Tuesday, September 6, 2011

Κολμ Τόιμπιν: «Η φαντασία είναι ένα στοιχειωμένο σπίτι»


Ο βραβευμένος ιρλανδός συγγραφέας μιλάει για τη συγγραφή στο Φεστιβάλ του Εδιμβούργου
Κολμ Τόιμπιν: «Η φαντασία είναι ένα στοιχειωμένο σπίτι»
Από τη βράβευση του Κολμ Τόιμπιν με το Μαν Μπούκερ 2004

Η πρώτη εντύπωση που αφήνει το παρουσιαστικό του είναι ενός ανθρώπου βλοσυρού. Με τα κοκάλινα πρεσβυωπικά γυαλιά του κατεβασμένα χαμηλά στη μύτη, κοιτάζει με ευθύτητα κάτω από τα πυκνά φρύδια του και εκπέμπει ένα αίσθημα αυστηρότητας. Χρειάζονται μόλις λίγα δευτερόλεπτα, μέχρι να χαμογελάσει για πρώτη φορά, για αντιληφθείς ότι έχεις απέναντί σου έναν άνθρωπο με πολύ χιούμορ που αφηγείται θαυμάσιες ιστορίες με λόγο πυκνό και ζωντανό. Το ελληνικό κοινό συναντήθηκε με τον 56χρονο ιρλανδό πεζογράφο Κολμ Τόιμπιν πέρυσι τον Οκτώβριο, όταν βρέθηκε στην Αθήνα για την βράβευση του Αυστραλού Ντέιβιντ Μαλούφ με το Βραβείο Τζον Κρητικός.
Καλεσμένος εφέτος στο Φεστιβάλ Βιβλίου του Εδιμβούργου το τελευταίο δεκαπενθήμερο του Αυγούστου, ο Κολμ Τόιμπιν μίλησε για τον πόνο της συγγραφής και την απόλαυση της ανάγνωσης, για τη διαφορά του διηγήματος από το μυθιστόρημα, για την κατασκευή των μυθιστορηματικών και κινηματογραφικών σκηνικών, για την οικονομία των λέξεων και τη δυναμική της φράσης.
«Απόλαυση είναι να κολυμπάς στη Μαγιόρκα τον Αύγουστο, μια όμορφη βραδιά σε μια έρημη παραλία, να είναι εννέα η ώρα, ο ήλιος να μην έχει δύσει ακόμη και να σκέφτεσαι ότι σε λίγο σε περιμένει ένα ωραίο δείπνο, αυτό είναι απόλαυση. Το γράψιμο δεν είναι απόλαυση» με αυτά τα λόγια, παραστατικός, σαφής και ποιητικός, όπως στα κείμενά του, περιέγραψε στην κάμερα του «Guardian» πώς αντιλαμβάνεται τη διαδικασία της συγγραφής, την τελευταία μέρα του Φεστιβάλ Βιβλίου του Εδιμβούργου. «Οταν γράφεις ανασύρεις πράγματα από τα βάθη της μνήμης και της καρδιάς σου», συνέχισε, «πράγματα που θα έπρεπε να αφήσεις στην ησυχία τους, όπως πολύ σωστά κάνουν πολλοί άνθρωποι. Το μυθιστόρημα αποτελείται από χίλιες λεπτομέρειες που τις βρίσκεις στα πιο παράξενα μέρη, η φαντασία είναι ένα στοιχειωμένο σπίτι. Δεν έχει σημασία αν πρωτογράφεις ένα κείμενο ή αν το ξαναδουλεύεις, σε απασχολεί διαρκώς και αυτό δεν είναι απόλαυση. Ισως κάποιοι απολαμβάνουν τη διαδικασία της συγγραφής, αλλά όλο αυτό εγώ θα το αποκαλούσα πόνο. Υποθέτω ότι μερικοί αντλούν ευχαρίστηση από τον πόνο». Πραγματική απόλαυση θεωρεί την ανάγνωση «ειδικά όταν βρίσκεις, ενώ διαβάζεις, κάτι που σου αρέσει, πράγμα σπουδαίο».
«Το κοινό πάντοτε ενδιαφέρεται να μάθει τι εννοείς με όσα γράφεις και η πρόκληση, όταν κάνεις μια δημόσια ανάγνωση, είναι να ερμηνεύσεις σωστά τα γραφόμενά σου», είπε αναφερόμενος στις δημόσιες αναγνώσεις από το τελευταίο βιβλίο του κατά τη διάρκεια του φεστιβάλ. «Διάβαζα στο κοινό το διήγημα “Two Women” από τη συλλογή “EmptyFamily” και συνειδητοποίησα καθώς διάβαζα δυνατά ότι υπήρχε μια φράση που την έγραφα δύο φορές, και ελαφρά παραλλαγμένη και μια τρίτη, η οποία έλεγε “Εκείνος μίλησε για σένα”. Δυο ηλικιωμένες