Του Ν. Ε. Καραπιδακη*, Η Καθημερινή, 18/01/2009
Jack Goody: H υφαρπαγή της Ιστορίας, μτφ. Κατερίνα Κιλτίδη, εκδ. Πολύτροπον, σελ. 388
Το βιβλίο έχει μεταφραστεί στα ελληνικά μια περίοδο που οι δυτικές ηγεμονίες δοκιμάζονται, παγκοσμίως, περισσότερο από ποτέ· ενόσω οι μεγάλες τους αξίες όπως η ελευθερία και η δημοκρατία, αλλά και ο τρόπος που έγραψαν την ιστορία και κατάλαβαν τη γεωγραφία τους τίθενται υπό διερώτηση. Ο J. Goody, καθηγητής της κοινωνικής ανθρωπολογίας στο Πανεπιστήμιο του Κέμπριτζ, χωρίς να είναι ο πρώτος που το επιχειρεί, συμβάλλει με κριτικό τρόπο σ’ αυτήν τη διερώτηση, θέτοντας το ερώτημα κατά πόσο η δυτική ιστορία, γραμμένη ουσιαστικά μετά τον 19ο αιώνα, δεν είναι παρά η αντανάκλαση μιας ευρωκεντρικής αντίληψης του κόσμου που την οδήγησε να αγνοήσει ή να αποσιωπήσει άλλους πολιτισμούς. Που την οδήγησε, επίσης, να περιοδολογήσει την αρχαία και τη νεότερη ιστορία με τέτοιο τρόπο που οι εξελίξεις που ακολούθησαν να φαίνονται ως η μόνη δυνατή εξέλιξη της πρόοδου. Γραμμικότητα που δεν είναι άμοιρη μιας χιλιαστικής αισιοδοξίας την οποία ξαναβρίσκουμε στον μαρξισμό και τα διάφορα στάδι’α του.
Η ελληνική αρχαιότητα
Κεντρική θέση σ’ αυτήν την ανάγνωση έχει η ελληνική αρχαιότητα η οποία διαβάστηκε ως καταγωγή της Δημοκρατίας, της Ελευθερίας και του κράτους δικαίου. Η διαδρομή στη συνέχεια εμφανίζεται ως φυσική: φεουδαρχία, αναγέννηση, καπιταλισμός. Η κριτική του Goody σ’ αυτήν την ανάλυση είναι αμείλικτη, αφού τονίζει ότι η «αρχαιότητα» είχε και άλλες πολιτιστικές εκφάνσεις, ορισμένες παλαιότερες, από την ελληνική και το αλφάβητό της· είχε αναπτύξει το εμπόριο και τις συναλλαγές πριν από την Ελλάδα καθώς και τρόπους παραγωγής, όπως τον ασιατικό, που οπωσδήποτε ήταν μια εναλλακτική που επέζησε άλλων μορφών της αρχαίας οικονομίας. Οσο για την πρώτη «αστική» και «γεωργική επανάσταση» της εποχής του χαλκού, αυτές δεν συντελέστηκαν μόνο στην Ευρώπη αλλά, κυρίως, στην Εγγύς Ανατολή, στην Ινδία και την Κίνα, στην Ευρασία, και παρήγαγαν νέους τρόπους επικοινωνίας και παραγωγής.
Δίπλα στον Ομηρο και οι Διαθήκες, δίπλα στην αρχαιοελληνική τέχνη και οι τέχνες και, μάλιστα, οι τεχνολογίες των άλλων πολιτισμών του χαλκού. Επανεκτίμηση που περνά από την ανάγνωση των αρχαίων οικονομιών με τη σχετική κριτική που επιδέχονται οι απόψεις του Finley και του Polanyi: ότι δηλαδή δεν πρέπει να θεωρήσουμε τις οικονομίες της Μεσοποταμίας, αλλά και της αρχαιότητας, ως οικονομίες που περιορίζονταν στην αμοιβαιότητα και την ανακατανομή αποκλείοντας τον καπιταλισμό και το εμπόριο. Επανεκτίμηση που περνά, επίσης, από την ανάγνωση της πολιτικής και της δημοκρατίας στην αρχαιότητα, όταν ανιχνεύονται φυλετικές δημοκρατίες και εκτός Ελλάδας, στην πρώιμη Μεσοποταμία· αν διευρύνουμε την ανάλυση του πολιτικού με ανθρωπολογικούς όρους η «δημοκρατία» ανιχνεύεται και σε άλλα, μη ελληνικά, συστήματα.
