Στη Φρανκφούρτη το βιβλίο κινείται άλλοτε στους ιλιγγιώδεις
ρυθμούς των νέων μέσων κι άλλοτε με τη ραθυμία και την περιέργεια του
βιβλιόφιλου.
ΚΩΣΤΑΣ Θ. ΚΑΛΦΟΠΟΥΛΟΣ, Η Καθημερινή, 11.10.2014
Την Τετάρτη η έκθεση βιβλίου άνοιξε τις πύλες της «στην ίδια πόλη υπό βροχή». Από το πρωί είχε κανείς την αίσθηση ότι ο βροχερός καιρός στη Φρανκφούρτη δεν συμβάδιζε απλώς με το «λογοτεχνικό φθινόπωρο» (την ονομασία που δίνουν οι Γερμανοί στην παραγωγή των βιβλίων, που παρουσιάζονται στο μεγαλύτερο σαλόνι του βιβλίου και των Μέσων, όπως έχει πλέον εξελιχθεί η διεθνής έκθεση), αλλά υπογράμμιζε, σαν σε ασπρόμαυρη ταινία, τον θάνατο του 88χρονου Ζίγκφριντ Λεντς.
Ολα τα πρωτοσέλιδα του γερμανικού Τύπου απέτισαν φόρο τιμής στον συγγραφέα του μυθιστορήματος «Εκθεση ιδεών» (Deutschstunde) και παλιό μέλος της Gruppe 47 (μαζί με τους Γκρας, Γιόνζον, Μπάιλ, Βάλζερ κ.ά.), παντού ξεχώριζε η ευγενική φυσιογνωμία με τη χαρακτηριστική πίπα, που συνήθιζε να καπνίζει.
Η «κουλ» Φινλανδία
Ταυτόχρονα, η Φινλανδία, η χώρα των 188.807 λιμνών, έκανε δυναμική είσοδο με το σλόγκαν «Finland. Cool.», που αποπνέει δροσιά, σ’ ένα ευφάνταστο λογοπαίγνιο με τον καιρό, την (φαινομενική) ψυχρότητα, αλλά και τη χαλαρότητα ενός λαού, που διακρίνεται για το ολιγομίλητο του χαρακτήρα του, για το χόκεϊ (παραδοσιακό το ντέρμπι ανάμεσα στη Σουηδία και τη Φινλανδία), για τον μινιμαλισμό στην αρχιτεκτονική, τη Nokia και, βέβαια, τον Πάαβο Νούρμι, τον Λάσε Βίρεν, αλλά και τον Καουρισμάκι. Ο τελευταίος είδε τα κείμενά του με τον τίτλο «Ο Καουρισμάκι για τον Καουρισμάκι» να κυκλοφορούν στα γερμανικά, μαζί με περίπου 200 φωτογραφίες στο κείμενο. Ομως, «οι Φινλανδοί δεν πίνουν μόνο καφέ», αντίθετα γράφουν βιβλία και, κυρίως, εισβάλλουν αργά αλλά σταθερά στη γερμανική αγορά, τριπλασιάζοντας τα τελευταία χρόνια τους τίτλους που μεταφράζονται στα γερμανικά.
