Μας προσκαλούν στην παρουσίαση του μυθιστορήματος Ασώματη κεφαλή, του Βασίλη Λαδά που θα πραγματοποιηθεί στις 16 Νοεμβρίου, ημέρα Παρασκευή (ώρα 19:00), στην αίθουσα εκδηλώσεων του Δημαρχείου Πύργου.
Αναδημοσιεύω (από την εφημερίδα Αυγή) το κριτικό σημείωμα του φίλου ποιητή και κριτικού Κώστα Γ. Παπαγεωργίου για το μυθιστόρημα Ασώματος κεφαλή (εκδόσεις Πατάκη, σελ. 217) του Βασίλη Λαδά:
Περί τα μέσα της δεκαετίας του ’50, ένας δωδεκάχρονος από τα Προσφυγικά της Πάτρας εργάζεται σε κάποιο υποτυπώδες τσίρκο, «στημένο» στην πλατεία των Υψηλών Αλωνίων, παριστάνοντας την Ασώματη κεφαλή– με το σώμα επιδέξια κρυμμένο και με το κουρεμένο γουλί κεφάλι του στην κορυφή μιας στήλης ύψους δύο μέτρων, διασκεδάζει μικρούς και μεγάλους, απαντώντας σε ερωτήσεις τους ή προλέγοντας το μέλλον τους. Το γεγονός αυτό, σε μία εποχή που δεν απείχε πολύ από τον Εμφύλιο και «που οι Πατρινοί, όπως και όλοι οι Έλληνες, είχαν νωπές ακόμη τις ζοφερές εικόνες θερισμένων κεφαλών σύρριζα από τους ώμους», δημιούργησε προβληματισμό στην κοινωνία της πόλης, που εκφράστηκε και με επιστολές, σταλμένες και δημοσιευμένες σε τοπική συντηρητική εφημερίδα, στην πλειονότητά τους επιφυλακτικές, κατακριτικές και καταδικαστικές ενός θεάματος που, όσο κι αν, υποδορίως, γοήτευε, εξάπτοντας τη φαντασία αλλά και υποδαυλίζοντας τραυματικές μνήμες των απλών ανθρώπων, δεν έπαυε να απάδει προς τους κανόνες της κυρίαρχης υποκριτικής ηθικής και σεμνοτυφίας.
Αυτές τις επιστολές ανακαλύπτει ο αφηγητής, στα τέλη του 1999, στο Μουσείο Τύπου της πόλης, παρακινημένος από κάποιον δημοσιογράφο φίλο του, κατατρεγμένος από κατάθλιψη «για τα χρόνια που έφευγαν γρήγορα χωρίς να αναπληρώνονται», υποβάλλοντας εαυτόν σε κάτι σαν «θεραπευτική ιστοριοδιφική απασχόληση». Και αισθάνεται αμέσως κυριευμένος από μιαν ανεξήγητη περιέργεια, πολιορκημένος μάλλον από αμείλικτα ερωτήματα σχετικά με την τύχη του εξαφανισμένου από την Πάτρα δωδεκάχρονου παιδιού ή, καλύτερα, της Ασώματης κεφαλής, που τώρα –στα τέλη του 1999– θα έπρεπε να είναι κάτι παραπάνω από εξήντα χρονώ– γεγονός που τον οδηγεί σε μια, σεναριακής υφής, πιθανολόγηση εκδοχών της ζωής του ήρωά του. Συνδυάζοντας τα λιγοστά στοιχεία που έχει στη διάθεσή του με τα ιστορικά και τα κοινωνικά δεδομένα της εποχής και συνδέοντάς τα με το ιστορικό πλαίσιο του τόπου, με την ψυχοκοινωνιολογία και με τον βίαιο τρόπο που, ούτως ή άλλως, λειτουργεί η κοινωνική κάθαρση, αντιμετωπίζει το παιδί ως ήρωα ενός λαϊκού δρώμενου και φαντάζεται τη ζωή του σαν τη ζωή που θα ήθελε να είχε διανύσει ο ίδιος– έξω από συμβατικότητες και τυποποιημένες συμπεριφορές, δοτικό προς τους άλλους, "με ταξίδια, έρωτες, χαρά, ορφική μουσική και σοφία, κι ας μη διάβαζε ούτε ένα βιβλίο, αφού άλλωστε τα περισσότερα βιβλία είναι άχρηστα".
Η υπόθεση θα είχε πάψει να τον απασχολεί, αν, εντελώς συμπτωματικά και απροσδόκητα, τον Ιανουάριο του 2000, δεν μάθαινε, από κάποιον γνωστό του πατρινό διανοούμενο, στοιχεία για την πραγματική ζωή της Ασώματης κεφαλής, ανατρεπτικά της εικόνας που είχε δημιουργήσει γι’ αυτόν και, οπωσδήποτε, ενισχυτικά της πάγιας τάσης του να συσχετίζει τα καθέκαστα του παρόντος με καθοριστικά, γι' αυτό, συμβάντα του παρελθόντος. Να ψηλαφεί, με κατασταλαγμένα μέσα του τα αισθήματα της πικρίας και της ιδεολογικής ήττας, γεγονότα και καταστάσεις των μακρινών και των πρόσφατων περασμένων, αναζητώντας τα βαθύτερα αίτια των προσωπικών του και των συλλογικών διαψεύσεων. Γιατί, πώς θα μπορούσε να μην είναι ενισχυτικά της, συχνά διαβρωτικής, ενίοτε και ανατρεπτικής, κριτικής του διάθεσης απέναντι στα σύγχρονα, αποκαρδιωτικά, κοινωνικά τεκταινόμενα, τα όσα πληροφορήθηκε για τον άνδρα πια, που κάποτε υπήρξε η Ασώματη κεφαλή, έτσι που συνδέονταν άμεσα με τις σημαντικότερες και τραυματικότερες περιόδους της νεοελληνικής ιστορίας: Μικρασιατική Καταστροφή, προσφυγιά, Κατοχή, Εμφύλιος, ήττα της Αριστεράς, μετανάστευση, διώξεις των αριστερών, δικτατορία, μεταπολίτευση, διασάλευση των ιδεολογικών ορίων κ.λπ.
Θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς ότι η Ασώματη κεφαλή αποτελεί έναν συνδυασμό πραγματικότητας και μυθοπλασίας, έτσι καθώς τα αφηγηματικώς δρώμενα συνδέονται άμεσα με συγκεκριμένες ιστορικές περιόδους και συνακόλουθες καταστάσεις που ταλάνισαν επί μακρόν κάθε ιδεολογικά ευαίσθητο και σκεπτόμενο άνθρωπο– ένα σύνθετο αφηγηματικό είδος, όπου ο θεματικός πυρήνας αποτελεί, για τον –προσωπικά εμπλεκόμενο στα γρανάζια της Ιστορίας και της ιστορίας του- αφηγητή, το έναυσμα για, κάποτε επώδυνες, βυθομετρήσεις της ιστορικής του συνείδησης και των ηθικών αντοχών του. Ακόμη, αποτελεί το έναυσμα ή, εν πάση περιπτώσει, του προσφέρει το κίνητρο να καταθέσει στοιχεία της ιδεολογικής και της ηθικής του ταυτότητας, να γίνει, εν τη ρύμη του αφηγηματικού του λόγου, εξομολογητικός, καταθέτοντας την προσωπική του πικρία για την εξέλιξη της ζωής του και των πραγμάτων γενικότερα, διαρκώς κρίνοντας και αυτοκρινόμενος, σαρκάζοντας και αυτοσαρκαζόμενος, λοιδορώντας και αυτολοιδορούμενος.
Οι παρέμβλητες, και μάλλον εκτεταμένες, εξιστορήσεις πτυχών της ζωής κάποιων δευτερευόντων προσώπων της ιστορίας, εξάλλου, όσο κι αν κάποτε δημιουργούν την αίσθηση περιθωριακών, παράπλευρων, διευρύνσεων του αφηγηματικού καμβά, κάνουν προφανέστερη την πρόθεση του αφηγητή να εκφράσει τη συμπάθειά του σε άτομα που, κάποια στιγμή της ζωής τους, εντελώς αναπάντεχα, με μία πράξη ή χειρονομία τους, διαφοροποιούνται από την ομοιόμορφη ανθρώπινη αγέλη. Έτσι αντιμετωπίζει τον γέρο ανθοπώλη, πρόσφυγα και πρώην μακρονησιώτη, ο οποίος έδωσε στα ανίψια του εντολή να τον θάψουν με πολιτική ταφή, χωρίς θρησκευτική τελετή. Έτσι αντιμετωπίζει και όλα τα θύματα του σύγχρονου «πολιτισμού» –ενός πολιτισμού «των ξανθιών και των χοντρών»– όπου κυριαρχούν αργόσχολοι ημιμαθείς, «αλληλοθαυμαζόμενοι και αλληλοσπαρασσόμενοι», «αργόσχολοι εισοδηματίες, επαγγελματίες καρναβαλιστές, ωραίοι και ωραίες». Έτσι αντιμετωπίζει τον Ανδρίκο, τον αριστούχο φοιτητή που πέθανε στα είκοσί του χρόνια από υπερβολική δόση ηρωίνης και που μπορεί να υπήρξε θύμα μιας οργανωμένης, άνωθεν κινούμενης, προσπάθειας αποπροσανατολισμού των ευαίσθητων νέων με κοινωνικά και ιδεολογικά ενδιαφέροντα. Έτσι αντιμετωπίζει ακόμα και τον τρελό των παιδικών του χρόνων, τον Δεκάρα, ο οποίος σκοτώθηκε προσπαθώντας να μαζέψει μία δεκάρα που του πέταξαν για να διασκεδάσουν, καλοπροαίρετοι κατά τα άλλα, περαστικοί και καταστηματάρχες της γειτονιάς– και, βέβαια, έτσι αντιμετωπίζει τον ήρωα της ιστορίας του, την Ασώματη κεφαλή, που η ζωή του διαμορφώθηκε και κύλησε σύμφωνα με τις επιταγές των ιστορικών και των κοινωνικών συνθηκών και συγκυριών.
Κι αυτό γιατί πιστεύει ότι σε μια εποχή που απουσιάζουν εντελώς οι μεγάλοι κοινωνικοί αγώνες, ό,τι μετράει είναι οι προσωπικές αντιστάσεις και η αντίθεση προς τις κρατούσες ιδεολογίες. Άρα τέτοιοι άνθρωποι, όπως τα πρόσωπα της ιστορίας του, ίσως ερήμην τους, «κρατούν τη φλόγα των κοινωνικών αλλαγών αναμμένη».
No comments:
Post a Comment