γυναίκες που στο παρελθόν ήταν ερωτευμένες με τον ίδιο άντρα συζητούν και η μία λέει στην άλλη αυτή τη φράση. Ξαφνικά κατάλαβα ότι υπήρχε πολλή συναισθηματική ένταση πίσω από αυτή την καθημερινή φράση, η οποία απλώς δηλώνει ένα γεγονός. Επειδή όμως είναι το μοναδικό πράγμα που λέει αυτή η γυναίκα στην άλλη για τον εραστή της, ο οποίος ήταν εραστής και των δύο, η φράση αποκτά άλλη δυναμική. Προσπάθησα να διαβάσω τη φράση σωστά και να μεταφέρω στο ακροατήριο τη συναισθηματική ένταση που κουβαλούσε, για να προλάβω την ερώτηση “τι εννοείς εδώ;” και νομίζω ότι το κοινό κατάλαβε. Τελικά», κατέληξε με τον τρόπο του Χέμινγκγουεϊ, ο οποίος είναι από τους συγγραφείς που τον έχουν επηρεάσει στον τρόπο της γραφής του, «μια απλή πρόταση που φαίνεται ότι προσφέρει πολύ λίγα μπορεί στην πραγματικότητα, αν το σωστό συναίσθημα βρίσκεται πίσω της, να κάνει πολλά».
Κατά καιρούς ο Τόιμπιν έχει αναγνωρίσει ότι η άσκηση στην υφολογική λιτότητα είναι μάθημα που διδάχτηκε από τον Χέμινγκγουεϊ, έναν συγγραφέα ο οποίος τον επηρέασε, όπως επίσης η Τζέιν Όστιν, ο Τζέιμς Τζόις, ο Μπέκετ, ο Καμύ και ο Σαρτρ και κυρίως ο αγαπημένος του Χένρι Τζέιμς, με τον οποίο ασχολήθηκε επισταμένα στη βραβευμένη μυθιστορηματική βιογραφία του «Χένρι Τζέιμς, ο δάσκαλος» (εκδόσεις Ωκεανίδα, 2007). Από τα έργα του στα ελληνικά κυκλοφορεί επίσης μόνο το μυθιστόρημά του «Λίγο πριν την αυγή» (Φυτράκης, 1998).
Ακριβολόγος, λυρικός και στυλίστας, καλλιεργεί εξίσου το μυθιστόρημα και το διήγημα –δείγμα του τελευταίου στα ελληνικά υπάρχει στη συλλογή «Το βιβλίο του Αλλου» (Τόπος, 2009)– και εξηγεί τις διαφορές στην κατασκευή τους: «Οταν γράφεις μυθιστόρημα πρέπει να είσαι σε ετοιμότητα, δεν είσαι το ίδιο φειδωλός όπως στο διήγημα, δεν εστιάζεις μόνο στην ψυχολογία, δεν στρέφεις το ενδιαφέρον σου στη μοναδική στιγμή, αλλά πρέπει, θέλεις δεν θέλεις, να μιλήσεις και για την κοινωνία στην οποία κινούνται οι χαρακτήρες σου και να προσθέσεις ένα σωρό λεπτομέρειες που δεν έχουν σημασία αλλά δίνουν γεύση στο κείμενο και προσθέτουν κάτι στους χαρακτήρες με τρόπο που στο διήγημα δεν το κάνεις».
Οσο για τα σκηνικά των μυθοπλαστικών έργων, τα οποία ο ίδιος περιγράφει με μαστοριά στα πεζογραφήματά του, είπε: «Σε κάποιο διήγημά μου μιλώ για τον κινηματογράφο και γράφω ότι δεν μπορείς να χρησιμοποιήσεις αυθεντικό σκηνικό όταν γυρίζεις μια ταινία, αυτό δεν λειτουργεί, το σκηνικό πρέπει να το στήσεις από την αρχή. Αν αναφέρεσαι σε μια παμπ, πρέπει να υποβάλλεις την αίσθηση της παμπ τοποθετώντας ένα δυο ποτήρια μπίρας πάνω στην μπάρα και μπουκάλια στα ράφια. Αντιθέτως, σε μια πραγματική παμπ υπάρχουν ένα πλήθος μικροαντικείμενα τριγύρω και πρέπει να αφαιρέσεις πράγματα, επιπλέον το φως δεν πέφτει το ίδιο καλά πάνω σε αντικείμενα ρυπαρά από τη χρήση. Στο διήγημα λοιπόν υπάρχει κάποιος σκηνογράφος που λέει ότι, όταν στήνεις ένα σκηνικό, πολύ λίγα πράγματα μπορούν να πουν πάρα πολλά, ενώ στην πραγματική ζωή υπάρχουν πάρα πολλά πράγματα γύρω που μπορεί να λένε πολύ λίγα».

No comments: