Στον μουντό και μονότονο κόσμο της Μπέλα, ο έρωτας με τον Εντουαρντ φαντάζει στο εφηβικό μυαλό της ως μοναδική διέξοδος. Αν όμως ο Εντουαρντ είναι βρικόλακας, ελευθερία είναι στην πραγματικότητα ο θάνατος. Ο σύγχρονος Αντερσεν (όπως φαίνεται εκ πρώτης όψεως) της εφηβικής λογοτεχνίας ακούει στο όνομα Στέφενι Μέιερ. Υπογράφει, με τα τέσσερα βιβλία της εποποιίας του Λυκόφωτος [ Λυκόφως 2005, Νέα Σελήνη 2006, Εκλειψη 2007 (υπό έκδοση στα ελληνικά), Βreaking Dawn 2008], τον ιδανικό εφηβικό μύθο του έρωτα, του φόβου και της αποχής.
Ο χαρακτηρισμός «επιτυχία άνευ προηγουμένου» έχει ήδη αποδοθεί στην Τζ. Κ. Ρόουλινγκ, τη συγγραφέα του Χάρι Πότερ, και αυτή τη στιγμή τα 40 εκατομμύρια αντίτυπα που πούλησαν παγκοσμίως τα βιβλία του Λυκόφωτος της Στέφενι Μέιερ δεν συνιστούν ρεκόρ (μπροστά στα 400 εκατομμύρια που έχει επιτύχει η πρώτη). Ωστόσο είναι προφανές ότι βρισκόμαστε μπροστά σε ένα νέο (κοινωνικό, ιστορικό, εκδοτικό) φαινόμενο σε παγκόσμια κλίμακα.
Μια κυρία του σαλονιού
Τι ώθησε αυτή τη γυναίκα να εμπνευστεί τον σκοτεινό και ρομαντικό μύθο που σήμερα διαβάζεται σε 37 διαφορετικές γλώσσες; Γιατί η Αμερική διαβάζει με τόσο φανατισμό τα βιβλία της; (Τα τρία πρώτα της σειράς έχουν ξεπεράσει σε πωλήσεις τα 5,3 εκατομμύρια αντίτυπα, εκ των οποίων τα 4 εκατομμύρια πουλήθηκαν μέσα στο 2008.)
Η κοινότοπη ζωή της Μέιερ μάς προκαλεί να επανεξετάσουμε τον προσδιορισμό «συγγραφέας». Διότι ώσπου να εισχωρήσει στον φανταστικό κόσμο της λογοτεχνίας, στα 31 της χρόνια, το 2003, ο μόνος κόσμος που καταλάβαινε ήταν τα τρία της παιδιά, ο άνδρας της, ένας λογιστής ονόματι Κρίστιαν (τον οποίο παντρεύτηκε στα 21 της χρόνια) και το μεγάλο σπίτι τους στη μικρή πόλη Κέιβ Κρικ, έξω από το Φοίνιξ της Αμερικής. Εκεί πέρασε τα παιδικά της χρόνια, κόρη οικονομικού διευθυντή μεγάλης εταιρείας. Είναι οπαδός του μορμονισμού, δεν πίνει ποτά και καφέ (η μόνη «παρατυπία» της είναι η κόκα-κόλα), δεν βλέπει ακατάλληλα έργα. «Εχουμε την ελευθερία της επιλογής,πράγμα που είναι θείο δώρο.Οι εξαρτήσεις μάς στερούν αυτή την ελευθερία» έχει δηλώσει στον ξένο Τύπο.
Ωστόσο, παρ΄ ότι η καθημερινότητά της οργανώνεται γύρω από την αποχή και την πειθαρχία, τα μυθιστορήματά της είναι χείμαρροι που μιλάνε για την ανθρώπινη αδυναμία και δύναμη μπροστά στον πειρασμό, για τη μικρότητα και το μεγαλείο της ανθρώπινης φύσης, για την αμφισημία του συναισθήματος. Μακράν τού να είναι αποστειρωμένοι όπως η ίδια, οι ήρωές της είναι ίσως πολύ πιο σφαιρικοί (και συνάμα αμφίθυμοι) από τους μικρούς μάγους της Ρόουλινγκ: μέσα από τα διλήμματα, τους φόβους και τα πάθη τους, ο (έφηβος αλλά και ο ενήλικος) αναγνώστης γνωρίζει περισσότερο τον εαυτό του. Και η ίδια, αρνούμενη τις υψηλές αξιώσεις, παρατηρεί: «Δεν πιστεύω ότι είμαι συγγραφέας.Είμαι παραμυθού.Οι λέξεις που χρησιμοποιώ δεν είναι πάντα οι πιο σωστές».
