«Και τώρα τι μένει; Τι γίνεται όταν συστηθείς με τα όνειρά σου, τα
αγγίξεις με τα ακροδάχτυλά σου και εξοριστείς από αυτά; Ζεις απ’ την
αρχή!». Αβολες λέξεις, φορτισμένες, που ξεπήδησαν από τα κοινωνικά
δίκτυα. Μέσα στους γκρίζους δρόμους της πόλης, λίγο πριν από την πλατεία
Αμερικής ή μετά το Παγκράτι, το ενοχλητικό φως της οθόνης του κινητού
εκπέμπει νοήματα που μετρούνται σε λίγες ίντσες, του κινητού ή της
ταμπλέτας.
Στο πίσω κάθισμα ενός ταξί, στην άβολη θέση του
λεωφορείου, συνοδηγός ή επιβάτης, στο μοναχικό σκοτάδι των τούνελ του
μετρό, η λογοτεχνία φλερτάρει με τα κοινωνικά δίκτυα, αναζητώντας τη
συνύπαρξη. Κάπου εκεί εμφανίζονται και οι αμφιβολίες αν η σφιχτή φόρμα
των 140 χαρακτήρων μπορεί να φιλοξενήσει ένα λογοτεχνικό παιχνίδι
χαρακτήρων σε πραγματικό χρόνο, αν το πάντρεμα λέξεων και εικόνας στο
youtube είναι ένα βήμα προς τα μπροστά ή αν στο κατεβατό από
καταχωρίσεις του Facebook μπορεί κάποιος να αισθανθεί την ποίηση, να
βιώσει τα νοήματά της ή να βυθιστεί σε έναν μυθιστορηματικό κόσμο
αντίστοιχο με αυτόν που χτίζουν οι αράδες στο χαρτί.
Δίχως φως από
πίσω τους, με δερματόδετη ράχη και τη συχνά επικαλούμενη μυρωδιά τους,
ως επιχείρημα νοσταλγίας, εμπειρίας και υπεράσπισης μιας εποχής που
φεύγει, αυτής που κάποιοι μελετητές της εποχής μας ήδη ονομάζουν «το
διάλειμμα του Γουτεμβέργιου».
- Νέα εκφραστικά μονοπάτια
Υπό
το δεδομένο βάρος της απουσίας εμβάθυνσης, λόγω ακτινοβολίας της οθόνης,
η λογοτεχνία αναζητεί συμπιεσμένα, όπως τα αρχεία, εκφραστικά μονοπάτια
στα κοινωνικά δίκτυα. Ο Γιάννης Φαρσάρης, συγγραφέας αλλά και «άνθρωπος
του Ιντερνετ», δημιουργός του «tweet_stories» -από τη συλλογή του
οποίου προέρχεται και η εισαγωγική φράση του κειμένου- τονίζει ότι «όλα
στο Ιντερνετ είναι πιο γρήγορα, απουσιάζουν η υπομονή και η βύθιση. Επί
του παρόντος, το όλο πράγμα είναι συγκεχυμένο. Ομως, τα λογοτεχνικά
διαμάντια έχουν τρόπο έκφρασης στο Διαδίκτυο και θεωρώ ότι στο επόμενο
επεισόδιο τα ταλέντα θα αναδεικνύονται από τα κοινωνικά δίκτυα. Το ίδιο
στη μουσική, στη δημοσιογραφία και παντού. Από εκεί θα αναδυθούν οι νέες
φωνές, αποτυπώνοντας την εποχή. Παλιά υπήρχαν τα λογοτεχνικά καφενεία
και τα περιοδικά, τώρα τα κοινωνικά δίκτυα. Σημείωση, βέβαια, ότι
υπάρχουν πάρα πολλά σκουπίδια που θολώνουν την εικόνα, ενδεχομένως
σκεπάζουν τις καλές φωνές».
Οπως εστιάζει και ο κ. Φαρσάρης, στις
κοινωνικές πλατφόρμες, περσόνες της φαντασίας, του μύθου ή του
παρελθόντος αποκτούν άβαταρ και μετέχουν στα κοινά, δοκιμάζοντας την
αξία του λόγου τους. Για παράδειγμα, στο twitter, o @Jesus δηλώνει στο
προφίλ του ότι είναι «ξυλουργός, θεραπευτής, Θεός». Εχει περισσότερους
από 570.000 πιστούς και η προσωπική του σελίδα είναι η καταχώριση για
τον Ιησού στο Wikipedia. Γελάει δυνατά (LOL) με τη δημοκρατία και
παραδέχεται ότι «οι γυναίκες έχουν πάντα δίκιο». Είναι μία από τις
πολλές εικονικές προσωπικότητες που έχουν δημιουργηθεί στα κοινωνικά
δίκτυα και μέσα από 140 χαρακτήρες διακωμωδούν, προβληματίζουν,
συγκινούν. Εκφράζονται σε ένα άχρονο πεδίο, όπου το παλιό συναντά το
νέο.
Για τον Αλέξη Σταμάτη, συγγραφέα εξοικειωμένο με την ψηφιακή
κουλτούρα, το Facebook αποτέλεσε μια πλατφόρμα διάδρασης με το
αναγνωστικό κοινό: «Στο τελευταίο βιβλίο μου, ο τίτλος βγήκε από μία
άτυπη ψηφοφορία στο Facebook. Επειδή δεν με ικανοποιούσε αυτός που είχα,
κατέληξα σε 38 εκδοχές. Το κοινό ανέδειξε τον τίτλο “Μπορείς να κλάψεις
μέσα στο νερό;”, με 80 ψήφους και ο επόμενος μετά από αυτόν είχε δέκα.
Είπα, κάτι συμβαίνει με αυτόν τον τίτλο, άρεσε στον κόσμο παρότι εγώ δεν
το είχα διακρίνει. Για έναν συγγραφέα το να θέτει θέματα για τα βιβλία
του είναι πάρα πολύ ενδιαφέρον, αν έχει διάθεση και κέφι να το κάνει.
Αυτό που θα ήθελα να τονίσω, όμως, είναι ότι το βιβλίο δεν πρόκειται να
πεθάνει γιατί είναι ένα πανέξυπνο τεχνούργημα του ανθρώπου. Οπως το
κουτάλι δεν μπορεί και δεν πρόκειται να αντικατασταθεί».
- Κοινό υπό διαμόρφωση
Από
την άλλη πλευρά, υπάρχουν και επιπτώσεις στην ίδια τη βιομηχανία της
λογοτεχνίας, όπως αναφέρει ο κ. Φαρσάρης: «Μέσα από αυτή τη σχέση, οι
παραδοσιακές επιχειρήσεις χάνουν τζίρο. Ενα μέρος της μάχης έχει να
κάνει και με αυτό. Οταν ξαφνικά ο κόσμος αρχίζει να ικανοποιεί την
ανάγκη για λογοτεχνία με όσα διαβάζει στα κοινωνικά δίκτυα και το
Διαδίκτυο, τότε φθίνει και η αγοραστική του επιθυμία.
Δεδομένο
είναι ότι η αναβίωση του χαϊκού και η εμφάνιση ρευμάτων όπως η
μικρο-ποίηση αναζήτησαν κοινό στα social media την τελευταία δεκαετία
και δεν μπορεί ακόμη να ειπωθεί ότι το βρήκαν. Πρόωρα ίσως, δεν έτυχαν
διάδοσης, όπως και μυθιστορήματα δημιουργημένα σε κοινωνικά δίκτυα με
διαλόγους εικονικών χαρακτήρων, ένα νέο είδος λογοτεχνικής έκφρασης.
Αντίθετα, έτυχε αποδοχής η προβολή κλασικών μυθιστορημάτων μέσα από
tweets, μια τάση που λέγεται ότι ξεκίνησε από τη Φλόριντα. «@janeaustin:
Γυναίκα συναντά άντρα με το όνομα Ντάρσι, που μοιάζει φριχτός. Τελικά
είναι καλός». Σύμφωνα με τον Τιμ Κόλινς, συγγραφέα του «μικρού βιβλίου
του Twitter», μπορεί να αποτελέσει μια νέα σχέση λογοτεχνίας και νέων
μέσων.
Εύλογα, λοιπόν, γεννιέται το ερώτημα αν ο Σαίξπηρ στάλαξε σε ένα tweet τα νοήματά του: «να ζει κανείς η να μη ζει».
Κατεβάστε εδώ το συλλογικό έργο «#Tweet_stories»
- Σχετικά hashtags στο twitter: #microstories, micropoetry, #haiku, #MMM_poetry
Καταθέστε την άποψή σας, συνδέσμους ή δείγμα γραφής.
- Σχόλια
Ακόμα κι είναι "ναι" η απάντηση στο ερώτημα αν ο Σαίξπηρ έγραψε
το «Ρωμαίος και Ιουλιέτα» για να σταλάξει μέσα σε ένα tweet τα νοήματά
του: «να ζει κανείς η να μη ζει. #erotas», πρέπει να βάλουμε και την
παράμετρο: "Πώς κατέληξε ο Σαίξπηρ σε αυτό το νόημα;". Η πορεία που
διαγράφει αυτό το νόημα, ως να μορφοποιηθεί, μέσα από τους στίχους του
έργου του, τους διαλόγους των ηρώων του, τις εναλλαγές των σκηνών πώς
μπορεί να φανούν μέσα από τις δυνατότητες που δίνουν τα social media; Γιατί, νομίζω, ότι όσο η λογοτεχνία φλερτάρει με τα Social Media, στο
παρασκήνιο γεννιέται ο προβληματισμός: Το λακωνίζειν εστί η φιλοσοφείν ή
μασημένη τροφή;
Σχολίασε ο/η Jesus |
13:39:00, Οκτώβριος 19th, 2013