Καταδίκη της βαυαροκρατίας και μύηση στην επανάσταση του 1843
(...) Διά τους αγωνιστάς και χήρες κι' αρφανά και διά 'κείνους οπού θυσιάσαν το εδικό τους εις τον αγώνα της πατρίδος, και ήτον νοικοκυραίοι και τώρα είναι διακονιαραίοι, δεν έχει ψωμί η πατρίδα δι' αυτούς όλους είναι φτωχή, και διά τον Αρμπασπέρη έχει οπού 'ρθε ψωργιασμένος κόντης κι' έφυγε μ' ένα μιλλιούνι τάλλαρα κι' αγόρασε εις την πατρίδα του έναν τόπο και τον έβγαλε Ελλάς και μουτζώνει εμάς τους ανόητους Ελληνες αυτός και οι άλλοι οι Μπαυαρέζοι και οι φίλοι τους οι εδικοί μας;» (...) «Ποιους θα επιστηρίξης εδώ οπού 'ρθες και ποιους θα προδώσεις; Που το τζάκισες αυτό το χέρι; - Σ' το Μισολόγγι, μου λέγει. - Πού το τζάκισα εγώ αυτό; Σ' τους Μύλους του Αναπλιού. - Διατί τα τζακίσαμεν; Διά την λευτεριά της πατρίδος. Που 'ναι η λευτεριά και η δικαιοσύνη; Σήκου απάνου!» Τον παίρνω και πάμεν και τον ορκίζω. Του παρουσιάζω και τον όρκον και τον διάβασε και τον υπόγραψε ο αγαθός και γενναίος πατριώτης...
No comments:
Post a Comment