Ο ερωτισμός της αποχής
Το παράδοξο λοιπόν είναι ότι ο παρωχημένος, φοβικός, κλειστός μορμονισμός της έχει τροφοδοτήσει γόνιμα την έμπνευσή της. Η όμορφη έφηβη Μπέλα μετακομίζει από το Φοίνιξ σε μια γκρίζα κωμόπολη της Πολιτείας Ουάσιγκτον. Στο καινούργιο της σχολείο γνωρίζει και γοητεύεται από την απόκοσμη τελειότητα του βρικόλακα Εντουαρντ Κάλεν, ο οποίος από το 1918 παραμένει 17 ετών. Εχει υπερφυσικές ικανότητες και με το φως της ημέρας το δέρμα του δεν καίγεται: αστράφτει. Οι Κάλεν είναι μια οικογένεια βρικολάκων που για λόγους ηθικής έχουν απαρνηθεί το ανθρώπινο αίμα και τρέφονται μόνο από το αίμα των άγριων ζώων. Από την πρώτη στιγμή οι δύο έφηβοι πλημμυρίζουν από μιαν ακαταμάχητη έλξη, αλλά εκείνος διψάει και για κάτι παραπάνω: το αίμα της. Η Μπέλα δεν είναι μια ανέμελη έφηβη: κλαίει με λυγμούς, βλέπει εφιάλτες, βιώνει όλη την υπαρξιακή μεταμόρφωσή της με το πετσί της.
Ολη η δύναμη της τετραλογίας του Λυκόφωτος συνίσταται στο παιχνίδι με τον κίνδυνο, στη δύναμη του να μην υποκύπτεις. Ο έρωτας είναι γοητευτικός αλλά και θανατηφόρος. Η συναισθηματική φόρτιση στα βιβλία της Μέιερ προέρχεται από την παρατεταμένη, αφύσικη προσπάθεια δύο εφήβων να μην ενδώσουν στον έρωτά τους. Δεν υπάρχει σεξ ανάμεσά τους, αλλά ο υποφώσκων ερωτισμός γίνεται πιο οξύς όταν προσπαθείς να του αντισταθείς- πιο τυραννικός, ίσως και πιο βίαιος: Υπάρχει μια στιγμή στο Λυκόφως όπου ο Εντουαρντ πλησιάζει τον λαιμό της Μπέλα για να τη μυρίσει. Θα της σκίσει τον λαιμό; Θα την αφήσει άθικτη; Παραμένουμε μέχρι τέλους σε αυτό το τεντωμένο σκοινί. Η επιφάνεια λοιπόν μοιάζει αγνή, σαν καθαρό διαμάντι, αλλά στο βάθος όλα έχουν την υφή της αμαρτίας. Ο κόσμος της Μέιερ αντανακλά με κρυστάλλινο τρόπο την απατηλή επιφάνεια των πραγμάτων. « Ο,τι αδιέξοδο ή δίλημμα και αν αντιμετωπίζεις,πάντα στη ζωή υπάρχει η επιλογή ενός διαφορετικού δρόμου» παρατηρεί η ίδια. «Το ότι αντιστέκομαι στο κρασίδεν σημαίνει ότι δεν μπορώ να εκτιμήσω ένα μπουκέτο τριαντάφυλλα».