Αντίφαση του συστήματος
Η ίδια η έννοια του λαού και της διαπραγμάτευσής του με μια εξουσία μπορεί να εντοπιστεί και σε άλλες ιστορίες, ενώ ακόμα και στην Αρχαία Ελλάδα μπορεί να διαβαστεί ως μια αντίφαση του συστήματος όταν η τυραννία επιβαλλόταν ύστερα από λαϊκή απαίτηση, παραβιάζοντας, έτσι, το αριστοκρατικό μονοπώλιο του Δήμου. Αρκετά για να υποστηριχθεί ότι η ίδια η έννοια της πόλης, δεν ήταν μόνο ελληνική και αργότερα, ευρωπαϊκή, όπως συνήθως πιστεύεται και υπερτονίζεται. Και ότι η αποκρυστάλλωση μιας θεωρίας περί «ασιατικού δεσποτισμού» ή «περί ασιατικής μοναδικότητας» ήταν εντέλει ευρωκεντρικές αναγνώσεις ενός κόσμου που η Δύση δεν μπορούσε να καταλάβει σε όλη του την ποικιλία. Οι αναγνώσεις του Βέμπερ και του Μαρξ, συνετέλεσαν στην ολοκλήρωση μιας αντίληψης περί Ανατολής όταν πιστεύεται, π.χ. ότι η Κίνα ήταν αποκλεισμένη από την εξέλιξη των ανθρωπίνων κοινωνιών (σ’ αυτήν την εξέλιξη συμμετείχε μόνο η Δύση). Επομένως και η ανάγνωση της δυτικής φεουδαρχίας, ως ενός μοναδικού συστήματος εξατομικευμένης οικονομίας που ουσιαστικά οδήγησε στον καπιταλισμό, (εδώ ο Goody διαβάζει μόνο τον Anderson) πρέπει να επανεκτιμηθεί. Αλλωστε η «φεουδαρχία» μπορεί να συμβαδίζει με τον δεσποτισμό αν κρίνουμε από την οθωμανική αυτοκρατορία και από ορισμένες περιόδους της κινεζικής ιστορίας και της «γραφειοκρατικής φεουδαρχίας» της.
Σ’ αυτήν την αλλαγή προοπτικής ανάγνωσης της ιστορίας που μετατοπίζει το παρατηρητήριο από τη Δύση σε μια άλλη θέση που επιτρέπει να ξαναδιαβαστούν οι άλλοι πολιτισμοί (ο κινεζικός, ο ισλαμικός και ο ινδικός), ο J. Goody αμφισβητεί την εγκυρότητα των θεωριών του Ν. Ελίας για την αντίληψη περί εξέλιξης του πολιτισμού στη Δύση, αφού τέτοιες «εξελίξεις» υπήρξαν και αλλού και μάλιστα με τη μορφή στην οποία τόσο επιμένει ο Ελίας: αυτήν του περιορισμού, του καταναγκασμού και του ελέγχου του ενστίκτου. Στην ίδια προοπτική διαβάζεται κριτικά και το έργο του Μπροντέλ για τη γέννηση του καπιταλισμού, που είναι αλήθεια επικεντρώνεται στο δυτικό χρηματοοικονομικό καπιταλισμό (αλλά αυτό ήταν τότε το αντικείμενό του).
Το βιβλίο αποτελεί ένα αλφαβητάρι για μια νέα ανάγνωση της (παγκόσμιας) ιστορίας χωρίς την αλαζονική αντίληψη ότι η Δύση αποτελεί την ολοκλήρωση του κόσμου. Οι ιστορικοί το είχαν διαισθανθεί από καιρό. Μήπως αυτό δεν είχε πει ήδη ο Μπροντέλ γράφοντας, ήδη το 1963: «Ο βιομηχανικός πολιτισμός που εξάγει η Δύση, δεν είναι παρά ένα από τα στοιχεία του δικού μας πολιτισμού […] παραμένει γεγονός ότι για πολύν καιρόν ακόμη θα υπάρχουν πολλοί πολιτισμοί, διαφορετικοί ο ένας από τον άλλον».
* Ο Ν. Ε. Καραπιδάκης είναι καθηγητής της Ιστορίας της Μεσαιωνικής Δύσης στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο, τ. διευθυντής των Γενικών Αρχείων του Κράτους.
No comments:
Post a Comment