Monday, April 7, 2008

ΓΚΕΟΡΓΚΙ ΓΚΡΟΖΝΤΕΒ: TΟ ΠΛΙΑΤΣΙΚΟ

Γκεόργκι Γκρόζντεβ. Tο πλιάτσικο. Mετάφραση από τα βουλγαρικά Xρήστος Xαρτοματσίδης. Mυθιστόρημα. Eκδόσεις «Mανδραγόρας», Aθήνα 2008, σελ. 112, ευρώ 10

Το «πλιάτσικο» εκδόθηκε στη Βουλγαρία το 2005 και ενώ από μια πρώτη προσέγγιση μπορεί να ενταχθεί στη λεγόμενη ανιμαλιστική λογοτεχνία που έχει πλούσια παράδοση στη Βουλγαρία, μια πιο ουσιαστική ανάγνωση αποκαλύπτει ότι στο μυθιστόρημα του Γκρόζντεβ, η φύση, οι ιστορίες κυνηγιού, τα ζώα είναι μονάχα η καλλιτεχνική μορφή, η φόρμα.

Το μυθιστόρημα αναδεικνύει μια σειρά από οδυνηρά κοινωνικά προβλήματα, επίκαιρα στη Βουλγαρία του μετασοσιαλισμού, της εποχής δηλαδή που ενώ δεν υφίσταται πια το παλαιό καθεστώς, δεν έχει ολοκληρωθεί η εγκαθίδρυση του καινούργιου, που ενώ οι παλιές ηθικές αρχές έχουν ήδη ξεπεραστεί, κοινωνικά δεν έχουν καθιερωθεί καινούργιες· της εποχής που χαρακτηρίζεται και ως «περίοδος αρχικής συσσώρευσης κεφαλαίου» ή «ληστρικός καπιταλισμός» όπου όλα επιτρέπονται.

Αυτή την εποχή περιγράφει ο Γκρόζντεβ με την τόσο εύστοχη και τόσο βαλκάνια λέξη «πλιάτσικο». Ίσως αν δεν είχε χρησιμοποιήσει το «πλιάτσικο» ο Γκρόζντεβ θα έπρεπε να ονομάσει το βιβλίο του «ανθρώπινη ζούγκλα», γιατί τέτοιες είναι οι σχέσεις μεταξύ των ηρώων του μυθιστορήματος. Όλοι εναντίον όλων. Ο καθένας είναι δυνητικό πλιάτσικο των άλλων, το ανθρώπινο στις ψυχές μας είναι πλιάτσικο των υλιστικών επιθυμιών μας, με τη δικαιολογία πως έτσι κάνουν όλοι…

Στο μυθιστόρημα οι ιστορίες των θηραμάτων διασταυρώνονται μ’ ένα γρήγορο, κοφτό ρυθμό με ιστορίες ανθρώπων· της Λίνας, της ψυχιάτρου που παίζει το προσωπικό της επιστημονικό στοίχημα σε μια προσπάθεια αποασυλοποίησης μια ομάδας τεσσάρων ασθενών της, του Xάντερ, του πατέρα που ζει το δράμα της εξαφάνισης της έφηβης κόρης του, του Ένιο και του Mιχάλ, των δύο γέρων που επιμένουν να ζουν σ’ ένα εγκαταλειμμένο χωριό, του Kέμπο του λαθροκυνηγού, της Αμερικανίδας Mαίρης, του τραπεζίτη Xανς από το Mόναχο, του χρηματιστή Bίλχελμ, των τουριστών που προσπαθούν να ξεφύγουν από τους ξέφρενους ρυθμούς των μεγαλουπόλεών τους και δραπετεύουν στην άγρια φύση της Βουλγαρίας, του «Δράκου», ενός εμπόρου λευκής σάρκας από τους πολλούς της εποχής μας. Οι διαφορετικές ιστορίες των ηρώων συναντιούνται σε ένα εκτροφείο άγριων ζώων που προσφέρει εναλλακτικό κυνηγετικό τουρισμό. Ανάμεσα σε ολοζώντανες σκηνές κυνηγιού αγριόχηνας, κάπρου, λύκου, αρκούδας, αλεπούς οι άνθρωποι εναλλάσσονται στους ρόλους κυνηγού και θηράματος, ποιος είναι πλιάτσικο τίνος... [ΜΑΝΔΡΑΓΟΡΑΣ: ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ]

Ο συγγραφέας Γκεόργκι Γρόζντεβ [Georgi Grozdev, 1957] έχει σπουδάσει δημοσιογραφία στο Πανεπιστήμιο της Σόφιας. Το 1991 ίδρυσε τον εκδοτικό οίκο «Balkani» και από το Μάιο του 2002, στη σειρά Βαλκανική βιβλιοθήκη, παρουσιάζει, ελεύθερος από τις προκαταλήψεις του παρελθόντος για πρώτη φορά στη βουλγαρική λογοτεχνική και πολιτιστική ιστορία, γνωστούς συγγραφείς από όλες τις βαλκανικές χώρες: μεταξύ άλλων τους Ίβο Άντριτς, Γιώργο Σεφέρη και Οδυσσέα Ελύτη. Ήδη έχει εκδώσει στα βουλγαρικά έντεκα Έλληνες ποιητές και συγγραφείς, μια εκδοτική δραστηριότητα που δεν έχει το ανάλογό της στα Βαλκάνια. Ιδρυτής και αρχισυντάκτης του δίγλωσσου (βουλγαρικά-αγγλικά) περιοδικού «Λογοτεχνικά Βαλκάνια» και μέλος του βουλγαρικού κέντρου PEN, βραβεύθηκε το 2002 με το εθνικό βραβείο διηγήματος «Ελίν Πελίν». Έχει γράψει δέκα βιβλία με διηγήματα και νουβέλες. Πεζά κείμενα του έχουν μεταφραστεί στην Ελλάδα, Αγγλία, Σερβία, Κροατία, Σλοβενία, Αλβανία, πΔΓΜ και Μαυροβούνιο. Το μυθιστόρημά του «Πλιάτσικο» (2004) έχει ήδη μεταφραστεί στα σέρβικα, σκοπιανά, αγγλικά. [e-mail:balkani@infotel.bg www.balkani.eu]

