[Της Λινας Γιανναρου, Η Καθημερινή, 20/5/2011]. «Σημαντική ανακοίνωση: Οι εγγραφές στο Τμήμα αναστέλλονται μέχρι νεωτέρας». Η λιτή ανακοίνωση που έχει αναρτηθεί στην ιστοσελίδα του Τμήματος Νεοελληνικών Σπουδών του Πανεπιστημίου του Κέμπριτζ μπορεί να μην εξηγεί πολλά, όμως δεν χρειάζονται και πολλά για να καταλάβεις. Είναι το κόκκινο «Χ» έξω από ένα ετοιμόρροπο σπίτι. Ωστόσο, ο καθηγητής του Τμήματος, φιλόλογος - βυζαντινολόγος και εξέχων νεοελληνιστής Ντέιβιντ Χόλτον απαντά στο τηλέφωνο του γραφείου του με την ίδια ζωντάνια στη φωνή, όπως ακριβώς και τα προηγούμενα τριάντα χρόνια που διδάσκει στο φημισμένο πανεπιστήμιο. Και βέβαια σε άπταιστα, ατσαλάκωτα ελληνικά.
«Τα πράγματα δεν δείχνουν καλά, για να πούμε την αλήθεια. Αλλά το παλεύουμε», λέει στην «Κ». «Είμαστε σε συζητήσεις με το πανεπιστήμιο με στόχο τη διάσωση του Τμήματος, αλλά όπως ξέρετε σε όλα τα πανεπιστήμια γίνονται ραγδαίες περικοπές». Ως γνωστόν, η βρετανική κυβέρνηση δεν έχει αφήσει πολλά περιθώρια στα ακαδημαϊκά ιδρύματα, κλείνοντας την κάνουλα των κρατικών επιχορηγήσεων.
Τη χρονιά που εκπνέει, το Τμήμα λειτούργησε χωρίς πρωτοετείς φοιτητές, αλλά τα μαθήματα παραδίδονταν κανονικά σε όσους βρίσκονταν στον δεύτερο ή τον τρίτο χρόνο σπουδών. Ο αριθμός τους δεν ξεπερνά τους 20 φοιτητές.
Εάν δεν ευοδώσουν οι συζητήσεις, αυτό θα είναι το άδοξο τέλος ενός (ακόμα) σπουδαίου Τμήματος. Τα Νέα Ελληνικά διδάσκονται ως πτυχιακό πρόγραμμα σπουδών στο Κέμπριτζ για περισσότερα από 70 χρόνια. Η πορεία όμως των ανθρωπιστικών σπουδών διεθνώς (τα οποία δεν στηρίζονται από ερευνητικά προγράμματα) και ιδίως των τμημάτων σύγχρονων γλωσσών μοιάζει προδιαγεγραμμένη. Τα ελληνικά είναι από τα πιο εύκολα θύματα. Από τις περίπου 185 έδρες νεοελληνικών σπουδών που υπάρχουν σε πολλά πανεπιστήμια του κόσμου, αρκετές είναι υπό κατάργηση ή κινδυνεύουν να καταργηθούν. Ανάμεσά τους το τμήμα Νεοελληνικών του King’s College και αυτό του Κέμπριτζ. Και το γεγονός ότι σε δύο χρόνια ο καθηγητής Χόλτον συνταξιοδοτείται δεν αφήνει περιθώρια για αισιοδοξία. «Το τσεκούρι πέφτει εκεί που υπάρχει κενό. Και η σύνταξη δημιουργεί ένα κενό. Ετσι αποφεύγονται οι απολύσεις», λέει ο καθηγητής. «Στην ίδια κατάσταση είναι και άλλες σύγχρονες γλώσσες, όπως τα ολλανδικά, που επίσης έχουν μόνο μια διδακτική θέση. Οταν φύγει και εκείνος ο καθηγητής, το Τμήμα θα σβήσει».
Τα χρήματα από την Ελλάδα; «Ποιος μπορεί να ζητήσει χρήματα από την Ελλάδα πια;», λέει γελώντας. «Η Ελλάδα πάντα μας βοηθούσε και μας βοηθάει, όπως και όλα τα τμήματα νεοελληνικών σπουδών του εξωτερικού. Ομως πρόκειται για βοήθεια που μας επιτρέπει να αγοράζουμε βιβλία, όχι να διατηρήσουμε μια διδακτική θέση. Φυσικά είναι πάντα καλοδεχούμενα».
Θα μπορούσε ένας ιδιώτης να διασώσει το Τμήμα; Ποιος ξέρει. Τα χρήματα άλλωστε μπορούν να σε πάνε μέχρις ενός σημείου. Το μυαλό και των δύο πηγαίνει στην «πατρίδα» - όχι εξ αγχιστείας, περισσότερο εκ λατρείας για εκείνον. Ηταν μόλις 19 ετών όταν την πρωτογνώρισε σε εκείνο το ταξίδι ως φοιτητής κλασικής φιλολογίας και ο έρωτας ήταν ακαριαίος. «Διαβάζω εφημερίδες, βλέπω τις ειδήσεις στην τηλεόραση και αισθάνομαι ιδιαίτερα άσχημα. Η Ελλάδα υποφέρει από ένα μεγάλο πρόβλημα που πολλές φορές μοιάζει άλυτο. Αλλά ελπίζω και εύχομαι, η έκβαση να είναι καλή», συμπληρώνει εντυπωσιάζοντας με τα ελληνικά του. «Ολοι μας το θέλουμε η Ελλάδα να βγει από τον λαβύρινθο και να βγει βελτιωμένη».
Τι σκέφτονται άραγε οι συνάδελφοί του στο Κέμπριτζ; Εχει εισπράξει σαν «φιλέλληνας» λίγη από την υποτιμητική στάση των Ευρωπαίων προς τη χώρα; «Η αλήθεια είναι ότι πολλοί θεωρούν ότι οι Ελληνες είναι “συνένοχοι”, με την έννοια ότι ευθύνονται και οι ίδιοι για τη σημερινή κατάσταση της χώρας. Δεν ήταν δηλαδή μόνο εξωτερικοί παράγοντες που ήθελαν να καταστρέψουν την Ελλάδα. Κι αυτό βέβαια σημαίνει ότι εάν κάτι προέρχεται από μέσα, από μέσα θα βρεθεί και η λύση. Κάτι πρέπει να αλλάξει ριζικά στη χώρα. Τόσο η Ελλάδα όσο η Πορτογαλία και η Ιρλανδία χρειάζεται να βρουν τις ρίζες της κρίσης και να τις αντιμετωπίσουν δραστικά, ούτως ώστε να μην υπάρχει ο κίνδυνος να ξανασυμβεί».
Στην προσπάθεια αυτή, η «σπορά» νέων φιλελλήνων είναι πολύτιμη. «Οι φοιτητές που μαθαίνουν ελληνικά, ακόμα κι αν δεν τα σπουδάζουν, συνεχίζουν να ενδιαφέρονται για την Ελλάδα, την επισκέπτονται, τη συζητούν. Τρέφουν αγάπη για την πατρίδα» καταλήγει ο κ. Χόλτον.
No comments:
Post a Comment