- Από την Αργυρώ Μαντόγλου, Βιβλιοθήκη, Πέμπτη 30 Δεκεμβρίου 2010
- Τζ. Μ. Κουτσί
- Θέρος
- μτφρ.: Αθηνά Δημητριάδου
- Μεταίχμιο, σ. 286, ευρώ 18,70
Στο Θέρος ο Τζον Κουτσί αρχίζει με την υπόθεση πως ο συγγραφέας Κουτσί είναι νεκρός και έχουν μείνει πίσω του μια σειρά από ημερολογιακές καταχωρίσεις και προπαρασκευαστικές ασκήσεις που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για τη γραφή μιας αυτοβιογραφίας. Αυτές οι σημειώσεις έχουν βρεθεί στα χέρια ενός Αγγλου βιογράφου με το όνομα Βίνσεντ, ο οποίος αναλαμβάνει να γράψει τη βιογραφία του νομπελίστα Νοτιοαφρικανού συγγραφέα, του οποίου η δημόσια περσόνα «Τζ. Μ. Κουτσί» έχει χαρακτηριστεί ως ιδιαιτέρως μυστικοπαθής.
Από ποιους θα έπαιρνε συνεντεύξεις ένας ανάλογος βιογράφος; Τι είδους ερωτήσεις θα ρωτούσε; Με άλλα λόγια, ποια θα ήταν τα κατάλληλα πρόσωπα που θα μπορούσαν να δώσουν πληροφορίες και να διαφωτίσουν την προσωπικότητα ενός ιδιαίτερα κλειστού ατόμου που, εν πολλοίς, χρησιμοποίησε το υλικό της ζωής του και στα βιβλία του;
Οι διαφορετικές εκδοχές της συγγραφικής περσόνας που προκύπτουν μέσα από τις επιλογές τού εκάστοτε βιογράφου είναι το θέμα του καινούργιου βιβλίου του Κουτσί, το οποίο είναι και το τρίτο της τριλογίας των αυτοβιογραφικών του έργων «Σκηνές από τη ζωή ενός παιδιού» και «Σκηνές από τη ζωή ενός νέου». Στο τρίτο μέρος μάς δίδονται όχι μόνο βιογραφικές πληροφορίες αλλά και μύχιες εκμυστηρεύσεις από διάφορα πρόσωπα με τα οποία έχει ο συγγραφέας σχετιστεί στενά και που, εν πολλοίς (ιδιαίτερα οι γυναίκες), συγκλίνουν σε ένα καθόλου κολακευτικό πορτρέτο ενός «ξύλινου» και μη ανθρώπινου τύπου. Μία εξ αυτών είναι και η Βραζιλιάνα που ο Κουτσί ερωτεύτηκε σφόδρα και η οποία, σύμφωνα με τον βιογράφο, μπορεί να αποτέλεσε και το μοντέλο πάνω στο οποίο ο συγγραφέας κατασκεύασε την ηρωίδα του «Μια γυναίκα στο νησί του Ροβινσώνα».
Στο Θέρος, όπως και στα δύο προηγούμενα της τριλογίας, διερευνώνται κάποια κρίσιμα στάδια για την καλλιτεχνική και την πνευματική εξέλιξη του συγγραφέα.
Από πλευράς φόρμας και αφηγηματικών τεχνικών, το Θέρος είναι σαφώς πιο προωθημένο από τα προηγούμενα αυτοβιογραφικά έργα του (αποδεικνύοντας πως ο Κουτσί ακόμα και μετά το Νόμπελ συνεχίζει τους πειραματισμούς του, εξερευνώντας τη συνεχώς μεταβαλλόμενη σχέση πραγματικότητας και μυθιστορίας). Εχοντας ως σημείο εκκίνησης τις αρχές της δεκαετίας του εβδομήντα -όταν ο Τζον επέστρεψε στη Νότια Αφρική από την Αμερική, όπου και πήρε το διδακτορικό του στη διδασκαλία της Αγγλικής Λογοτεχνίας- βρίσκεται να συγκατοικεί με τον χήρο πατέρα του σ' ένα προάστιο του Κέιπ Τάουν και να ρίχνεται με μανία στη σκληρή χειρωνακτική εργασία στο κτήμα, ενώ ταυτόχρονα δημοσιεύει και τα πρώτα του μυθιστορήματα.
Στο Θέρος δεν μας δίδεται μια γραμμική αφήγηση για τα έργα και τις ημέρες του ήρωα ούτε κάποια καταγραφή των γεγονότων της ζωής του, αλλά μαθαίνουμε γι' αυτόν μέσα από μια συνάθροιση ημιτελών κειμένων από τα σημειωματάρια του Κουτσί, κάποιες αποσπασματικές σημειώσεις και πέντε συνεντεύξεις από ανθρώπους που τον γνώριζαν εκείνη την εποχή, όταν έβαζε τα θεμέλια στη συγγραφική του καριέρα.
Ο Βίνσεντ έχει μεν συγκεντρώσει θραύσματα των γραπτών του Κουτσί, αλλά δεν τα έχει ακόμα οργανώσει ούτε έχει αποφασίσει για την τελική αφηγηματική μορφή του πονήματός του. Το Θέρος θα μπορούσε να είναι η διαδικασία της σύνθεσης μιας μυθιστορηματικής βιογραφίας, με σημείο εστίασης τα χρόνια που ο ήρωας πάσχιζε να γίνει συγγραφέας. Μέσα από τις ημερολογιακές καταχωρίσεις και τις συνεντεύξεις, βλέπουμε τον Τζον να παλεύει με δύο σημαντικά εμπόδια: πώς να συμβιβαστεί με την πραγματικότητα της Νότιας Αφρικής την εποχή του απαρτχάιντ και, δεύτερον, πώς να συνάψει ουσιαστικές σχέσεις με τις γυναίκες - θέματα στα οποία έχει επανέλθει πολλές φορές και σε άλλα βιβλία του, μέσα από ιδιαίτερα ευφάνταστα μεταμοντέρνα τεχνάσματα.
Τα ημερολογιακά θραύσματα και οι συνεντεύξεις μάς δίνουν ένα κυβιστικό πορτρέτο του συγγραφέα, προσδίδοντάς του διαφορετικές, ακόμα και αντιθετικές, ιδιότητες και μια στοιχειώδη αληθοφάνεια αλλά απογοητεύοντας όσους στρέφονται στις βιογραφίες και στα απομνημονεύματα για να αντλήσουν πληροφορίες για το αντικείμενο του ενδιαφέροντός τους. Στο Θέρος εξερευνώνται τα όρια της αυτοβιογραφίας, αποδεικνύοντας, ακόμη μια φορά, πως δεν μετρούν στο τελικό αποτέλεσμα η αλήθεια και το ψεύδος των πληροφοριών αλλά η ερμηνεία τους και η ικανότητα «ανάγνωσης» των δεδομένων - δηλαδή η πρόθεση του βιογράφου. *
No comments:
Post a Comment