Η λαϊκή απήχηση
Δεν είναι τυχαίο ότι σημείο αναφοράς για τη συγγραφέα είναι το απόλυτο γοτθικό μυθιστόρημα του ανεκπλήρωτου έρωτα: τα Ανεμοδαρμένα Υψη της Εμιλι Μπροντέ. Ούτε ότι το Λυκόφως ήδη μεταφέρθηκε στη μεγάλη οθόνη από την Κάθριν Χάρντγουικ- το πρώτο από τα τρία έργα που θα ακολουθήσουν- έχοντας κόψει μόνο στην Ελλάδα πάνω από 250.000 εισιτήρια από την αρχή του χρόνου. Στην Αμερική υπάρχουν αναγνώστες που ντύνονται όπως οι χαρακτήρες των βιβλίων της και συστάθηκαν ακόμη και ροκ μπάντες προς τιμήν τους. Υπάρχουν αναγνώστες που σκανδαλίζονται από τη θεματική των βιβλίων της και προτείνουν την καύση των αντιτύπων του Βreaking Dawn, του τελευταίου τόμου της σειράς. Την πρώτη ημέρα στα βιβλιοπωλεία των ΗΠΑ πούλησε 1,3 εκατομμύρια αντίτυπα. Οταν υπογράφει βιβλία στα βιβλιοπωλεία, μαζεύει περίπου 3.000 θαυμαστές. Η Εκλειψη εκτόπισε για λίγο τον Χάρι Πότερ σε μερικές λίστες ευπωλήτων στην Αμερική. Τα τρία πρώτα βιβλία της εποποιίας έχουν καταλάβει πρώτες θέσεις στις λίστες των δέκα εμπορικότερων βιβλίων όλων των εποχών, ανάμεσα στις οποίες και των «Νew Υork Τimes».
Οι αντιστοιχίες ανάμεσα στην Τζ. Κ. Ρόουλινγκ και στη Στέφενι Μέιερ είναι προφανείς: Αγγλίδα η πρώτη, Αμερικανίδα η δεύτερη, μητέρες με καμία προηγούμενη εμπειρία στη λογοτεχνία. Και οι δύο έχουν πείσει εκατομμύρια παιδιά να διαβάζουν βιβλία 500 σελίδων. Και οι δύο δημιουργούν πρωτότυπους φανταστικούς κόσμους κατά το πρότυπο των κλασικών παραμυθιών. Αλλά αν η Μέιερ χρωματίζει τα παραμύθια της με τα φοβερά στοιχεία του έρωτα και του θανάτου, η γλώσσα της δεν φθάνει στην εκλέπτυνση ενός Αντερσεν. Η Μέιερ εξήγησε την επιτυχία της ως εξής: «Το ίδιο πράγμα γοητεύει και εμένα και τον Σαίξπηρ:Τοποθετείς τους χαρακτήρες σου σε συνθήκες που δεν έχουν καμία σχέση με την πραγματικότητα και εκεί δρουν όπως θα δρούσε ο καθένας.Αυτό είναι ο άνθρωπος». Βλάσφημη ή αφελής η αναλογία της; Ισως τελικά αυτή η όμορφη αφέλεια (που πιθανότατα οδήγησε ορισμένους κριτικούς της λογοτεχνίας να απορρίψουν τη λογοτεχνική της οντότητα) να εξηγεί τη λαϊκή της απήχηση.
Ο χαρακτηρισμός «επιτυχία άνευ προηγουμένου» έχει ήδη αποδοθεί στην Τζ. Κ. Ρόουλινγκ, τη συγγραφέα του Χάρι Πότερ, και αυτή τη στιγμή τα 40 εκατομμύρια αντίτυπα που πούλησαν παγκοσμίως τα βιβλία του Λυκόφωτος της Στέφενι Μέιερ δεν συνιστούν ρεκόρ (μπροστά στα 400 εκατομμύρια που έχει επιτύχει η πρώτη). Ωστόσο είναι προφανές ότι βρισκόμαστε μπροστά σε ένα νέο (κοινωνικό, ιστορικό, εκδοτικό) φαινόμενο σε παγκόσμια κλίμακα.
Μια κυρία του σαλονιού
Τι ώθησε αυτή τη γυναίκα να εμπνευστεί τον σκοτεινό και ρομαντικό μύθο που σήμερα διαβάζεται σε 37 διαφορετικές γλώσσες; Γιατί η Αμερική διαβάζει με τόσο φανατισμό τα βιβλία της; (Τα τρία πρώτα της σειράς έχουν ξεπεράσει σε πωλήσεις τα 5,3 εκατομμύρια αντίτυπα, εκ των οποίων τα 4 εκατομμύρια πουλήθηκαν μέσα στο 2008.)