O μεταφραστής Χρήστος Xαρτοματσίδης γεννήθηκε στις 8.12.1954 στη Σόφια από γονείς πολιτικούς πρόσφυγες, σπούδασε Ιατρική και εργάζεται ως διευθυντής Μικροβιολογίας στο Γενικό Νοσοκομείο Κομοτηνής. Έχει εκδώσει τις ποιητικές συλλογές: «O ξένος» (1986) «H νύχτα των εμβρύων», εκδ. Nικολαΐδης (1989), τα διηγήματα: «Tο παλιό κτίριο», εκδ. «Nεφέλη» (1991), «Φωτο-Veritas», εκδ. «Mεταίχμιο» (2003), και τα μυθιστορήματα: «Kιθαρίστας σε ταβέρνα», εκδ. «Πατάκης» (1996), «Oι περιπέτειες του Mπρέγκα», εκδ. «Πατάκης», (2001). Το μυθιστόρημά του «Κιθαρίστας σε ταβέρνα» είχε αποσπάσει B' βραβείο στο διαγωνισμό μυθιστορήματος του Δήμου Φιλιππούπολης της Βουλγαρίας. Επίσης έχει εκδοθεί σε μετάφρασή του επιλογή ποιημάτων του σημαντικού σύγχρονου Βούλγαρου ποιητή Λιουμπομίρ Λέβτσεβ, με τίτλο «Στιχοράματα» εκδ. «Mανδραγόρας» (2004). Tέλος έχει γράψει τα θεατρικά μονόπρακτα: «H έξοδος μετά τις 6 μ.μ. απαγορεύεται» (1984) και «Tο ασανσέρ» (1986) τα οποία ανέβηκαν από το ΔH.ΠE.ΘE. Kομοτηνής το 2003 με το γενικό τίτλο «Σκούρο μαύρο σχεδόν λευκό», σε σκηνοθεσία Hλία Φραγκάκη.

1 comment:

George Holiastos said...

Γωργίου Χολιαστού
Ο ΘΡΗΝΟΣ





Copyright: PAu 2-024-743
Γιώργης Χολιαστός





Ο ΘΡΗΝΟΣ
(θεατρικό μονόπρακτο)



Τόπος: Λος Άντζελες, σπίτι του Άρβάζ (δωμάτιο με κουζίνα)
Χρόνος:1996.

Πρόσωπα του έργου: Λέσλυ, Αρβάζ.





ΑΡΒΑΖ
(ανοίγοντας την πόρτα)
Πέρασε.

ΛΕΣΛΥ
(περνάει)
Ευχαριστώ.

ΑΡΒΑΖ
Βολέψου.Κάθησε.

ΛΕΣΛΥ
Δε θα ξαπλώσουμε;

ΑΡΒΑΖ
Όχι.

ΛΕΣΛΥ
Να γδυθώ;

ΑΡΒΑΖ
Όχι, Κάθησε.
(Η Λέσλυ κάθεται)
Πόσων χρονών είσαι;

ΛΕΣΛΥ
Εικοσιοχτώ.

ΑΡΒΑΖ
Ρώτησέ με κι εμένα πόσω χρονών είμαι.

ΛΕΣΛΥ
Δε μ' ενδιαφέρει. Και ογδόντα να ήσουνα μ' αρέσεις. Ειδικότητά μου είναι οι μεγάλοι άντρες.
(Πάει κοντά του και τον χαϊδεύει)
Έλα μωρό μου, πάμε στο κρεββάτι, είμαι καλή, θα δεις...

ΑΡΒΑΖ
Όχι, κάθησε σε παρακαλώ.

ΛΕΣΛΥ
Έλα...έλα…

ΑΡΒΑΖ
Σε παρακαλώ, δε σε θέλω γι αυτό.

ΛΕΣΛΥ
Δε με θέλεις γι αυτό;…

ΑΡΒΑΖ
Όχι.

ΛΕΣΛΥ
Δεν καταλαβαίνω. Τότε γιατί με θέλεις;

ΑΡΒΑΖ
Θα σου πω. Αλλά δε μου δίνεις την ευκαιρία. Κάτσε. Ησύχασε.

ΛΕΣΛΥ
(Κάθεται)
Άκου φίλε, εγώ θα κάτσω αφού το θέλεις. Όμως έχει περάσει κιόλας ένα τέταρτο της ώρας. Δε θέλω να μου λες ύστερα πως δεν έκανες τίποτα και δεν πληρώνεις.

ΑΡΒΑΖ
Πώς σε λένε;

ΛΕΣΛΥ
Λέσλυ. Το άκουσες αυτό που σου είπα;

ΑΡΒΑΖ
Το άκουσα. Το ήξερα όμως. Μη φοβάσαι, τα λεφτά σου θα τα πάρεις με το παραπάνω.

ΛΕΣΛΥ
Έτσι είναι καλλίτερα. Λοιπόν…τι θέλεις;

ΑΡΒΑΖ
Εκείνο που θέλω μπορεί και να κρατήσει πάνω κι από μιαν ώρα. Έχεις καιρό;

ΛΕΣΛΥ
Άκου φίλε...

ΑΡΒΑΖ
Δε θέλεις να μάθεις τ' όνομά μου;

ΛΕΣΛΥ
Τι σημασία έχει..

