Τους ρωτάμε, αναφερόμαστε σ' αυτούς αλλά τους ζητάμε να μην προτείνουν κανένα φάρμακο
Με το νέο του βιβλίο-δοκίμιο «Ο χειραφετημένος θεατής», ο Γάλλος φιλόσοφος Ζακ Ρανσιέρ καταθέτει τη σκέψη του πάνω στη σύγχρονη τέχνη και επαναπροσδιορίζει την πολιτική κριτική. Γνωστός στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό από το βιβλίο του «Ο αδαής δάσκαλος» (εκδόσεις Νήσος), ο Ρανσιέρ επαναξιολογεί την πνευματική ικανότητα του καθενός και αποδομεί τα στερεότυπα περί «κριτικής αξίας της τέχνης», «χρησιμότητας των διανοούμενων» κ.λπ.
«Υπήρξε μια εποχή όπου η τέχνη έφερε σαφώς ένα πολιτικό μήνυμα και η κριτική αναζητούσε την αποκάλυψη αυτού του μηνύματος στα έργα», λέει ο φιλόσοφος σε συνέντευξή του σε γαλλικό περιοδικό.
«Αναφέρομαι στην εποχή του Μπέρτολντ Μπρεχτ, παραδείγματος χάριν, όπου το θέατρο κατήγγελλε ρητά τις κοινωνικές αντιφάσεις και τη δύναμη του κεφαλαίου, ή στις δεκαετίες του '60 και '70 όταν αναπτύχθηκε η καταγγελία της κοινωνίας του θεάματος, με τον Γκι Ντεμπόρ. Πιστεύαμε τότε πως δείχνοντας ορισμένες εικόνες της εξουσίας -παραδείγματος χάριν, ένα σωρό εμπορευμάτων ή κάποιες στάρλετ στις παραλίες των Κανών- ο θεατής θα συνειδητοποιούσε το κυρίαρχο σύστημα και συγχρόνως θα αισθανόταν την επιθυμία να αγωνιστεί ενάντια σε αυτό. Κατά την άποψή μου, αυτή η παράδοση της κριτικής τέχνης εδώ και 25 ή 30 χρόνια πνέει τα λοίσθια».
Σε τι χρησιμεύει η κριτική τέχνη σήμερα;
«Για ορισμένους -όπως και ο Μποντριγιάρ- τα πάντα είναι πρόσχημα και δεν υπάρχει τίποτε "να σωθεί". Αναγγέλλουν την αποτυχία και το τέλος της καταγγελίας των προσχημάτων πάνω στο οποίο στηριζόταν η κριτική τέχνη. Δεν συμφωνώ με τις αναλύσεις τους. Δεν πιστεύω πως όλα είναι προσχήματα, "οθόνη" ή "επικοινωνία". Αντιθέτως παραμένω πεισμένος πως οι μορφές εξουσίας είναι το ίδιο σταθερές σήμερα όσο και χθες, αλλά το σύστημα με το οποίο εξηγούμε τον κόσμο έχει χάσει τη φερεγγυότητά του».
Είναι ακόμη δυνατή μια κριτική τέχνη;
«Ναι, με την προϋπόθεση να ανατρέψουμε τα στερεότυπα και να αλλάξουμε τη διανομή των ρόλων. Θυμηθείτε, παραδείγματος χάριν, την κάπως προβοκατόρικη φράση του Γκοντάρ που έλεγε πως το έπος ταιριάζει στο Ισραήλ και το ντοκιμαντέρ στην Παλαιστίνη. Τι ήθελε να πει ο Γκοντάρ; Πως η μυθοπλασία είναι πολυτέλεια και πως το μόνο που μένει στους φτωχούς, στα θύματα, είναι να δείχνεις την πραγματικότητα, την απελπισία τους. Η πραγματική κριτική τέχνη οφείλει να μετατοπίζει αυτή τη διαφορά. Ορισμένοι καλλιτέχνες έχουν αρχίσει να το εφαρμόζουν. Η ταινία "Βαλς με τον Μπασίρ", με κινούμενα σχέδια, ανατρέπει τη μορφή του ντοκιμαντέρ. Και ο Πέντρο Κόστα γυρίζει ταινίες με μετανάστες και ναρκομανείς στις παραγκουπόλεις της Λισαβόνας δίνοντάς τους την ευκαιρία να κατασκευάσουν μια γλώσσα στο ύψος του πεπρωμένου τους».