Παράλληλα, τα λογοτεχνικά ένθετα των μεγάλων εντύπων επιδίδονται σε ευγενή άμιλλα, ποιο θα δημοσιεύσει το πιο πρωτότυπο θέμα σχετικά με την έκθεση και τη φορά αυτή τα πρωτεία κατέχει δικαιωματικά το ολοσέλιδο δοκίμιο του Κρίστοφερ Σμιντ στη Süddeutsche (7. 10.), του οποίου οι δακτυλισμοί στο πληκτρολόγιο διαβάζονται σαν κείμενο του Ναμπόκοβ ή του Λεμ, σχετικά με τους «ζογκλερισμούς της λογοτεχνίας», όταν «υποδύεται τον εαυτό της», αυτοαναιρείται και επανεγγράφεται μέσα από ευφάνταστα έργα συγγραφέων που αποδομούν τον κόσμο των μεγάλων λογοτεχνικών βραβείων (Γκονκούρ, Μπούκερ κ.ά.), όπως η Γερμανίδα Μαρλένε Στρέερουβιτς ή ο Αγγλος Εντουαρντ Σεντ Ομπιν, δύο ονόματα που, σύμφωνα με τους κριτικούς, απασχολούν το «σινάφι», αλλά και το αναγνωστικό κοινό, όπως και η Αγγλίδα Χίλαρι Μάντελ με μία εξαιρετική συλλογή διηγημάτων, με τον τίτλο «Η δολοφονία της Μάργκαρετ Θάτσερ». Για τους Γερμανούς πάντως εκδοτικό γεγονός παραμένει η ολοκλήρωση της τρίτομης βιογραφίας του Φραντς Κάφκα από τον Ράινερ Σταχ, η αυτοβιογραφία του Χανς Μάγκνους Εντσενσμπέργκερ (Tumult, «Αναταραχή») και η δίτομη έκδοση των διηγημάτων του Βλ. Ναμπόκοβ την περίοδο 1921-1953.
Η έκθεση επεφύλασσε για την Ελλάδα μία τιμητική διάκριση, αφού το μυθιστόρημα του Μάκη Τσίτα «Μάρτυς μου ο Θεός» βραβεύτηκε μαζί με άλλα 12 έργα από την Ευρώπη στον θεσμό του Λογοτεχνικού Βραβείου της Ευρωπαϊκής Ενωσης 2014. Ταυτόχρονα, η ελληνική παρουσία (παρά τις γνωστές παθογένειες του κλάδου και την εσωστρέφεια) γίνεται αισθητή όχι μόνο με το καλαίσθητο περίπτερο, αλλά και με δραστηριότητες που ξεφεύγουν από την πεπατημένη μιας παθητικής παρουσίας («Kαθημερινή», 7.10.), στην οποία είναι βυθισμένες για χρόνια η χώρα και η πλειονότητα των εκδοτών, οι οποίοι εγκλωβίζονται στον κρατικό προστατευτισμό, ως κακέκτυπο του γαλλικού προτύπου, και τη λογική των «φεστιβάλ βιβλίου».
Πέρα από την έκθεση
Ομως, ο κόσμος του βιβλίου δεν περιστρέφεται μόνο στην απεραντοσύνη των εκθεσιακών χώρων. Λίγα τετράγωνα πιο πέρα, κοντά στον Σταθμό, στην Κaiserstrasse 55, το βιβλιοπωλείο Südseite - Internationale Buchhandlung (Διεθνές Βιβλιοπωλείο), που λειτουργεί από τα τέλη του ’80 και φιλοξενεί εκατοντάδες τίτλους της ευρωπαϊκής λογοτεχνίας στο πρωτότυπο, κρύβει μικρούς θησαυρούς από παλιότερους ελληνικούς τίτλους, δυσεύρετους πλέον ακόμα και στην Αθήνα, όπως ο «Χατζή Μανουήλ» του Θρ. Καστανάκη, τα «Μηχανάκια» του Μ. Κουμανταρέα (παλιά έκδοση), τα «Ατελή ποιήματα» του Κ. Π. Καβάφη, αλλά και πολλά έργα του Μ. Λουντέμη σε πανόδετη παλιομοδίτικη έκδοση. «Τόσο οι Ελληνες όσο και οι Γερμανοί που μαθαίνουν ελληνικά αποτελούν την πελατεία μας», μας λέει η νεαρή υπάλληλος, και συμπληρώνει πως η έκθεση οδηγεί αρκετούς επισκέπτες στα ράφια του βιβλιοπωλείου. Αυτή η εικόνα «δένει» με εκείνη των υπαίθριων βιβλιοπωλών που «στήνουν την πραμάτεια» τους κάθε χρόνο τέτοιες μέρες στον προαύλιο χώρο της έκθεσης. «Ο καιρός είναι καλός για διάβασμα, αλλά άσχημος για εμπόριο», σχολιάζει ένας από αυτούς καλύπτοντας με διάφανη μεμβράνη τα βιβλία του για να τα προστατέψει από τη βροχή. «Στην ίδια πόλη υπό βροχή», το βιβλίο κινείται άλλοτε στους ιλιγγιώδεις ρυθμούς των νέων μέσων κι άλλοτε με τη ραθυμία και την περιέργεια του βιβλιόφιλου.
Την Τετάρτη η έκθεση βιβλίου άνοιξε τις πύλες της «στην ίδια πόλη υπό βροχή». Από το πρωί είχε κανείς την αίσθηση ότι ο βροχερός καιρός στη Φρανκφούρτη δεν συμβάδιζε απλώς με το «λογοτεχνικό φθινόπωρο» (την ονομασία που δίνουν οι Γερμανοί στην παραγωγή των βιβλίων, που παρουσιάζονται στο μεγαλύτερο σαλόνι του βιβλίου και των Μέσων, όπως έχει πλέον εξελιχθεί η διεθνής έκθεση), αλλά υπογράμμιζε, σαν σε ασπρόμαυρη ταινία, τον θάνατο του 88χρονου Ζίγκφριντ Λεντς.
Ολα τα πρωτοσέλιδα του γερμανικού Τύπου απέτισαν φόρο τιμής στον συγγραφέα του μυθιστορήματος «Εκθεση ιδεών» (Deutschstunde) και παλιό μέλος της Gruppe 47 (μαζί με τους Γκρας, Γιόνζον, Μπάιλ, Βάλζερ κ.ά.), παντού ξεχώριζε η ευγενική φυσιογνωμία με τη χαρακτηριστική πίπα, που συνήθιζε να καπνίζει.
Η «κουλ» Φινλανδία
Ταυτόχρονα, η Φινλανδία, η χώρα των 188.807 λιμνών, έκανε δυναμική είσοδο με το σλόγκαν «Finland. Cool.», που αποπνέει δροσιά, σ’ ένα ευφάνταστο λογοπαίγνιο με τον καιρό, την (φαινομενική) ψυχρότητα, αλλά και τη χαλαρότητα ενός λαού, που διακρίνεται για το ολιγομίλητο του χαρακτήρα του, για το χόκεϊ (παραδοσιακό το ντέρμπι ανάμεσα στη Σουηδία και τη Φινλανδία), για τον μινιμαλισμό στην αρχιτεκτονική, τη Nokia και, βέβαια, τον Πάαβο Νούρμι, τον Λάσε Βίρεν, αλλά και τον Καουρισμάκι. Ο τελευταίος είδε τα κείμενά του με τον τίτλο «Ο Καουρισμάκι για τον Καουρισμάκι» να κυκλοφορούν στα γερμανικά, μαζί με περίπου 200 φωτογραφίες στο κείμενο. Ομως, «οι Φινλανδοί δεν πίνουν μόνο καφέ», αντίθετα γράφουν βιβλία και, κυρίως, εισβάλλουν αργά αλλά σταθερά στη γερμανική αγορά, τριπλασιάζοντας τα τελευταία χρόνια τους τίτλους που μεταφράζονται στα γερμανικά.
Παράλληλα, τα λογοτεχνικά ένθετα των μεγάλων εντύπων επιδίδονται σε ευγενή άμιλλα, ποιο θα δημοσιεύσει το πιο πρωτότυπο θέμα σχετικά με την έκθεση και τη φορά αυτή τα πρωτεία κατέχει δικαιωματικά το ολοσέλιδο δοκίμιο του Κρίστοφερ Σμιντ στη Süddeutsche (7. 10.), του οποίου οι δακτυλισμοί στο πληκτρολόγιο διαβάζονται σαν κείμενο του Ναμπόκοβ ή του Λεμ, σχετικά με τους «ζογκλερισμούς της λογοτεχνίας», όταν «υποδύεται τον εαυτό της», αυτοαναιρείται και επανεγγράφεται μέσα από ευφάνταστα έργα συγγραφέων που αποδομούν τον κόσμο των μεγάλων λογοτεχνικών βραβείων (Γκονκούρ, Μπούκερ κ.ά.), όπως η Γερμανίδα Μαρλένε Στρέερουβιτς ή ο Αγγλος Εντουαρντ Σεντ Ομπιν, δύο ονόματα που, σύμφωνα με τους κριτικούς, απασχολούν το «σινάφι», αλλά και το αναγνωστικό κοινό, όπως και η Αγγλίδα Χίλαρι Μάντελ με μία εξαιρετική συλλογή διηγημάτων, με τον τίτλο «Η δολοφονία της Μάργκαρετ Θάτσερ». Για τους Γερμανούς πάντως εκδοτικό γεγονός παραμένει η ολοκλήρωση της τρίτομης βιογραφίας του Φραντς Κάφκα από τον Ράινερ Σταχ, η αυτοβιογραφία του Χανς Μάγκνους Εντσενσμπέργκερ (Tumult, «Αναταραχή») και η δίτομη έκδοση των διηγημάτων του Βλ. Ναμπόκοβ την περίοδο 1921-1953.
