενοχής.
Σε ένα δεύτερο επίπεδο, όμως, είναι αυτοαναφορικό. Το πέρασμα από τη νεωτερικότητα στη μετανεωτερικότητα διερευνάται εντέλει σε επίπεδο κειμένου, αφού όπως επισημαίνει και πάλι ο Μπένγιαμιν, «το κείμενο είναι ένα δάσος στο οποίο ο αναγνώστης είναι ο κυνηγός».
Ενα ατμοσφαιρικό, υβριδικό, μετανεωτερικό νουάρ για τη σκοτεινότητα του κόσμου που μας περιβάλλει και την πολυπλοκότητα των σχέσεων, που διατηρεί με τις κάθε λογής αναπαραστάσεις του.
- Της Τιτικας Δημητρουλια, Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 01/02/2009
No comments:
Post a Comment