Λέγεται πως βυθιζόμαστε συνεχώς σε μια θάλασσα εικόνων, πολύ συχνά βίαιων...
«Δεν ανησυχώ καθόλου για αυτό. Οταν παρακολουθώ τηλεόραση, κυρίως δελτία ειδήσεων, βλέπω πολλούς ανθρώπους να μιλούν και ελάχιστες εικόνες της πραγματικότητας. Υπάρχει μια πασαρέλα ειδικών, ανθρώπων που έρχονται να μας πουν τι πρέπει να σκεφτόμαστε από τις ελάχιστες εικόνες που μας δείχνουν! Και τι μας λένε οι ειδικοί; Περίπου το εξής: "Υπάρχουν πάρα πολλές ανεπίτρεπτες εικόνες, θα σας δείξουμε ένα μικρό μέρος από αυτές και κυρίως θα σας τις εξηγήσουμε". Γιατί θεωρούν πως η δυστυχία των θυμάτων είναι το ότι δεν καταλαβαίνουν τι τους συμβαίνει ! "Και η δική σας δυστυχία, τηλεθεατές μας, είναι πως ούτε εσείς καταλαβαίνετε. Ευτυχώς είμαστε εμείς εδώ για να σας εξηγήσουμε τα πάντα"».
Ποιος είναι ο ρόλος των διανοούμενων σε αυτό το θέμα;
«Η θέση των διανοούμενων δεν είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα στη γαλλική κοινωνία. Μετά τα γεγονότα του Μάη του '68, οι κυβερνήσεις αντιλήφθηκαν πως τα εργαλεία κατανόησης της κοινωνίας δεν ήταν προσαρμοσμένα στη νέα κατάσταση. Αρχίσαμε λοιπόν τότε να δίνουμε σημασία σε έναν "συμπτωματικό" λόγο διανοούμενων: οι διανοούμενοι έγιναν ειδικοί των συμπτωμάτων, γιατροί που κάνουν διαγνώσεις, που παριστάνουν τους μάγους, αλλά που δεν θεραπεύουν. Τους ρωτάμε, αναφερόμαστε σε αυτούς, αλλά τους παρακαλούμε να μην προτείνουν κανένα φάρμακο! Βρίσκονται εκεί για να πουν πως η κοινωνία είναι άρρωστη... και να το επαναλαμβάνουν συνεχώς, επικαλούμενοι όλους τους κοινούς τόπους μέσα από τους οποίους εδώ και πολύ καιρό η ελίτ αναγγέλλει την ασθένεια των σύγχρονών της...».
Απέναντι στους λόγους που εκφωνούν οι «ειδικοί» και οι διανοούμενοι, σε τι βοηθά η φιλοσοφία;
«Εξαρτάται από το τι εννοούμε φιλοσοφία. Η αντίληψη και η πρακτική μου, σε κάθε περίπτωση, εναντιώνονται εντελώς στην ιδέα πως η φιλοσοφία πρέπει να κάνει διαγνώσεις. Η φιλοσοφία είναι μια δραστηριότητα που μεταθέτει ικανότητες και σύνορα: αμφισβητεί τη γνώση των κυβερνώντων, των κοινωνιολόγων, των δημοσιογράφων και προσπαθεί να διασχίσει άγνωστα πεδία, μακριά από "ειδικούς". Γιατί αυτές οι "ικανότητες" απορρίπτουν εκείνους που θα λέγαμε "ανίκανους", ενώ η φιλοσοφία επιθυμεί να αναδείξει την ικανότητα σκέψης του καθενός. Σκοπός της είναι να βγει από αυτήν την παλαιά παράδοση των διανοούμενων, η οποία θέλει να εξηγεί "σε αυτούς που δεν καταλαβαίνουν" και να αναδείξει τις πνευματικές ικανότητες που έχουν όλοι».
Κατακλυζόμαστε επίσης τον τελευταίο καιρό από διαγνώσεις σχετικά με την κρίση. Μπορούμε να μιλήσουμε για αυτή με διαφορετικό τρόπο;
«Δεν μου αρέσουν οι διατριβές περί κρίσεως. Οχι μόνο έχει γίνει ένα παγκόσμιο κόνσεπτ: "η δημοκρατία βρίσκεται σε κρίση", "η τέχνη είναι σε κρίση" κ.λπ.-, αλλά ερμηνεύουν και κάθε κατάσταση με ιατρικό τρόπο. Αν μιλήσουμε για την κρίση των παρισινών προαστίων, παραδείγματος χάριν, προσδιορίζουμε ήδη μια "προβληματική ομάδα ανθρώπων", η οποία αποτελεί αντικείμενο φόβου και αφορμή για μια μελέτη κοινωνικής και πνευματικής ιατρικής. Δεν υπάρχει κρίση δημοκρατίας, αλλά έλλειμμα δημοκρατίας και δεν είναι το ίδιο πράγμα! Πρέπει να εγκαταλείψουμε αυτές τις εξηγήσεις και να αναδείξουμε παντού αυτό που μας εμπνέει ως νέο τρόπο ζωής, δημιουργίας, διαλόγου».
