Saturday, August 30, 2008

Υπάρχουν πόρτες για να μπεις σε μια ιστορία



ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΜΙΣΕΛ ΦΑΪΣ

Σαράντα συγγραφείς (ποιητές και πεζογράφοι) ανοίγουν σε κοινή θέα το εργαστήρι της γραφής τους - το συναρπαστικό σημείο όπου διασταυρώνονται η περιπέτεια της γραφής και η γραφή της περιπέτειας. Σαράντα άνθρωποι που μοχθούν μπροστά στη λευκή σελίδα, μιλούν για τα μυστικά και τα ψέματα του εαυτού και των λέξεων, του κόσμου και της αναπαράστασής του. Παλαιότερα και νεότερα πρόσωπα της λογοτεχνίας αναπνέουν τη φλούδα αλλά και την ψίχα του κειμένου, εναλλάσσουν τις μάσκες του λογοτεχνικού ήρωα, του κριτικού και του αναγνώστη, αποκαλύπτουν τη βάσανο που υποσκάπτει την απόλαυση του γραφιά - εντέλει αφηγούνται την ιστορία που αρνείται να γίνει ιστορία.

Η βασική ιδέα μπορεί να προέλθει από μια φράση, μια εικόνα, οτιδήποτε, αρκεί να μου χτυπάει μια χορδή υποσυνείδητη. Μετά χτίζω σιγά σιγά την ιστορία μου, ενώ παράλληλα στοχάζομαι πάνω στο θέμα της. Η διαδικασία αρχίζει τη στιγμή της έμπνευσης, για να συνεχιστεί όχι μόνο κατά τη διάρκεια της συγγραφής, αλλά ακόμη και μετά τη δημοσίευση ενός γραπτού. Θα έλεγε κανείς, επ' άπειρον.

Μυθιστόρημα, νουβέλα ή διήγημα; Ποια έκταση και ποια μορφή ταιριάζει καλύτερα στην ιστορία μου; Αλλά και τι ταιριάζει καλύτερα σ' εμένα τον ίδιο; Ιδίως την αφηγηματική ιδιοσυγκρασία μου υποπτεύομαι ότι μια ζωή ολόκληρη δεν φτάνει για να την εξερευνήσω. Κατά τα άλλα, μεγάλο ειδικό βάρος έχει η εναρκτήρια πρόταση. Επειδή ακριβώς μ' αυτήν ξεκινάει ένας αφηγηματικός ρυθμός που, παρά τα σκαμπανεβάσματα των ξεχωριστών επεισοδίων, οφείλεις να τον ακολουθήσεις μέχρι τέλους.

Υπάρχουν πόρτες για να μπεις σε μια ιστορία. Να πιάσω τα γεγονότα από την αρχή, τη μέση ή το τέλος; Μήπως να παρακολουθήσω την ιστορία μέσα από τα μάτια ενός δευτεραγωνιστή, και όχι του κεντρικού ήρωα; Να την αφηγηθώ στον αόριστο ή στον ενεστώτα; Επίσης, να τη γράψω άραγε σε τρίτο πρόσωπο (ο παντογνώστης αφηγητής), σε πρώτο (το βασίλειο του υποκειμενισμού) ή σε δεύτερο; Μήπως να χρησιμοποιήσω και τα τρία μαζί, όπως ο Τσίρκας στις «Ακυβέρνητες πολιτείες»;

«Για να γράψεις ένα μεγάλο μυθιστόρημα, χρειάζεσαι ένα θέμα μεγάλο όσο μια φάλαινα!» έλεγε, όχι μόνο μεταφορικά, ο δημιουργός του «Μόμπι Ντικ ή Η άσπρη φάλαινα», Χέρμαν Μέλβιλ. Υπάρχουν όμως και τα περιφερειακά θέματα, τα οποία λειτουργούν ως ανάσες και οάσεις, και ταυτόχρονα ως αντίστιξη που αναδεικνύει το κυρίως θέμα ενός μυθιστορήματος.

Γνωρίζω εξαρχής το τέλος ή τον στόχο της αφήγησής μου, μολονότι συνήθως στη διαδρομή αλλάζουν. Κάθε φορά που γίνεται κάτι τέτοιο, σπεύδω να αρπαχτώ από τη νέα εκδοχή, κι ας πρόκειται να την εγκαταλείψω κι αυτήν σύντομα. Δεν μπορείς να κάνεις αλλιώς, εάν θέλεις η αφήγησή σου να είναι αγωνιώδης. Ή ίσως τυχαίνει απλώς να είμαι αγχώδης τύπος.