Η έκθεση επεφύλασσε για την Ελλάδα μία τιμητική διάκριση, αφού το μυθιστόρημα του Μάκη Τσίτα «Μάρτυς μου ο Θεός» βραβεύτηκε μαζί με άλλα 12 έργα από την Ευρώπη στον θεσμό του Λογοτεχνικού Βραβείου της Ευρωπαϊκής Ενωσης 2014. Ταυτόχρονα, η ελληνική παρουσία (παρά τις γνωστές παθογένειες του κλάδου και την εσωστρέφεια) γίνεται αισθητή όχι μόνο με το καλαίσθητο περίπτερο, αλλά και με δραστηριότητες που ξεφεύγουν από την πεπατημένη μιας παθητικής παρουσίας («Kαθημερινή», 7.10.), στην οποία είναι βυθισμένες για χρόνια η χώρα και η πλειονότητα των εκδοτών, οι οποίοι εγκλωβίζονται στον κρατικό προστατευτισμό, ως κακέκτυπο του γαλλικού προτύπου, και τη λογική των «φεστιβάλ βιβλίου».
Πέρα από την έκθεση
Ομως, ο κόσμος του βιβλίου δεν περιστρέφεται μόνο στην απεραντοσύνη των εκθεσιακών χώρων. Λίγα τετράγωνα πιο πέρα, κοντά στον Σταθμό, στην Κaiserstrasse 55, το βιβλιοπωλείο Südseite - Internationale Buchhandlung (Διεθνές Βιβλιοπωλείο), που λειτουργεί από τα τέλη του ’80 και φιλοξενεί εκατοντάδες τίτλους της ευρωπαϊκής λογοτεχνίας στο πρωτότυπο, κρύβει μικρούς θησαυρούς από παλιότερους ελληνικούς τίτλους, δυσεύρετους πλέον ακόμα και στην Αθήνα, όπως ο «Χατζή Μανουήλ» του Θρ. Καστανάκη, τα «Μηχανάκια» του Μ. Κουμανταρέα (παλιά έκδοση), τα «Ατελή ποιήματα» του Κ. Π. Καβάφη, αλλά και πολλά έργα του Μ. Λουντέμη σε πανόδετη παλιομοδίτικη έκδοση. «Τόσο οι Ελληνες όσο και οι Γερμανοί που μαθαίνουν ελληνικά αποτελούν την πελατεία μας», μας λέει η νεαρή υπάλληλος, και συμπληρώνει πως η έκθεση οδηγεί αρκετούς επισκέπτες στα ράφια του βιβλιοπωλείου. Αυτή η εικόνα «δένει» με εκείνη των υπαίθριων βιβλιοπωλών που «στήνουν την πραμάτεια» τους κάθε χρόνο τέτοιες μέρες στον προαύλιο χώρο της έκθεσης. «Ο καιρός είναι καλός για διάβασμα, αλλά άσχημος για εμπόριο», σχολιάζει ένας από αυτούς καλύπτοντας με διάφανη μεμβράνη τα βιβλία του για να τα προστατέψει από τη βροχή. «Στην ίδια πόλη υπό βροχή», το βιβλίο κινείται άλλοτε στους ιλιγγιώδεις ρυθμούς των νέων μέσων κι άλλοτε με τη ραθυμία και την περιέργεια του βιβλιόφιλου.
No comments:
Post a Comment