«Αναφέρομαι στην εποχή του Μπέρτολντ Μπρεχτ, παραδείγματος χάριν, όπου το θέατρο κατήγγελλε ρητά τις κοινωνικές αντιφάσεις και τη δύναμη του κεφαλαίου, ή στις δεκαετίες του '60 και '70 όταν αναπτύχθηκε η καταγγελία της κοινωνίας του θεάματος, με τον Γκι Ντεμπόρ. Πιστεύαμε τότε πως δείχνοντας ορισμένες εικόνες της εξουσίας -παραδείγματος χάριν, ένα σωρό εμπορευμάτων ή κάποιες στάρλετ στις παραλίες των Κανών- ο θεατής θα συνειδητοποιούσε το κυρίαρχο σύστημα και συγχρόνως θα αισθανόταν την επιθυμία να αγωνιστεί ενάντια σε αυτό. Κατά την άποψή μου, αυτή η παράδοση της κριτικής τέχνης εδώ και 25 ή 30 χρόνια πνέει τα λοίσθια».
«Για ορισμένους -όπως και ο Μποντριγιάρ- τα πάντα είναι πρόσχημα και δεν υπάρχει τίποτε "να σωθεί". Αναγγέλλουν την αποτυχία και το τέλος της καταγγελίας των προσχημάτων πάνω στο οποίο στηριζόταν η κριτική τέχνη. Δεν συμφωνώ με τις αναλύσεις τους. Δεν πιστεύω πως όλα είναι προσχήματα, "οθόνη" ή "επικοινωνία". Αντιθέτως παραμένω πεισμένος πως οι μορφές εξουσίας είναι το ίδιο σταθερές σήμερα όσο και χθες, αλλά το σύστημα με το οποίο εξηγούμε τον κόσμο έχει χάσει τη φερεγγυότητά του».
Είναι ακόμη δυνατή μια κριτική τέχνη;
«Ναι, με την προϋπόθεση να ανατρέψουμε τα στερεότυπα και να αλλάξουμε τη διανομή των ρόλων. Θυμηθείτε, παραδείγματος χάριν, την κάπως προβοκατόρικη φράση του Γκοντάρ που έλεγε πως το έπος ταιριάζει στο Ισραήλ και το ντοκιμαντέρ στην Παλαιστίνη. Τι ήθελε να πει ο Γκοντάρ; Πως η μυθοπλασία είναι πολυτέλεια και πως το μόνο που μένει στους φτωχούς, στα θύματα, είναι να δείχνεις την πραγματικότητα, την απελπισία τους. Η πραγματική κριτική τέχνη οφείλει να μετατοπίζει αυτή τη διαφορά. Ορισμένοι καλλιτέχνες έχουν αρχίσει να το εφαρμόζουν. Η ταινία "Βαλς με τον Μπασίρ", με κινούμενα σχέδια, ανατρέπει τη μορφή του ντοκιμαντέρ. Και ο Πέντρο Κόστα γυρίζει ταινίες με μετανάστες και ναρκομανείς στις παραγκουπόλεις της Λισαβόνας δίνοντάς τους την ευκαιρία να κατασκευάσουν μια γλώσσα στο ύψος του πεπρωμένου τους».
Λέγεται πως βυθιζόμαστε συνεχώς σε μια θάλασσα εικόνων, πολύ συχνά βίαιων...
