Εχοντας διαβάσει όλα τα προηγούμενα μυθιστορήματα της Αμάντας Μιχαλοπούλου, με το «Πώς να κρυφτείς», -μετά το «Γιάντες», το «Γιατί σκότωσα την καλύτερη μου φίλη», την «Πριγκίπισσα Σαύρα», το «Θα ήθελα», το «Παλιόκαιρος», το «Οσες φορές αντέξεις» και το «Εξω η ζωή είναι πολύχρωμη»-, ήξερα πριν ακόμη το ανοίξω ότι ο τίτλος ήταν ειρωνικός.
Στο βιβλίο που μόλις κυκλοφόρησε με τίτλο «Πώς να κρυφτείς», της Αμάντας Μιχαλοπούλου, (εκδόσεις Καστανιώτη), η αφήγηση είναι πολυφωνική. Ολοι μιλούν από μία φορά, εκτός από τον Στέφανο που είναι και ο κεντρικός ήρωας της ιστορίας. Και καθώς ο Στέφανος είναι εσωστρεφής, οι άλλοι αφηγητές (η γυναίκα του, η αδερφή του, μια μαθήτρια που είναι ερωτευμένη μαζί του, ο Γερμανός που τον απήγαγε όταν ήταν παιδί) αναλαμβάνουν να φωτίσουν τα κενά.
Το μυθιστόρημα έχει κινηματογραφική πλοκή και συνεχείς ανατροπές. Το οπισθόφυλλο του βιβλίου μιλάει για «ένα πολυφωνικό μυθιστόρημα γύρω από την αναζήτηση της αλήθειας και της ταυτότητας, της πατρίδας που είναι η γλώσσα και τα αγαπημένα πρόσωπα. Μια περιπέτεια που διατρέχει τόπους για να περιγράψει τελικά το πιο αναπάντεχο εσωτερικό ταξίδι».
Και το ταξίδι είναι πράγματι αναπάντεχο: η Αμάντα Μιχαλοπούλου ζούσε την τελευταία επταετία στο Βερολίνο. Και οι ήρωές της; Κινούνται επίσης μεταξύ Γερμανίας, Ελλάδας και Ταγγέρης. Ο Στέφανος, δάσκαλος, γύρω στα 35, έχει μετατεθεί στο Βερολίνο για να λύσει το μεγάλο αίνιγμα των παιδικών του χρόνων: την απαγωγή του από ένα ζευγάρι Γερμανών που βρήκαν στο πρόσωπό του την παρηγοριά για το χαμένο τους παιδί.
Εικόνες και μνήμες, εφιάλτες και ερωτήματα, γλαφυρές αφηγήσεις και ήρωες που θα ήθελες να γίνουν φίλοι σου... Πριν από τις γιορτές η Σώτη Τριανταφύλλου και ο Κώστας Κατσουλάρης συζήτησαν με τη συγγραφέα στο 104 Κέντρο Λόγου και Τέχνης των Εκδόσεων Καστανιώτης, ενώ οι ηθοποιοί Αλεξάνδρα Αϊδίνη και Δημήτρης Κουρούμπαλης διάβασαν αποσπάσματα από το βιβλίο. Οπως εξήγησε η συγγραφέας: «Ο τίτλος είναι ειρωνικός. Κανείς δεν μπορεί να κρυφτεί επ’ αόριστον. Ο Στέφανος κρύβεται επειδή φοβάται να διαλέξει, να ανήκει κάπου, να κατονομάσει τις ρίζες του».
Το δραματικό υπόβαθρο του βιβλίου περιγράφεται με μικρά γεγονότα και υπόγειο χιούμορ. Σαν ένα κέντημα. «Μα έτσι δεν θυμόμαστε; Aποσπασματικά και με κάποιες εικόνες», είπε η Αμάντα Μιχαλοπούλου. «Το Βερολίνο με βοήθησε να δω την Ελλάδα απέξω. Οταν ζεις σε μια χώρα δεν την παρατηρείς με την ίδια ενάργεια. Με την απόσταση, οι βαρύνουσες λεπτομέρειες επανέρχονται σαν σε όνειρο».
No comments:
Post a Comment