Η κοινότοπη ζωή της Μέιερ μάς προκαλεί να επανεξετάσουμε τον προσδιορισμό «συγγραφέας». Διότι ώσπου να εισχωρήσει στον φανταστικό κόσμο της λογοτεχνίας, στα 31 της χρόνια, το 2003, ο μόνος κόσμος που καταλάβαινε ήταν τα τρία της παιδιά, ο άνδρας της, ένας λογιστής ονόματι Κρίστιαν (τον οποίο παντρεύτηκε στα 21 της χρόνια) και το μεγάλο σπίτι τους στη μικρή πόλη Κέιβ Κρικ, έξω από το Φοίνιξ της Αμερικής. Εκεί πέρασε τα παιδικά της χρόνια, κόρη οικονομικού διευθυντή μεγάλης εταιρείας. Είναι οπαδός του μορμονισμού, δεν πίνει ποτά και καφέ (η μόνη «παρατυπία» της είναι η κόκα-κόλα), δεν βλέπει ακατάλληλα έργα. «Εχουμε την ελευθερία της επιλογής,πράγμα που είναι θείο δώρο.Οι εξαρτήσεις μάς στερούν αυτή την ελευθερία» έχει δηλώσει στον ξένο Τύπο.
Ωστόσο, παρ΄ ότι η καθημερινότητά της οργανώνεται γύρω από την αποχή και την πειθαρχία, τα μυθιστορήματά της είναι χείμαρροι που μιλάνε για την ανθρώπινη αδυναμία και δύναμη μπροστά στον πειρασμό, για τη μικρότητα και το μεγαλείο της ανθρώπινης φύσης, για την αμφισημία του συναισθήματος. Μακράν τού να είναι αποστειρωμένοι όπως η ίδια, οι ήρωές της είναι ίσως πολύ πιο σφαιρικοί (και συνάμα αμφίθυμοι) από τους μικρούς μάγους της Ρόουλινγκ: μέσα από τα διλήμματα, τους φόβους και τα πάθη τους, ο (έφηβος αλλά και ο ενήλικος) αναγνώστης γνωρίζει περισσότερο τον εαυτό του. Και η ίδια, αρνούμενη τις υψηλές αξιώσεις, παρατηρεί: «Δεν πιστεύω ότι είμαι συγγραφέας.Είμαι παραμυθού.Οι λέξεις που χρησιμοποιώ δεν είναι πάντα οι πιο σωστές».
Ο ερωτισμός της αποχής
Το παράδοξο λοιπόν είναι ότι ο παρωχημένος, φοβικός, κλειστός μορμονισμός της έχει τροφοδοτήσει γόνιμα την έμπνευσή της. Η όμορφη έφηβη Μπέλα μετακομίζει από το Φοίνιξ σε μια γκρίζα κωμόπολη της Πολιτείας Ουάσιγκτον. Στο καινούργιο της σχολείο γνωρίζει και γοητεύεται από την απόκοσμη τελειότητα του βρικόλακα Εντουαρντ Κάλεν, ο οποίος από το 1918 παραμένει 17 ετών. Εχει υπερφυσικές ικανότητες και με το φως της ημέρας το δέρμα του δεν καίγεται: αστράφτει. Οι Κάλεν είναι μια οικογένεια βρικολάκων που για λόγους ηθικής έχουν απαρνηθεί το ανθρώπινο αίμα και τρέφονται μόνο από το αίμα των άγριων ζώων. Από την πρώτη στιγμή οι δύο έφηβοι πλημμυρίζουν από μιαν ακαταμάχητη έλξη, αλλά εκείνος διψάει και για κάτι παραπάνω: το αίμα της. Η Μπέλα δεν είναι μια ανέμελη έφηβη: κλαίει με λυγμούς, βλέπει εφιάλτες, βιώνει όλη την υπαρξιακή μεταμόρφωσή της με το πετσί της.
