Monday, January 28, 2008

ΑΡΗΣ ΦΑΚΙΝΟΣ: Η γλώσσα μας κινδυνεύει!

Πολλοί οι Έλληνες του εξωτερικού που εμφανίζονται με φωτοστέφανο αλλά ολίγοι οι εκλεκτοί που αξίζουν αν όχι το φωτοστέφανο τουλάχιστον την εκτίμησή μας. Κι αυτό το σημειώνουμε γιατί τα τελευταία χρόνια πολλοί «πλασαρίστηκαν» στην ελληνική πνευματική αγορά με τίτλους καθηγητικούς που δεν είχαν και με άλλα στοιχεία στο βιογραφικό τους που ποτέ δεν απόκτησαν.

Στη φωτογραφία: Νίκος Λαγκαδινός και Άρης Φακίνος σ' ένα στιγμιότυπο από τη συνέντευξη του 1983 . Ο Άρης Φακίνος πέθανε στο Παρίσι από πνευμονικό οίδημα, σε ηλικία 63 ετών.

Ο Άρης Φακίνος, που γεννήθηκε στο Μαρούσι το 1935, σπούδασε στην Αθήνα και τη Λοζάνη, δίδαξε στο Γαλλικό Ινστιτούτο, δημοσίευσε το πρώτο μυθιστόρημά του το 1964. Ήταν το Εκέκραξα που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Φέξη. Τον Μάη του 1967 θα καταφύγει στο Παρίσι και θα δουλέψει στην ελληνική εκπομπή «Εδώ Παρίσι» της Γαλλικής Ραδιοφωνίας. Το 1969 δημοσιεύει στις εκδόσεις «Σέιγ» τη Μαύρη Βίβλο της δικτατορίας στην Ελλάδα. Από τον ίδιο εκδοτικό οίκο θα κυκλοφορήσει το μυθιστόρημά του Οι τελευταίοι βάρβαροι. Θ’ ακολουθήσουν η Επιτηρούμενη Ζώνη (1972), οι Παράνομοι (1976), ο Άνθρωπος που τάιζε τα περιστέρια (1980), η Αθήνα (1980). Και πρόσφατα κυκλοφόρησε η Ιστορία μιας χαμένης γης.

«Με βάση τη διήγηση του παππού μου Βαγγέλη – λέει ο Φακίνος – που πέθανε το 1970 εκατοχρονίτης και πάνω, θέλησα να ιστορήσω έναν αιώνα ελληνικής πραγματικότητας, όπως την έζησε και την κατάλαβε ένας φτωχός, αγράμματος αλλά πάνσοφος χωριάτης πριν αρχίσει ο «εξευρωπαϊσμός» μας. Γράφοντας απλά, λιτά, χωρίς φολκλορισμούς ή διανοουμενίστικες επιφάσεις. Κανένας δεν μας μίλησε, ποτέ, ούτε το σχολείο ούτε το πανεπιστήμιο, ούτε καν η λογοτεχνία μας, όπως μου μίλησε ο Βαγγέλης γι’ αυτό τον τόπο, για τη γη και τους ανθρώπους, που την αγαπούσαν και τη δούλευαν, για τους φτωχούς και τους πλούσιους, για τους αφέντες και τους δούλους, για την Ελλάδα που χάνεται – που χάθηκε ίσως…».

Μερικές σελίδες της Ιστορίας μιας χαμένης γης - έγραφαν πριν λίγο καιρό τα Λογοτεχνικά Νέα του Παρισιού – θυμίζουν τον Καζαντζάκη, άλλες τον Παπαδιαμάντη. Ίσως γιατί ο Φακίνος έχει ψυχή χωριάτη. Αυτός ο άνθρωπος δεν είναι του καιρού μας όταν γράφει, τα πόδια του είναι χωμένα στη γη του τόπου του.

Είναι πραγματικά αξιοσημείωτο το πόσο δύσκολα μπορεί κανείς να κρατήσει την Ελλάδα μέσα του όταν βρίσκεται μακριά της. Άλλοι μπορεί να πουν ότι είναι εύκολο και να προτάξουν το στίχο του Σεφέρη, που έμμεσα είναι η έγνοια τους: «Όπου και να πάω, η Ελλάδα με πληγώνει»!

Η έκφραση «Έλληνας του εξωτερικού» – θα μας πει ο Φακίνος – στη δική μου περίπτωση είναι κάπως δύσκολο να εφαρμοστεί για τον απλούστατο λόγο ότι έχω δημιουργήσει γύρω μου ένα μικρόκοσμο ελληνικό, ζώντας και δουλεύοντας για την Ελλάδα. Το υλικό μου σαν συγγραφέας είναι η Ελλάδα. Το γλωσσικό υλικό μου είναι η γλώσσα μας. Το ιστορικό υλικό μου είναι η ιστορία μας… Αλλά και σαν δημοσιογράφος, η Ελλάδα είναι η τροφός μου. Είναι δύσκολο να πει κανείς ότι ζω αποκομμένος από την Ελλάδα.

Μετά το κλείσιμο της εκπομπής «Εδώ Παρίσι», το 1976, ο Φακίνος θα σταματήσει τη δημοσιογραφική του δραστηριότητα.