ΑΡΒΑΖ
Έχει. Ρώτησέ με τ' όνομά μου.

ΛΕΣΛΥ
Μα γιατί;..

ΑΡΒΑΖ
Πρέπει, για τη δουλειά μας. Σε παρακαλώ, ρώτησε τ' όνομά μου.

ΛΕΣΛΥ
Πώς σε λένε;

ΑΡΒΑΖ
Αρβάζ. Λοιπόν σε παρακαλώ να μη με ξαναπείς "φίλε". Να με λες Αρβάζ.

ΛΕΣΛΥ
Σύμφωνοι. Λοιπόν Αρβάζ, εγώ καιρό έχω, αλλά για κάθε ώρα παίρνω διακόσα δολλάρια.

ΑΡΒΑΖ
Λέσλυ, σου είπα, θα πληρωθείς.

ΛΕΣΛΥ
Εντάξει Αρβάζ. Όμως πολύ μυστηριώδης είσαι. Δεν μπορώ να φανταστώ τι θα κάνουμε εδώ μέσα αν όχι αυτό.

ΑΡΒΑΖ
Άκου Λέσλυ. Είναι κάτι που δεν έχει σχέση με το επάγγελμά σου. Λίγη υπομονή σε παρακαλώ. Ας γίνουν όλα όπως τα θέλω εγώ, μιας και...μιας και...μιας και σε πληρώνω. Τι λες:

ΛΕΣΛΥ
Εντάξει. Ό,τι πεις μωρό μου.

ΑΡΒΑΖ
Αρβάζ!

ΛΕΣΛΥ
Ό,τι πεις Αρβάζ. Μήπως είσαι ζωγράφος και με θέλεις για να ποζάρω;

ΑΡΒΑΖ
Όχι, δεν είναι αυτό.

ΛΕΣΛΥ
Καλά. Δεν ξαναρωτάω. Αλλά μιας και καθόμαστε ας πιούμε ένα ποτό. Θέλεις;

ΑΡΒΑΖ
Καλή ιδέα. Όμως δε θα 'τανε καλό να πιούμε αλκοόλ.

ΛΕΣΛΥ
Ό,τι να 'ναι...μια κόκα κόλα.

ΑΡΒΑΖ
Κι εγώ θα 'θελα κάτι.
(Πηγαίνει στην κουζίνα)

ΛΕΣΛΥ
Από πού είσαι;

ΑΡΒΑΖ
Από το Ιράν.

ΛΕΣΛΥ
Πότε ήρθες εδώ;

ΑΡΒΑΖ
Έχω δέκα χρόνια.

ΛΕΣΛΥ
Σου αρέσει η Αμερική;

ΑΡΒΑΖ
Και ναι και όχι.

ΛΕΣΛΥ
Είναι διαφορετικά στο Ιράν;

ΑΡΒΑΖ
Ω! Πολύ!
(Φέρνει τα ποτά)
Πες μου Λέσλυ, γιατί μου τα ρωτάς όλα αυτά;

ΛΕΣΛΥ
Δεν ξέρω...για να πούμε κάτι...

ΑΡΒΑΖ
Έχεις δίκιο. Όμως πρέπει αυτά που λέμε να τα νιώθουμε. Ξέρεις τι σημαίνει αυτό: να σε καίει μέσα σου ο πόθος να πεις αυτό που έχεις να πεις. Όταν με ρωτάς κάτι να το κάνεις όχι γιατί είσαι κοντά μου επειδή πληρώνεσαι, αλλά γιατί πραγματικά θέλεις να μάθεις. Σαν να 'σαι κοντά μου χρόνια και είδες κάτι ασυνήθιστο σε μένα και ρωτάς όλο ενδιαφέρον και ανησυχία.

ΛΕΣΛΥ
Σαν να ήμασταν παντρεμμένοι;

ΑΡΒΑΖ
Όχι, όχι, κάθε άλλο εκτός απ' αυτό. Σαν να ήμασταν εραστές.

ΛΕΣΛΥ
Εραστές χωρίς έρωτα;

ΑΡΒΑΖ
Σου είπα-σαν να είμαστε.

ΛΕΣΛΥ
Τότε και το ενδιαφέρον μου θα είναι σαν να ήταν ενδιαφέρον.

ΑΡΒΑΖ
Ναι. Αυτό αρκεί. Ναι. Όμως έτσι που αν κάποιος μας έβλεπε να μην μπορούσε να καταλάβει τη διαφορά. Να νομίζει πως αισθάνεσαι βαθιά ό,τι λες και κάνεις.

ΛΕΣΛΥ
(Γελώντας)
Ο πελάτης έχει πάντοτε δίκιο.

ΑΡΒΑΖ
Και ξέχασε ότι είμαι πελάτης. Ξέρεις τίποτα από ηθοποιία;

ΛΕΣΛΥ
Πήρα μαθήματα για ένα φεγγάρι...

ΑΡΒΑΖ
Ωραία. Μπράβο. Αυτό θα μας βοηθήσει πολύ.

ΛΕΣΛΥ
Μα γιατί όλα αυτά; Πες μου...

ΑΡΒΑΖ
Είπαμε-όλα με τη σειρά τους.

ΛΕΣΛΥ
Έχεις δίκιο. Λοιπόν...πού μείναμε;

ΑΡΒΑΖ
Έλεγα πως όταν μου μιλάς πρέπει να μου μιλάς με ενδιαφέρον και με πόνο. Και με αλήθεια.

ΛΕΣΛΥ
Μα είπαμε πως όλα αυτά είναι ψέμματα.

ΑΡΒΑΖ
Την αλήθεια μπορείς να τη βρεις μόνο μέσα στο ψέμμα.

ΛΕΣΛΥ
(με ενδιαφέρον)
Πώς το είπες αυτό;

ΑΡΒΑΖ
Είπα πως η αλήθεια βρίσκεται μέσα στο ψέμμα.

ΛΕΣΛΥ
Τι μου θύμισες...

ΑΡΒΑΖ
ΤΙ;

ΛΕΣΛΥ
Χρόνια πολλά πριν, μπορεί και δεκαοχτώ, ο πατέρας ενός φίλου πήγε στο θέατρο με το γιο του και με μένα. Απ' όλη την παράσταση μου 'μεινε μια φράση που είπε ο μάγος στην πριγκίπισσα: "Αλήθεια είναι το ψέμμα". Τι κουταμάρα, είχα σκεφτεί τότε. Αρβάζ, έχεις προσέξει πως μερικά πράγματα για να τα νιώσουμε πρέπει να περάσουν χρόνια και χρόνια;

ΑΡΒΑΖ
Ναι. Με την προϋπόθεση πως θα τριγυρνάνε όλο αυτό το διάστημα συνέχεια στο μυαλό μας.

ΛΕΣΛΥ
Ναι…

ΑΡΒΑΖ
Λοιπόν με μεγαλύτερη κατανόηση θα κάνεις τώρα αυτά που σου είπα. Αίσθημα λοιπόν, πάθος, πόνος, ανθρωπιά.

ΛΕΣΛΥ
Με μια λέξη αλήθεια.

ΑΡΒΑΖ
Αλήθεια. Με μια λέξη.

ΛΕΣΛΥ
Μην ξεχνάς όμως πού είσαι. Εδώ είναι Αμερική. Μη ζητάς πολλά.

ΑΡΒΑΖ
Δεν μπορεί το ψέμμα σας να φτάσει ως την αλήθεια;

ΛΕΣΛΥ
Δν ξέρω. Μα να, τώρα, τη στιγμή ακριβώς αυτή, κάτι μου φωνάζει μέσα μου πως έγινε κιόλας. Ήρθαν όλα τόσο απότομα...δεν ξέρω...
(Σιωπή)
Γιατί έφυγες από το Ιράν;

ΑΡΒΑΖ
Γιατί ρωτάς;

ΛΕΣΛΥ
Έτσι, από περιέργεια.

ΑΡΒΑΖ
Σωστά, μ' αυήν αρχίζουν όλα.

ΛΕΣΛΥ
Γιατί έφυγες από το Ιράν;

ΑΡΒΑΖ
Δε θυμάμαι πια.

ΛΕΣΛΥ
Κάτι σοβαρό πρέπει να σε ανάγκασε να ξενητευτείς.

ΑΡΒΑΖ
Τώρα πρόσεξε: καλλίτερα όταν λες αυτό να μην κρατάς στο χέρι το ποτό. Έτσι... Μάζεψε λίγο τις γωνίες του στόματος. Ξέρω, από το να γελάς κάθε τόσο έχουν πάρει αυτή τη θέση. Όμως προσπάθησε!..Ακόμα λίγο...έτσι μπράβο. Ξαναρώτησέ με τώρα.

ΛΕΣΛΥ
Γιατί έφυγες από το Ιράν; Κάτι σοβαρό θα σε ανάγκασε.

ΑΡΒΑΖ
Ναι, καλλίτερα έτσι. Πολύ καλλίτερα. Τώρα: το σώμα σου καθώς θα με ρωτάς θα πρέπει να το γείρεις λίγο μπροστά, προς το μέρος μου. Και τα μάτια σου να βλέπουνε ίσα μέσα στα δικά μου, πασκίζοντας να διαβάσουνε μέσα τους την απάντηση προτού την ακούσουνε τ' αυτιά. Γείρε λοιπόν λίγο προς εμένα. Κύτταξέ με. Και τώρα ρώτησέ με πάλι.

ΛΕΣΛΥ
Γιατί έφυγες από το Ιράν; Κάτι σοβαρό θα σε ανάγκασε.

ΑΡΒΑΖ
Ναι. Έτσι. Απ' όλα μόνο το στόμα θέλω λίγο πιο σοβαρό, το μέτωπο λίγο ζαρωμένο από το ενδιαφέρον. Και τώρα όλα μαζί: τα πυρωμένα μάτια, το σκύψιμο του κορμιού, το ζάρωμα του μετώπου, η σοβαρότητα του στόματος, το τρέμουλο της φωνής. Εμπρός. Ναι, καλά κάνεις και σφίγγεις με το χέρι σου το χέρι της πολυθρόνας. Λοιπόν...

ΛΕΣΛΥ
(Τρυφερά, δακρυσμένη)
Γιατί...

ΑΡΒΑΖ
Ναι...

ΛΕΣΛΥ
Γιατί...

ΑΡΒΑΖ
Μα όχι δάκρυα, δεν είναι απαραίτητα. Δε βλάφτουν όμως. Λοιπόν!..

ΛΕΣΛΥ
(Σηκώνεται και κάθεται στο πάτωμα, δίπλα στα πόδια του Αρβάζ. Του παίρνει το χέρι και το ακουμπάει στο μάγουλό της. Κλαίγοντας)
Γιατί έφυγες από το Ιράν;
(Του αγκαλιάζει τα πόδια)

ΑΡΒΑΖ
(έντονα και σαν κάποιος που ξαφνικά βρέθηκε σε δύσκολη θέση και αμύνεται)
Δεν ξέρω. Σου λέω αλήθεια. Δεν ξέρω. Δε θυμάμαι…

ΛΕΣΛΥ
Ποιος ξέρει;

ΑΡΒΑΖ
(ξαναβρίσκοντας τον εαυτό του. Σιγανά και ήρεμα)
Κανείς...κανείς...
(Τη σηκώνει και την καθίζει στα γόνατά του)
Αμερικανίδα που κλαίει!..Τι δε θα 'χα να δω ακόμη...Έλα, σταμάτησε να κλαις-μα γιατί κλαις...

ΛΕΣΛΥ
Πρέπει να υπόφερες εδώ.

ΑΡΒΑΖ
Όπως όλοι στη κατάστασή μου.

ΛΕΣΛΥ
Η ίδια μαχαιριά δίνει άλλο πόνο στον καθένα.
(Σηκώνεται. Σιγά)
Τι να κάνω για σένα;

ΑΡΒΑΖ
Θα το μάθεις σε λίγο.

ΛΕΣΛΥ
Όχι αυτό. Εννοώ τι θέλεις να σου φτιάξω, να σου δώσω να φας ή να πιεις κάτι. Τι;

ΑΡΒΑΖ
Ε! Δε σε πληρώνω για υπηρέτριά μου. Κάτσε. Δε θέλω τίποτα.

ΛΕΣΛΥ
(τον αγκαλιάζει)
Κάνε μου τη χάρη: μην ξαναμιλήσεις για λεφτά. Πες μου, θέλεις κάτι;

ΑΡΒΑΖ
Ένα ποτήρι νερό μόνο. Είναι στο ψυγείο κάτω δεξιά.
(Η Λέσλυ φέρνει το νερό. Ο Αρβάζ το παίρνει και το αφήνει πάνω στο τραπέζι)
Ευχαριστώ.

ΛΕΣΛΥ
Δε θα πιεις;

ΑΡΒΑΖ
Όχι ακόμα.

ΛΕΣΛΥ
(Κυττάζει γύρω προσπαθώντας να φαίνεται χαρούμενη)
Ξέρω ένα φτηνό μαγαζί που πουλάει έπιπλα φτηνά και όμορφα. Θα πάμε μια μέρα μαζί ν' αγοράσουμε μερικά. Ετούτος ο καναπές δε στέκει καλά. Και το κρεββάτι θα 'ναι μεγαλύτερο σε ηλικία από μένα. Ένα τραπέζι της προκοπής, δυο τρεις καρέκλες, όλα θα γίνουν διαφορετικά.

ΑΡΒΑΖ
Δε χρειάζεται τίποτα Λέσλυ.

ΛΕΣΛΥ
Και κουρτίνες καινούργιες για τα παράθυρα. Μερικά καλά ποτήρια...

ΑΡΒΑΖ
Καλά είναι κι έτσι Λέσλυ

ΛΕΣΛΥ
Δεν είναι καλά. Και θα 'ρχωμαι να σε βλέπω όταν θα 'χουμε καιρό ελεύθερο κι οι δυο μας. Μ' αρέσει εδώ.

ΑΡΒΑΖ
Κι εγώ θα 'θελα να σε βλέπω. Μα δε γίνεται. Ξέχασέ το. Ας γυρίσουμε στη δουλειά μας.

ΛΕΣΛΥ
Τα μισά λεφτά θα τα δώσω εγώ αφού θα είναι λίγο σαν σπίτι μου το σπίτι σου.

ΑΡΒΑΖ
(Ήρεμα και αποφασιστικά)
Όχι Λέσλυ.

ΛΕΣΛΥ
...Θα φύγεις! Θα φύγεις από δω γι αυτό δε θέλεις να φτιάξεις το διαμέρισμά σου! Το βρήκα-ναι;

ΑΡΒΑΖ
Το βρήκες Λέσλυ. Θα φύγω.

ΛΕΣΛΥ
Γι αυτό είπες πριν "τι δε θα 'χα να δω ακόμα"...μα δε θα δεις...Για πού; Για την πατρίδα;

ΑΡΒΑΖ
Για την πατρίδα. Γι αυτό έλα. Έχουμε λίγη δουλειά ακόμα οι δυο μας. Μη μου ξεφεύγεις.

ΛΕΣΛΥ
(Κάθεται)
Δεν ξεφεύγω-πού θα πήγαινα;

ΑΡΒΑΖ
(σηκώνεται)
Φεύγοντας κάποιος από την πατρίδα του χάνει όλα όσα είχε εκεί πέρα. Ακόμα κι όσα πήρε μαζί του ελπίζοντας πως θα τα έχει δικά του. Μνήμες, περιπέτειες, χαρές, λύπες...Ακόμα και τα πράγματα. Λες κι όταν φύγανε κι αυτά από τον τόπο τους άλλαξαν τ' όνομά τους. Όταν κανείς το καταλάβει αυτό, η πρώτη του κίνηση είναι να ξαναχτίσει καινούργια ζωή στην ξενητειά, γεμίζοντάς την με ό,τι σ' αυτήν μάζεψε, χάρηκε, δούλεψε, έκλαψε, πόθησε. Μάταιος κόπος. Η ζωή που ζει τώρα δεν είναι η δική του. Κάποιος άλλος κλαίει, χαίρεται, ποθεί γι αυτόν. Πολλοί δέχονται την καινούργια κατάσταση. Μερικοί, όπως εγώ, δεν μπορούν ν' αφήσουν τον παληό τους εαυτό. Και πεθαίνουν μαζί του όπως ο
καπετάνιος στους αλλοτινούς καιρούς πνίγονταν με το καράβι του μαζί.

ΛΕΣΛΥ
Μη μιλάς για θάνατο. Μια γυναίκα θα σε βοηθήσει να φτιάξεις πάλι τη ζωή σου.

ΑΠΒΑΖ
Πώς;

ΛΕΣΛΥ
Με την αγάπη της. Δεν ξέρω…έτσι λένε όλοι...