«Δεν ανησυχώ καθόλου για αυτό. Οταν παρακολουθώ τηλεόραση, κυρίως δελτία ειδήσεων, βλέπω πολλούς ανθρώπους να μιλούν και ελάχιστες εικόνες της πραγματικότητας. Υπάρχει μια πασαρέλα ειδικών, ανθρώπων που έρχονται να μας πουν τι πρέπει να σκεφτόμαστε από τις ελάχιστες εικόνες που μας δείχνουν! Και τι μας λένε οι ειδικοί; Περίπου το εξής: "Υπάρχουν πάρα πολλές ανεπίτρεπτες εικόνες, θα σας δείξουμε ένα μικρό μέρος από αυτές και κυρίως θα σας τις εξηγήσουμε". Γιατί θεωρούν πως η δυστυχία των θυμάτων είναι το ότι δεν καταλαβαίνουν τι τους συμβαίνει ! "Και η δική σας δυστυχία, τηλεθεατές μας, είναι πως ούτε εσείς καταλαβαίνετε. Ευτυχώς είμαστε εμείς εδώ για να σας εξηγήσουμε τα πάντα"».
Ποιος είναι ο ρόλος των διανοούμενων σε αυτό το θέμα;
«Η θέση των διανοούμενων δεν είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα στη γαλλική κοινωνία. Μετά τα γεγονότα του Μάη του '68, οι κυβερνήσεις αντιλήφθηκαν πως τα εργαλεία κατανόησης της κοινωνίας δεν ήταν προσαρμοσμένα στη νέα κατάσταση. Αρχίσαμε λοιπόν τότε να δίνουμε σημασία σε έναν "συμπτωματικό" λόγο διανοούμενων: οι διανοούμενοι έγιναν ειδικοί των συμπτωμάτων, γιατροί που κάνουν διαγνώσεις, που παριστάνουν τους μάγους, αλλά που δεν θεραπεύουν. Τους ρωτάμε, αναφερόμαστε σε αυτούς, αλλά τους παρακαλούμε να μην προτείνουν κανένα φάρμακο! Βρίσκονται εκεί για να πουν πως η κοινωνία είναι άρρωστη... και να το επαναλαμβάνουν συνεχώς, επικαλούμενοι όλους τους κοινούς τόπους μέσα από τους οποίους εδώ και πολύ καιρό η ελίτ αναγγέλλει την ασθένεια των σύγχρονών της...».
Απέναντι στους λόγους που εκφωνούν οι «ειδικοί» και οι διανοούμενοι, σε τι βοηθά η φιλοσοφία;
«Εξαρτάται από το τι εννοούμε φιλοσοφία. Η αντίληψη και η πρακτική μου, σε κάθε περίπτωση, εναντιώνονται εντελώς στην ιδέα πως η φιλοσοφία πρέπει να κάνει διαγνώσεις. Η φιλοσοφία είναι μια δραστηριότητα που μεταθέτει ικανότητες και σύνορα: αμφισβητεί τη γνώση των κυβερνώντων, των κοινωνιολόγων, των δημοσιογράφων και προσπαθεί να διασχίσει άγνωστα πεδία, μακριά από "ειδικούς". Γιατί αυτές οι "ικανότητες" απορρίπτουν εκείνους που θα λέγαμε "ανίκανους", ενώ η φιλοσοφία επιθυμεί να αναδείξει την ικανότητα σκέψης του καθενός. Σκοπός της είναι να βγει από αυτήν την παλαιά παράδοση των διανοούμενων, η οποία θέλει να εξηγεί "σε αυτούς που δεν καταλαβαίνουν" και να αναδείξει τις πνευματικές ικανότητες που έχουν όλοι».
Κατακλυζόμαστε επίσης τον τελευταίο καιρό από διαγνώσεις σχετικά με την κρίση. Μπορούμε να μιλήσουμε για αυτή με διαφορετικό τρόπο;
«Δεν μου αρέσουν οι διατριβές περί κρίσεως. Οχι μόνο έχει γίνει ένα παγκόσμιο κόνσεπτ: "η δημοκρατία βρίσκεται σε κρίση", "η τέχνη είναι σε κρίση" κ.λπ.-, αλλά ερμηνεύουν και κάθε κατάσταση με ιατρικό τρόπο. Αν μιλήσουμε για την κρίση των παρισινών προαστίων, παραδείγματος χάριν, προσδιορίζουμε ήδη μια "προβληματική ομάδα ανθρώπων", η οποία αποτελεί αντικείμενο φόβου και αφορμή για μια μελέτη κοινωνικής και πνευματικής ιατρικής. Δεν υπάρχει κρίση δημοκρατίας, αλλά έλλειμμα δημοκρατίας και δεν είναι το ίδιο πράγμα! Πρέπει να εγκαταλείψουμε αυτές τις εξηγήσεις και να αναδείξουμε παντού αυτό που μας εμπνέει ως νέο τρόπο ζωής, δημιουργίας, διαλόγου».
No comments:
Post a Comment