«Ο αντιδικτατορικός αγώνας κάποια μέρα τέλειωσε. Άρχισε η διαδικασία της αλλαγής. Επομένως έπρεπε να αλλάξουν και οι χώροι όπου δίνονταν οι μάχες. Έτσι βρέθηκα στο πολιτιστικό κανάλι της Γαλλικής Ραδιοφωνίας, όπου από το ’77 ξεκίνησα μια δουλειά γνωριμίας όχι μόνο του γαλλικού αλλά και του δυτικοευρωπαϊκού κοινού με την ελληνική παραδοσιακή μουσική. Γιατί μπορώ να πω ότι μέχρι τότε, ελληνική μουσική για τους Γάλλους ήταν… μπουζούκι, συρτάκι αλά Ζορμπά κ.λπ.

H ελληνική λογοτεχνία στην Ευρώπη;

Μέχρι την περίοδο της δικτατορίας, οι έλληνες συγγραφείς που είχαν ξεπεράσει τα σύνορα της πατρίδας ήταν μετρημένοι στα δάχτυλα. Σήμερα, μπορούμε να πούμε ότι το ευρωπαϊκό κοινό γνώρισε συγγραφείς που δεν ήξερε. Βέβαια, υπάρχουν πολλά εμπόδια στη διάδοση της ελληνικής λογοτεχνίας και ένα απ’ αυτά είναι η γλώσσα μας, η οποία δεν μιλιέται εύκολα. Άλλωστε, κι εμείς οι ίδιοι έχουμε αρχίσει να την κακοποιούμε εδώ στην Ελλάδα. Άλλος λόγος είναι η έλλειψη ικανών μεταφραστών. Παρ’ όλα αυτά, λοιπόν, τα πράγματα τελευταία έχουν αρχίσει να αλλάζουν παρήγορα. Το αναγνωστικό κοινό αυξάνεται και το ενδιαφέρον για τη λογοτεχνία μας μεγαλώνει. Η Ελλάδα είναι αυτή τη στιγμή, για τον δυτικοευρωπαίο, ένας χώρος όπου παίζονται πολλά πολιτιστικά παιχνίδια και, φυσικά, πολιτικά. Είναι η Ελλάδα ένα είδος εργαστηρίου όπου γίνονται πολλά πειράματα. Σήμερα, ένα από τα μεγάλα ατού που έχει η Ελλάδα και που ακόμα είναι ανεκμετάλλευτο, είναι η πολιτιστική της παρουσία. Αυτό, ίσως, να το έχουμε υποτιμήσει. Δεν έχουμε καταλάβει ότι θα δοθούν πολλές μάχες στον πολιτιστικό τομέα. Εάν η Ελλάδα μπορέσει να εκμεταλλευτεί αυτή την αίγλη που έχει ώστε να προωθήσει τη γλώσσα της, την τέχνη της, νομίζω ότι και σε άλλα επίπεδα θα προωθήσουμε θέσεις που σήμερα δεν προωθούμε.

Και το επίπεδο της λογοτεχνίας μας;

Δεν είμαι ένας αισιόδοξος άνθρωπος. Εκείνο όμως που με κάνει γενικά αισιόδοξο είναι ότι, για πρώτη φορά στην ιστορία της λογοτεχνίας μας, αρχίζει να έχει διεθνείς διαστάσεις. Θέλω να πω ότι στα προβλήματα καταφέρνουμε να τους δίνουμε τέτοιες διαστάσεις ώστε και ο Ιρλανδός ακόμα να καταλαβαίνει ότι είναι και δικά του προβλήματα. Μέχρι σήμερα η λογοτεχνία μας ζούσε σε κάποιο γκέτο. Η γενιά του τριάντα μιλούσε για πράγματα που μόνο αυτή καταλάβαινε. Η γενιά του εμφύλιου και η δική μου γενιά μιλούσαν για παγκόσμια προβλήματα αλλά δίνοντάς τους μονάχα ελληνικό χαρακτήρα. Σήμερα, διαπιστώνω ότι οι έλληνες συγγραφείς αρχίζουν να δίνουν στα βιβλία τους μια διεθνή διάσταση.

Ο Φακίνος ευαισθητοποιείται – ένας έλληνας αυτός του εξωτερικού – στο θέμα της γλώσσας;

Δεν έχουμε ίσως ακόμα καταλάβει πως η γλώσσα μας κινδυνεύει. Βλέπεις, στην Αθήνα ή το Ηράκλειο, εννιά στις δέκα επιγραφές ξενόγλωσσες. Περπατούσα και κάποιος με σκούντησε στο δρόμο και αντί, λόγου χάρη, να μου πει «με συγχωρείτε», μου λέει «σόρι». Κι ήταν έλληνας στο… Σύνταγμα! Η γλώσσα είναι κάτι που πρέπει να προστατεύσουμε μ’ όλη μας τη δύναμη και τα μέσα που διαθέτουμε. Θα έπρεπε να φτάσουμε και σε ακραίες λύσεις. Είναι βέβαιο, αργά ή γρήγορα, ότι θα υποχρεωθούμε να απαγορεύσουμε στους καταστηματάρχες να γράφουνε το ζαχαροπλαστείο patisserie - για ποιο λόγο; Ο γάλλος τα βλέπει τα γλυκά – δεν πρόκειται να πάρει το ζαχαροπλαστείο για… ραφτάδικο!

[Εξόρμηση, 16-17 Ιουλίου 1983]

No comments: