Είναι φίλος, είναι συνάδελφος, είναι εκλεκτός διανοούμενος ο Τζεμίλ Τουράν, και πρέπει πολλοί συνάδελφοι να τον θεωρούν πραγματικό φίλο. Έχει στεριώσει στην Ελλάδα. Περισσότερα από είκοσι χρόνια βρίσκεται στον τόπο μας. Από τότε που ήρθε στην Ελλάδα δεν ξαναγύρισε στην πατρίδα του κι έχει νοσταλγήσει τους δικούς του. Όμως τη δική του πατρίδα που δεν την έχει ο χάρτης, ο Τζεμίλ την έχει μέσα στην καρδιά του. Όποιοι δεν τον ξέρουν, αν διαβάσουν το μυθιστόρημά του 'Τα παιδιά του Αραράτ" (εκδόσεις Καστανιώτη) θα καταλάβουν.
Πώς κυλάει έτσι μια κουβέντα και γίνεται σιγά σιγά μονόλογος-αφήγηση, γίνεται μαρτυρία! Η μια ανάμνηση χτυπάει πάνω στην άλλη, και γίνονται οι χάντρες που θα φτιάξουν το κομπολόι της ζωής. Αυτό το κομπολόι πήρε στα χέρια του ο Τζεμίλ και μίλησε για τη ζωή του, για τους αγώνες του, για τη φαμίλια του, για τους συντρόφους του, για τα βασανιστήρια, για την προσφυγιά του.Γεννήθηκε στο Αραράτ και από πολύ νωρίς έμαθε ότι είναι αιχμάλωτος. Όχι μόνο αυτός αλλά πενήντα εκατομμύρια Κούρδοι, αφού την πατρίδα του μοιράστηκαν τέσσερις κατακτητές. Έμαθε να είναι περήφανος για την καταγωγή του, αλλά και πως πρέπει να μιλάει ψιθυριστά γι' αυτήν, αφού οι Τούρκοι επισήμως δεν αναγνωρίζουν την ύπαρξή τους και τους έχουν καταχωρίσει στα κιτάπια τους ως «ορεσίβιους Τούρκους». Στο σπίτι του όμως μιλούν πάντα για την ελευθερία.Γυμνασιόπαιδο, μέσα σε ένα έντονα φορτισμένο κλίμα, κάνει την πρώτη αντιστασιακή πράξη του, χαστουκίζει το άγαλμα του Ατατούρκ, και μπαίνει για πρώτη φορά στη φυλακή. Θα ακολουθήσουν πολλές ακόμη και θα γνωρίσει όλα τα βασανιστήρια των «μεγάλων θωπευτών». Όχι μόνο αυτός, αλλά και ο αδερφός του, ο Μουσταφά, ο ξάδερφός του ο «Σιγιαμπέντ». Βγαίνει στην παρανομία και κινείται σα σκιά για να μπορέσει να δει την κόρη του. Ώσπου το κόμμα σχεδιάζει τη φυγή του στην Ελλάδα. Κάνει αυτή τη χώρα δεύτερη πατρίδα του, και αναζητώντας τα ίχνη του Μάνου Κατράκη, βρίσκει τα... Κύθηρα.Τα παιδιά του Αραράτ είναι μια συγκλονιστική αφήγηση-μαρτυρία για τη ζωή των Κούρδων – από τον πρώτο διαμελισμό της πατρίδας τους ώς τις μέρες μας. Καταγράφονται όλες οι εξεγέρσεις τους, αλλά και η προδοτική στάση πολλών Κούρδων αγάδων. Η αναζήτηση βοήθειας στη Σοβιετική Ένωση. Οι συμφωνίες μεταξύ Ιράν-Ιράκ και Τουρκίας για την εξαφάνιση των Κούρδων. Ο τρόπος που ξεσπίτωναν τις κουρδικές οικογένειες και τις οδηγούσαν μακριά από το Αραράτ. («Δεν υπήρχε κόρφος που να μην είχε κρύψει μια σταλιά χώμα, δεν υπήρχαν μάτια στεγνά. Τα ταλαιπωρημένα κορμιά πήγαιναν μπροστά κι οι ψυχές όλων έμεναν πίσω») Αναφέρονται οι δολοφονίες αγωνιστών, ο τρόπος που οργανώνονταν τα στρατόπεδα των ανταρτών. Περιγράφονται όλα τα βασανιστήρια στις τουρκικές φυλακές, τα κελιά που φιλοξένησαν τον Ναζίμ Χικμέτ και τον Σαμπαχατίν Αλί. «Και ίσως αναρωτηθείς γιατί σου τα λέω όλα αυτά; [...] Έχουμε μεταξύ μας μια βασική διαφορά. Εγώ όλα πρέπει να τα λέω και να τα ξανάλεω για να μη τα ξεχάσω αλλά και για να τα μάθουν και τα παιδιά μου, γιατί εμείς δεν έχουμε βιβλία που να περιγράφουν και να οριοθετούν την πατρίδα μας. Γιατί πρέπει την ιστορία μας να τη μαθαίνουμε από στόμα σε στόμα. Έτσι τα έμαθα κι εγώ από τους γονείς μου κι έτσι θα τα μάθουν τα παιδιά μας.»Ο όρκος που δίνει ο Κούρδος αγωνιστής είναι να ελευθερώσει την πατρίδα του. Πόσες ζωές θα χρειαστούν μέχρι τότε; Πόσα βασανιστήρια θα αντέξουν τα κορμιά; Δεν έχει σημασία. Το γράφουν και στο πρώτο λάβαρο του αγώνα τους: «Το μαύρο είναι το πένθος μας, το κόκκινο είναι το αίμα μας».
No comments:
Post a Comment