Αλλοτε έχω μια συγκεκριμένη ιστορία να πω, άλλοτε κυριαρχεί μια κατάσταση. Εχω βρεθεί αντιμέτωπος και με τις δύο περιπτώσεις, και προτιμώ τη μέση οδό. Φέρ' ειπείν, μια ιστορία με ζώνες στατικής, ενδοσκοπικής αφήγησης, με μέρη καθαρόαιμου στοχασμού. Εξάλλου στο μυθιστόρημα μπορούν να ενσωματωθούν όλα τα άλλα είδη λόγου: ποίηση, δημοσιογραφικό ρεπορτάζ, φιλοσοφικό δοκίμιο, θεατρικός διάλογος, κινηματογραφικό ή τηλεοπτικό σενάριο. Μέχρι και εικόνες, από φωτογραφίες έως έργα ζωγραφικής.

Προσέχω να μη χαθώ μες στον λαβύρινθο της πλοκής, χωρίς τον οποίο οι ιστορίες καταδικάζονται στην εσχάτη των ποινών: τη βαρεμάρα. Η πλοκή δεν είναι μόνον η εξωτερική, που ισούται με την περιπετειώδη αφήγηση, αλλά και η εσωτερική, που οδηγεί στο ψυχογράφημα, ενώ ο συνδυασμός τους εγγυάται το καλύτερο αποτέλεσμα. Επιπλέον φροντίζω ακόμη και τα πιο ετερόκλιτα επεισόδια ή μοτίβα να συνδέονται μεταξύ τους. Ο Τσέχοφ έλεγε: «Οταν αρχίζεις μια ιστορία με ένα καρφί, θα πρέπει στο τέλος ο ήρωας να κρεμαστεί απ' αυτό!»

Κάποτε οι χαρακτήρες μου είναι δημιουργημένοι εκ των προτέρων, κάποτε προκύπτουν μέσα από την εξέλιξη της ιστορίας. Η πρώτη κατηγορία συγγενεύει με το θέατρο, η δεύτερη με τον κινηματογράφο. Και πάντα με απασχολεί τι ακριβώς είναι οι πρωταγωνιστές μου. Η αρχαία τραγωδία ή το ελισαβετιανό δράμα είχαν βασιλιάδες για ήρωες. Αστούς, το μυθιστόρημα της ευρωπαϊκής παράδοσης. Τι ισχύει για τις σύγχρονες μαζικές κοινωνίες; Πώς μπορεί να είναι ήρωας ένας μέσος άνθρωπος; Αρκεί να υπογραμμίζεις το κοινωνικό και ιστορικό φόντο; Μήπως φτάνεις πιο βαθιά με τις ακραίες προσωπικότητες, τους κακούς της λαϊκής λογοτεχνίας; Ή με την εκδοχή «συνηθισμένοι άνθρωποι, ασυνήθιστες καταστάσεις»;

Σε άλλα γραπτά μου υπερτερεί η αφηγηματική πρόζα, σε άλλα ο διάλογος. Διάλογοι που θυμίζουν απομαγνητοφωνημένη συνομιλία, και διάλογοι που απλώς τους περιγράφω. Αλλοτε πάλι ολόκληρο το γραπτό δεν είναι παρά ένας απέραντος δραματικός μονόλογος. Υπάρχει όμως και το ζήτημα του τίτλου, ο οποίος οφείλει να αναφέρεται ευθέως ή πλαγίως στο κυρίως θέμα. Ανώτεροι οι τίτλοι που επιτρέπουν πολλαπλές ερμηνείες ενός αφηγήματος (παράδειγμα, το όνομα του πρωταγωνιστή).

Τέλος, άλλα γραπτά μου είναι ρεαλιστικά, άλλα ανήκουν στη λογοτεχνία του φανταστικού, κι άλλα διαθέτουν στοιχεία και από τα δύο. Το φανταστικό, κι ας μην είναι τόσο δημοφιλές στη χώρα μας, μού φαίνεται συνώνυμο της ακραιφνούς λογοτεχνίας. Από την άλλη, εφόσον μιλάμε πάντα για επινόηση, για λογοτεχνία, στο βάθος κάνει το ίδιο.


Ελευθεροτυπία, ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 29/08/2008

No comments: