- Eξ αφορμης
- Tης Μαριας Tοπαλη, Η Καθημερινή, 31/12/2010
«Πιστεύω ότι το χειρότερο που μπορούμε να πάθουμε είναι να μην κυνηγάμε ουτοπίες, επειδή κάποτε ο μαρξισμός αποδείχτηκε τρύπιο βαρέλι. Τον άδειο πάτο της ελπίδας: αυτό είναι που φοβάμαι.» Ο γηραιός Τζορτζ Στάινερ, δηλώνοντας τα πιο πάνω σε συνέντευξή του στο τρίτο τεύχος του ελληνικού «the books’ journal» είναι «η» προσωποποίηση της ελπίδας. Αλλάζοντας διαρκώς χώρες και γλώσσες έγινε ο κοσμοπολίτης διανοούμενος της εποχής μας, ο αντιρρησίας του κατά Μπλουμ κανόνα, ο κριτικός που δεν μυρίζει ακαδημαϊκή ναφθαλίνη ή πολιτισμικό καθωσπρεπισμό, αλλά ωθεί στην αναγνωστική χειραφέτηση κηρύσσοντας τον έρωτα για το -όποιο! - βιβλίο, αυτό που ταιριάζει στον καθένα. Ανθρωποι με τόσο ελεύθερη, χαριτωμένη σκέψη μάς γεμίζουν αισιοδοξία, όπως το πέταγμα ενός πουλιού ή μια στοιχειώδης χειρονομία (το βλέμμα συμπαράστασης από έναν άγνωστο, το αυθόρμητο κέρασμα): ό, τι βαραίνει, δηλαδή, ως γενναιοδωρία και ευγένεια στον αντίποδα του κυνισμού και της ευτέλειας.
Εχει ειπωθεί ποικιλοτρόπως, μα θα χρειαστεί πιθανότατα να δουλευτεί πολύ ακόμα, η σκέψη ότι όσοι βρίσκονται σήμερα στο μέσον του βίου πλήττονται από την κρίση με ιδιαίτερη σκληρότητα, ακριβώς διότι εξανεμίζεται η δυνατότητά τους να ελπίζουν. Το βάθος χρόνου όπου τοποθετείται το ξεπέρασμα των προβλημάτων δεν θα τους αφορά πλέον ως αυτόνομα υποκείμενα, ως δημιουργούς της βιογραφίας τους, ως λιθοξόους της πραγματικότητας. Η ιστορία μοιάζει εφιαλτικά κυκλική, η ύπαρξη σισύφεια. Παρακολουθώντας, μαζί με τα παιδιά, το «Παραμύθι χωρίς όνομα» στη μάλλον αμήχανη παράσταση που ανέβασε το Εθνικό Θέατρο, οι ενήλικες δεν θα συγκινηθούν απλώς, θα ανατριχιάσουν από την τρομακτική επικαιρότητα όσων δημοσιεύονταν για την ελληνική πραγματικότητα πριν από εκατό ακριβώς χρόνια.
Ο κουλός, ο Μονοχέρης, μαζί με τον Πολύδωρο θα θεριστούν από τα εχθρικά πυρά για έναν ρομαντικό έρωτα, για την ανεξήγητη, με την κυνική λογική, ελπίδα. Πόσο είναι άξενα τα σύνορα, πόσο επικίνδυνος ο ρόλος του περαματάρη, του διαμεσολαβητή, του πάσης φύσεως μεταφραστή όταν τα πράγματα αγριεύουν… Λέει, επ’ αυτού, ο Στάινερ: «Τον καιρό της οικονομικής κρίσης και της αβεβαιότητας, οι κοινότητες στρέφονται αταβιστικά προς την ενδυνάμωση της ταυτότητάς τους. Παντού βλέπουμε γκέτο και όχι ειρηνική συμβίωση». Την τελευταία πατρίδα του, την Αγγλία, δεν διστάζει να την αναγνώσει με τη βοήθεια ανάλογων διαχρονικών μπεστ-σέλερ για παιδιά: «Δεν μας αρέσει να μεγαλώνουμε, επειδή είναι εξαιρετικά επίπονο. Το εθνικό μας βιβλίο δεν είναι ο Αμλετ, αλλά ο Πίτερ Παν του Μπάρι. Ενας ήρωας που φωνάζει «δεν θέλω να μεγαλώσω». Κοιτάξτε τα παραδείγματα της αγγλικής ιδιοφυΐας: ο Γκιούλιβερ, ο Ροβινσώνας Κρούσος, ο Σέρλοκ Χολμς, οι ιστορίες του Τόλκιν, ο Χάρι Πότερ της Ρόουλινγκ. Καταλαβαίνετε τώρα γιατί αυτό το μικρό νησί κυριαρχεί στην παγκόσμια παιδική λογοτεχνία: επειδή είναι γραμμένη και για ενήλικες».
Αν υποτεθεί ότι ένα από τα ελάχιστα καλά των κρίσεων είναι ότι ευνοούν τους δύσκολους αναπροσανατολισμούς, τότε στο κομμάτι που αφορά τον πολιτισμό της Ελλάδας θα είχε πολλά να προσφέρει το παράδειγμα του Στάινερ. Μια αληθινά δυναμική, αυτοσαρκαστική ανάγνωση του «Παραμυθιού χωρίς όνομα» (ως καθαρόαιμο μιούζικαλ;) θα μπορούσε να αποτελέσει την αρχή μιας τέτοιας προσπάθειας.
No comments:
Post a Comment