ΑΡΒΑΖ
Αν μια γυναίκα ερχόταν στην αρχή της εξορίας μου, τότε ίσως να βοηθούσε. Τότε, πριν σπάσει η συνέχεια. Θα με βύθιζε στο τέλμα της υποταγής και της ρουτίνας και θα πέθαινα ένα ευτυχισμ;νο μηδενικό που δεν έχει ιδέα για τη μηδενικότητά του. Όμως δεν ήρθε. Και ποια γυναίκα θα πλησίαζε ένα ξένο;
Έτσι έμεινα μόνος. Μη νομίσεις πως στενοχωριέμαι ή λυπάμαι γι αυτό. Όχι. Όλα έγιναν όπως έπρεπε να γίνουν. Μάλιστα χρωστώ χάρη στην ξενητειά. Μ' έκανε να γνωρίσω τον εαυτό μου.

ΛΕΣΛΥ
Μαθαίνοντάς σου την απελπισία;

ΑΡΒΑΖ
Ναι. Το κατάλαβες.

ΛΕΣΛΥ
Το είδα με τα καινούργια μάτια που μου 'δωσες.

ΑΡΒΑΖ
Σ' ευχαριστώ που μαθαίνεις εύκολα. Και τώρα στη δουλειά.

ΛΕΣΛΥ
Μη τη λες δουλειά πια. Ό,τι και αν κάνουμε μαζί οι δυο μας θα 'ναι η εκπλήρωση ενός καθήκοντος. Σ' ακούω.

ΑΡΒΑΖ
Λοιπόν, απ' όλα που είχα στην πατρίδα, πιο πολύ μου 'χει λείψει το κλάμμα. Εδώ όλοι γελάνε. Στην πατρίδα μου το γέλιο είναι ακριβό. Γι αυτό σε θέλω: να κλάψεις για μένα.

ΛΕΣΛΥ
Αρβάζ!

ΑΡΒΑΖ
Ναι. Αυτό θέλω. Άκου Λέσλυ. Στην πατρίδα μου όταν πεθαίνει κάποιος, τονε κλαίνε. Κυρίως γυναίκες. Δηλαδή γνωστές και συγγένισσες μαζεύονται γύρω από το φέρετρο του νεκρού και τον κλαίνε για ολόκληρη μια νύχτα. Για σκέψου! Κλάμμα τόσες ώρες από τόσους ανθρώπους...Αυτό μια φορά μετράει. Δείχνει πως ο πεθαμένος έλειψε από κάποιον. Πως νιώσαν ότι έφυγε. Κι αν κανείς δεν υπάρχει για να κλάψει το νεκρό, τότε νοικιάζουν γυναίκες, μιαν ή περισσότερες, που η δουλειά τους είναι ακριβώς αυτή: να κλάψουν τον νεκρό. Γι αυτό σε θέλω. Όταν πεθάνω θέλω να με κλάψεις. Αυτός είναι ο λόγος που σ' έφερα εδώ.

ΛΕΣΛΥ
Να κλάψω;

ΑΡΒΑΖ
Ναι Λέσλυ. Καταλαβαίνω, το βλέπεις γελοίο. Όμως για μένα είναι σημαντικό. Θα έχω έτσι την ψευδαίσθηση πως σε κάποιον θα λείψω.Κι αυτός ο κάποιος θα είσαι συ. Ντρέπομαι γι αυτά που σου λέω. Και ίσως να μη με καταλαβαίνεις. Αν είν' έτσι πες το μου.

ΛΕΣΛΥ
Και βέβαια είναι γελοία ολ' αυτά. Όχι. Δε θα πεθάνεις. Δε θα σε κλάψω. Θα γελώ. Και θα μάθω το γέλιο σε σένα κι όχι εσύ το κλάμμα σε μένα. Κουταμάρες εκεί!.. Μ' έκανες να σε νιώσω΄ να ενδιαφερθώ για σένα΄ να πιστέψω σε σένα. Ήτανε λοιπόν μόνο και μόνο για να μου ζητήσεις αυτό; Για να μου πεις πως θα πεθάνεις; Όχι, δε θα κλάψω για σένα. Θα γελώ για σένα. Και συ για μένα. Κι οι δυο με τη ζωή. Αν έκλαιγα για σένα θα 'τανε γιατί μου 'λειψες. Κι αφού θα μου είχες λείψει, θα πει πως σε χρειάζομαι. Κι αφού σε χρειάζομαι-αφού σε χρειάζεται κάποιος-δεν έχεις να πεθάνεις. Ζήσε λοιπόν. Και μόνο που μιλήσαμε γι αυτή τη λίγην ώρα, νιώθω πως κάτι άλλαξε σε μένα. Σαν με τα λόγια και με τη στάση σου να γέννησες έναν άλλο άνθρωπο μέσα μου. Κι ό,τι σου λέω από τότε, αυτός ο καινούργιος άνθρωπος είναι που τα λέει. Κι είναι ωραίος αυτός ο άνθρωπος. Και για να ζήσει σε χρειάζεται.

ΑΡΒΑΖ
Έτσι νομίζεις. Είναι μια εντύπωση της στιγμής. Νομίζεις ότι κάτι άλλαξε μέσα σου. Δεν άλλαξε. Και ευτυχώς. Γιατί αλλιώς θα 'ταν ένα μαρτύριο η ζωή σου. Φαντάσου-ένα δυστυχισμένο πλάσμα -εμένα-είδες κι άρχισες να κλαις. Σκέψου τι θα γινόταν αν, ο καινούργιος άνθρωπος που λες πως γεννήθηκε μέσα σου έβλεπε όλη τη δυστυχία του κόσμου.

ΛΕΣΛΥ
Με κάνεις και μένα δυστυχισμένη με τα λόγια σου αυτά.

ΑΡΒΑΖ
Δεν είσαι δυστυχισμένη. Δυστυχία είναι να έχεις συναίσθηση της δυστυχίας σου. Εσύ πατάς γερά στον κόσμο της ύπαρξης' ένα κόσμο χάρτινο, που όμως μπορεί ν' αντέξει το βάρος το μικρό της ζωής σου. Μα η δική μου ζωή, πατώντας πάνω στον χάρτινο αυτόν κόσμο, τον γκρεμίζει με το βάρος της.ψΚαι να 'μαι πεσμένος στην άβυσσο που κρυβόταν από κάτω του.

ΛΕΣΛΥ
Μην είσαι εγωιστής. Μην κυττάζεις το κακό που έγινε στον εαυτό σου. Κύτταξε το καλό που μπορείς να κάνεις εσύ στους άλλους. Και ζήσε. Δες με-είμαι εγώ ο ίδιος άνθρωπος που μπήκε εδώ μαζί σου πριν μια ώρα;

ΑΡΒΑΖ
Ο σπόρος της αλλαγής είναι που έπεσε μέσα σου Λέσλυ. Κι αλήθεια, χαίρομαι γι αυτό σαν να 'πλασα κιόλας όχι ένα νέον άνθρωπο, αλλά ένα ολόκληρο νέο κόσμο. Σε χρόνια, όταν θα φτάσεις κι εσύ στην ηλικία μου, τότε θα δεις κι εσύ τα πράγματα όπως τα βλέπω. Θα δεις πόσο η ζωή σου ήταν άδεια, θα δεις τι σημαίνει ξενητειά, θα δεις πόσο στα ξένα σου 'λειψαν τα δικά σου πράγματα, τα πράγματα της πατρίδας, θα δεις πόσο άλλος πρέπει να είσαι για να μπορέσεις να ζήσεις. Και μην μπορώντας να γίνεις αυτός ο άλλος άνθρωπος, θα σκεφτείς το θάνατο. Όπως τώρα εγώ.

ΛΕΣΛΥ
Ναι. Ο σπόρος σου κάπου εκεί θα με οδηγήσει. Το νιώθω. Όμως συχώρα με...μα εγώ δεν είμαι...δεν είμαι ξένη...είμαι στην πατρίδα μου...

ΑΡΒΑΖ
Όλοι είμαστε ξένοι στη γη. Κάποτε θα το καταλάβεις.

ΛΕΣΛΥ
Ίσως. Και ίσως κι εγώ να θέλω να πεθάνω. Και κάποιος να θέλει να με σταματήσει. Όπως θα σταματήσω τώρα εγώ εσένα.
(Κλαίει)
Δε θέλω να σε κλάψω. Δε θέλω να πεθάνεις. Δε θέλω...

ΑΡΒΑΖ
Μα, Λέσλυ, δεν πέθανα ακόμα.

ΛΕΣΛΥ
Όχι. Δε θα πεθάνεις. Δε θα κλάψω για σένα-όχι-δε θα κλάψω...

ΑΡΒΑΖ
Καλή μου, κάνε το-μου σαν μια χάρη. Είσαι η μόνη που μπορεί και που θέλω να κλάψει για μένα. Κλάψε με Λέσλυ. Μόνο έτσι θα πάω ευχαριστημένος.
Δεν το θέλεις να φύγω ευχαριστημένος; Κλάψε με.

ΛΕΣΛΥ
Θα 'τανε σαν να σε σκοτώνω-όχι.

ΑΡΒΑΖ
(Την πλησιάζει, παίρνει τα χέρια της στα χέρια του και τα φιλεί)
Λέσλυ, δεν μπορείς να με σκοτώσεις. Είμαι κιόλας πεθαμένος. Μα...γιατί πάγωσαν τα χέρια σου ξαφνικά;

ΛΕΣΛΥ
(Ελευθερώνει τα χέρια της)
Βρήκα έναν άνθρωπο και είναι κι αυτός πεθαμένος;

ΑΡΒΑΖ
Είναι γιατί δεν υπάρχει ανθρωπιά. Γιατί όπου γεννηθεί, την ίδια στιγμή πεθαίνει. Σαν μια χιονονιφάδα που πριν προλάβεις να την αγγίσεις έχει λυώσει κιόλας. Σαν μια αστραπή που για μια στιγμή τη βλέπεις και τελείωσε. Μα εκείνη η στιγμή είναι που μετράει-αυτήν όταν γνωρίσεις τα έχεις γνωρίσει όλα. Και ύστερα όλα για σένα είναι ένα μεγάλο τίποτα.

ΛΕΣΛΥ
Αφού δε θέλεις να ζήσεις για μένα, ζήσε για τους άλλους...ζήσε για μένα...

ΑΡΒΑΖ
Για τους άλλους;..Για σένα;..Ω! Λέσλυ! Πώς να στο πω ...πώς να στο πω χωρίς να με κοροϊδέψεις...πώς να στο πω και να με πίστευες...πώς να στο πω και να μη, ίσως, με μισήσεις...

ΛΕΣΛΥ
Πίστεψα σε σένα. Θα πιστέψω κι ό,τι μου πεις. Πώς μπορείς να σκεφτείς πως θα σε κορόϊδευα;

ΑΡΒΑΖ
(σιγά και πειστικά)
Λέσλυ, δεν υπάρχεις ούτε εσύ ούτε οι άλλοι.
(Η Λέσλυ μένει ακίνητη και σιωπηλή για λίγο. Ξαφνικά μια λάμψη περνάει από τα μάτια και από το μυαλό της και τα φωτίζει. Ύστερα ήρεμα, γλυκά, τρυφερά, υποτακτικά και αποφασιστικά)

ΛΕΣΛΥ
Έλα Αρβάζ. Έλα καλέ μου. Πες μου τι πρέπει να κάνω. Έλα.
(Τον φιλεί απαλά, σαν αέρινα, στα χείλη, στα μάτια, στα μαλλιά, στα χέρια, ενώ μιλεί)
Μίλα λατρευτέ μου. Διάταξέ με. Πες μου τι να πω και τι να κάνω θρηνώντας. Όλα θα γίνουν όπως μου πεις.