Ολη η δύναμη της τετραλογίας του Λυκόφωτος συνίσταται στο παιχνίδι με τον κίνδυνο, στη δύναμη του να μην υποκύπτεις. Ο έρωτας είναι γοητευτικός αλλά και θανατηφόρος. Η συναισθηματική φόρτιση στα βιβλία της Μέιερ προέρχεται από την παρατεταμένη, αφύσικη προσπάθεια δύο εφήβων να μην ενδώσουν στον έρωτά τους. Δεν υπάρχει σεξ ανάμεσά τους, αλλά ο υποφώσκων ερωτισμός γίνεται πιο οξύς όταν προσπαθείς να του αντισταθείς- πιο τυραννικός, ίσως και πιο βίαιος: Υπάρχει μια στιγμή στο Λυκόφως όπου ο Εντουαρντ πλησιάζει τον λαιμό της Μπέλα για να τη μυρίσει. Θα της σκίσει τον λαιμό; Θα την αφήσει άθικτη; Παραμένουμε μέχρι τέλους σε αυτό το τεντωμένο σκοινί. Η επιφάνεια λοιπόν μοιάζει αγνή, σαν καθαρό διαμάντι, αλλά στο βάθος όλα έχουν την υφή της αμαρτίας. Ο κόσμος της Μέιερ αντανακλά με κρυστάλλινο τρόπο την απατηλή επιφάνεια των πραγμάτων. « Ο,τι αδιέξοδο ή δίλημμα και αν αντιμετωπίζεις,πάντα στη ζωή υπάρχει η επιλογή ενός διαφορετικού δρόμου» παρατηρεί η ίδια. «Το ότι αντιστέκομαι στο κρασίδεν σημαίνει ότι δεν μπορώ να εκτιμήσω ένα μπουκέτο τριαντάφυλλα».
Η λαϊκή απήχηση
Δεν είναι τυχαίο ότι σημείο αναφοράς για τη συγγραφέα είναι το απόλυτο γοτθικό μυθιστόρημα του ανεκπλήρωτου έρωτα: τα Ανεμοδαρμένα Υψη της Εμιλι Μπροντέ. Ούτε ότι το Λυκόφως ήδη μεταφέρθηκε στη μεγάλη οθόνη από την Κάθριν Χάρντγουικ- το πρώτο από τα τρία έργα που θα ακολουθήσουν- έχοντας κόψει μόνο στην Ελλάδα πάνω από 250.000 εισιτήρια από την αρχή του χρόνου. Στην Αμερική υπάρχουν αναγνώστες που ντύνονται όπως οι χαρακτήρες των βιβλίων της και συστάθηκαν ακόμη και ροκ μπάντες προς τιμήν τους. Υπάρχουν αναγνώστες που σκανδαλίζονται από τη θεματική των βιβλίων της και προτείνουν την καύση των αντιτύπων του Βreaking Dawn, του τελευταίου τόμου της σειράς. Την πρώτη ημέρα στα βιβλιοπωλεία των ΗΠΑ πούλησε 1,3 εκατομμύρια αντίτυπα. Οταν υπογράφει βιβλία στα βιβλιοπωλεία, μαζεύει περίπου 3.000 θαυμαστές. Η Εκλειψη εκτόπισε για λίγο τον Χάρι Πότερ σε μερικές λίστες ευπωλήτων στην Αμερική. Τα τρία πρώτα βιβλία της εποποιίας έχουν καταλάβει πρώτες θέσεις στις λίστες των δέκα εμπορικότερων βιβλίων όλων των εποχών, ανάμεσα στις οποίες και των «Νew Υork Τimes».
Οι αντιστοιχίες ανάμεσα στην Τζ. Κ. Ρόουλινγκ και στη Στέφενι Μέιερ είναι προφανείς: Αγγλίδα η πρώτη, Αμερικανίδα η δεύτερη, μητέρες με καμία προηγούμενη εμπειρία στη λογοτεχνία. Και οι δύο έχουν πείσει εκατομμύρια παιδιά να διαβάζουν βιβλία 500 σελίδων. Και οι δύο δημιουργούν πρωτότυπους φανταστικούς κόσμους κατά το πρότυπο των κλασικών παραμυθιών. Αλλά αν η Μέιερ χρωματίζει τα παραμύθια της με τα φοβερά στοιχεία του έρωτα και του θανάτου, η γλώσσα της δεν φθάνει στην εκλέπτυνση ενός Αντερσεν. Η Μέιερ εξήγησε την επιτυχία της ως εξής: «Το ίδιο πράγμα γοητεύει και εμένα και τον Σαίξπηρ:Τοποθετείς τους χαρακτήρες σου σε συνθήκες που δεν έχουν καμία σχέση με την πραγματικότητα και εκεί δρουν όπως θα δρούσε ο καθένας.Αυτό είναι ο άνθρωπος». Βλάσφημη ή αφελής η αναλογία της; Ισως τελικά αυτή η όμορφη αφέλεια (που πιθανότατα οδήγησε ορισμένους κριτικούς της λογοτεχνίας να απορρίψουν τη λογοτεχνική της οντότητα) να εξηγεί τη λαϊκή της απήχηση.
No comments:
Post a Comment