ΑΡΒΑΖ
Ας κλείσουμε το παράθυρο.
(Το κλείνει)
Αν άκουγε κανείς το θρήνο σου θα τρόμαζε.

ΛΕΣΛΥ
Πες μου.

ΑΡΒΑΖ
Όταν βγει και η τελευταία μου πνοή θ΄αρχίσεις το θρήνο. Θα κλαις σαν να πέθανες εσύ η ίδια. Ή σαν να έχασες ένα πολύ αγαπητό σου πρόσωπο. Ο θρήνοε θα βγαίνει από το στόμα σου σαν χείμαρρος. Σαν μέχρι τώρα να τον συγκρατούσες για κάποιαν αιτία. Θα προσπαθείς, όσο μπορείς, οι κραυγές σου να φτιάχνουν λόγια, λέξεις, προτάσεις ολοκληρωμένες όσο είναι δυνατό-όσο σου επιτρ;πει το κλάμμα. Θα δαγκώνεις τα χείλη σου από την απελπισία. Θα τραβάς τα μαλλιά σου, θα ξεσχίζεις τα ρούχα σου, θα δέρνεις τα στήθη και τους μηρούς σου με τα χέρια σου. Το τι θα λες αποφάσισέ το εσύ η ίδια. Αν όμως αυτό σε δυσκολεύει, σου έχω αφήσει ένα μοιρολόγι. Έτσι λένε στην πατρίδα μου τα λόγια που λένε θρηνώντας επάνω από τους νεκρούς. Παραλλαγές και προσθαφαιρέσεις θα κάνεις μόνη σου, χωρίς να το καταλάβεις αφού πραγματικός πόνος θα σε οδηγεί. Η φωνή σου θα είναι δυνατή, πολύ πονεμένη, στριγγιά. Το κλάμμα δύσκολα θ' αφήνει τα λόγια να ξεχωρίζουν. Η φωνή σου θα 'χει ανεβάσματα και κατεβάσματα. Κάθε εκπνοή σου θα καταλήγει σε βογγητό ή σε άναρθρη στριγγιά φωνή.

ΛΕΣΛΥ
Κατάλαβα. Θα γίνει όπως μου είπες. Πριν όμως θέλω κι εγώ κάτι από σένα. Ένα φιλί.

ΑΡΒΑΖ
Ο έρωτας είναι η δυστυχία του ανθρώπου.

ΛΕΣΛΥ
Ένα φιλί.

ΑΡΒΑΖ
Η επιθυμία είναι το δόλωμα της ζωής.

ΛΕΣΛΥ
Το θέλω.

ΑΡΒΑΖ
Η ηδονή είναι ο φονιάς της γνώσης.

ΛΕΣΛΥ
Είμαι γυναίκα.

ΑΡΒΑΖ
(Απλώνει τα χέρια του)
Έλα.
(Η Λέσλυ πλησιάζει. Φιλιούνται μ' ένα παρατεταμένο, παθιασμένο φιλί. Μετά απ' αυτό μένουν σφιχτά, απελπισμένα αγκαλιασμένοι, σαν να γυρεύουν να γίνουν ένα σώμα οι δυο τους. Τέλος χωρίζουν)

ΛΕΣΛΥ
Τι γλύκα! Ίδιος ο θάνατος!
(Κάθεται. Δακρύζει. Τα δάκρυα τρέχουν ασταμάτητα από τα μάτια της, αβίαστα, χωρίς αναφυλλητά, σαν αυτό να είναι μία φυσιολογική κατάσταση όπως όταν μιλάμε ή ανασαίνουμε. Έτσι τα δέχεται και ο Αρβάζ. Και έτσι ως το θάνατο του Αρβάζ)

ΑΡΒΑΖ
Είχα σκοπό να σε αφήσω εδώ
(Βγάζει ένα άσπρο κουτάλι από την τσέπη του)
και να πάω στην κουζίνα για να πάρω αυτή τη σκόνη.
(Σκουπίζει τα δάκρυα της Λέσλυ)
Τώρα όμως δε χρειάζεται-έτσι δεν είναι;

ΛΕΣΛΥ
(Ψιθυριστά μέσα από τα αναφυλλητά της)
Όχι, δε χρειάζεται...

ΑΡΒΑΖ
(Δείχνει έναν φάκελλο στη Λέσλυ)
Μέσα εδώ βρίσκονται χρήματα-πέταξέ τα-,ένα μοιρολόγι κι ένα γράμμα για την περίπτωση που κάποιος θα ήθελε να σε συνδέσει με το θάνατό μου.
(Ρίχνει τη σκόνη μέσα στο ποτήρι με το νερό και πίνει. Ύστερα ξαπλώνει στο κρεββάτι. Σιωπή. Χωρίς να κυττάζει τη Λέσλυ)
Σ' ευχαριστώ.

ΛΕΣΛΥ
Εσύ εμένα;
(Κάθεται στην πολυθρόνα που βρίσκεται δίπλα στο κρεββάτι του Αρβάζ, κλείνει το χέρι του στα χέρια της και το φιλεί απαλά και το χαϊδεύει, ώσπου να νιώσει ότι αυτό παραλύει. Τότε ξεσπάζει σε γοερό θρήνο ξεσχίζοντας τα ρούχα και τα μάγουλά της)


ΑΥΛΑΙΑ


George Holiastos