Κωνσταντινούπολη: στιγμές αμεριμνησίας και περισυλλογής στις
όχθες του Βοσπόρου. Το νέο βιβλίο του Αχμέτ Ουμίτ διαδραματίζεται στην
Πόλη αλλά και στην Ελλάδα.
Συνάντησα τον Τούρκο συγγραφέα Αχμέτ
Ουμίτ σε κεντρικό ξενοδοχείο της πλατείας Συντάγματος, ένα ήρεμο
αθηναϊκό πρωινό. Με πλησίασε χαμογελώντας έχοντας στο πλευρό του τον
μεταφραστή του, τον κ. Θάνο Ζαράγκαλη, και τον φίλο του, τον ποιητή κ.
Αϊχάν Μποζκούρτ. Με τη γυναίκα του και τον Αϊχάν ταξίδεψαν οδικώς από
την Κωνσταντινούπολη και, έπειτα από μια παράκαμψη στη Βουλγαρία,
έφτασαν στη χώρα μας. Πρώτη στάση, τα Γιάννενα, για να συλλέξει ο
συγγραφέας υλικό για το επόμενο μυθιστόρημά του. Ακολούθησε η Αθήνα, με
τελικό προορισμό τη Θεσσαλονίκη, όπου και θα ολοκληρωνόταν η έρευνα
σχετικά με τη δράση της «Επιτροπής Ενωσης και Προόδου» των Νεοτούρκων, η
οποία συγχωνεύτηκε το 1907 με την «Οργάνωση Οθωμανικής Ελευθερίας», που
είχε ιδρυθεί στη Θεσσαλονίκη το 1906.
Η ιστορία του νέου του βιβλίου, λοιπόν, διαδραματίζεται στην Κωνσταντινούπολη και στην Ελλάδα. Σε αυτό, ο Ουμίτ θίγει ένα «παγκόσμιο ζήτημα», όπως λέει ο ίδιος. Δηλαδή; «Αν το κράτος είναι περισσότερο ιερό ή ο άνθρωπος. Αν είναι ηθικό και αναγκαίο να θυσιάζονται οι άνθρωποι για χάρη του κράτους». Δεν είναι σίγουρος ακόμα για τον τίτλο που θα του δώσει, όπως λέει, αλλά προσωρινά το ονόμασε «Τα δάκρυα του αγγέλου».
Ξεκίνησε να γράφει αστυνομικά διηγήματα, γεμάτα νεύρο και ανατροπές. «Τη στιγμή του εγκλήματος πέφτουν οι μάσκες και εμφανίζεται ο πραγματικός μας εαυτός. Εκδηλώνεται σε ακραίο βαθμό ο φόβος, η προδοσία, η ωμότητα, η επιθετικότητα». Οι ιστορίες του, ωστόσο, έχουν χιούμορ: «Το χιούμορ είναι ένα απολύτως απαραίτητο συστατικό, το αντιστάθμισμα σε όσα “εγκληματικά” συμβαίνουν. Είναι άλλωστε σπουδαίο εργαλείο για τον συγγραφέα, γιατί μ’ αυτό εκφράζει το πώς βλέπει τον κόσμο και πώς τον ερμηνεύει».
Πρωταγωνιστής στα έργα του είναι ο αστυνόμος Νεβζάτ, ο οποίος δεν είναι ο αντιπροσωπευτικός Τούρκος αστυνομικός, όπως θα τονίσει. Είναι ένας «ιδανικός» τύπος αστυνομικού, τον οποίο παρουσιάζει, κατά τη διάρκεια των ομιλιών του σε στελέχη της Ασφάλειας, για να τον έχουν υπ’ όψιν τους και να τον μιμηθούν.
Ο Νεβζάτ είναι γέννημα θρέμμα της Πόλης και γι’ αυτό, άλλωστε, διαθέτει κοσμοπολιτισμό, μιας και έζησε σε γειτονιές όπου κατοικούσαν οικογένειες Ελλήνων, Αρμενίων και Εβραίων. «Εξαιτίας αυτού του κοσμοπολιτισμού, εξάλλου, οι παλιοί κάτοικοι της Πόλης δεν κάνουν διαχωρισμούς και διακρίσεις. Ανέχονται το διαφορετικό, έζησαν και ζουν αγαστά με αυτό», σχολιάζει ο συγγραφέας. «Με εμπνέει η Ιστορία», συνεχίζει. «Οταν επισκέπτομαι τους ρωμαϊκούς, βυζαντινούς, οθωμανικούς αρχαιολογικούς χώρους, ανακαλύπτω τα θέματά μου και αρχίζω να γράφω. Σπάνια να ξεφύγω από το αρχικό μου σχέδιο. Κι αυτό θα συμβεί μόνο όταν ένα, δευτερευούσης σημασίας, γεγονός αποκτήσει μεγαλύτερη σημασία κατά την εξέλιξη της ιστορίας. Γιατί μπορεί, αίφνης, ένας ασήμαντος ήρωας να γίνει ένας από τους πρωταγωνιστές», συμπληρώνει χαμογελώντας.
Αρμενική Γενοκτονία
Σε πολλά βιβλία του, όπως στη «Ραψωδία του Πέρα» και στις «Μνήμες της Κωνσταντινούπολης», δεν διστάζει να γράψει για τις μειονότητες, αλλά και για την Αρμενική Γενοκτονία (στο Patasana, 2000). Και όταν σ’ αυτό το σημείο τον ρωτάω πώς τολμάει να ασχολείται με θέματα ταμπού στην τουρκική κοινωνία, απαντάει ότι κάνει το αυτονόητο: «Αν ο συγγραφέας έχει ήθος πρέπει να είναι κοντά στους ηττημένους και τους καταπιεσμένους».
Ο Αχμέτ Ουμίτ ζει στην Κωνσταντινούπολη, σε μια πόλη που είναι παρελθόν και παρόν ταυτοχρόνως, εκεί όπου συνυπήρξαν και συνυπάρχουν διάφοροι πολιτισμοί. Αγαπάει κάθε γωνιά της, κάθε πλευρά της ιστορίας της, κάτι που δικαιολογεί με σαφήνεια, χωρίς περιστροφές: «Και επειδή διασώζονται στην πόλη τα κτίρια, οι λατρευτικοί χώροι των άλλων, εκείνων που έφυγαν και εγκατέλειψαν τα σπίτια και τους αγαπημένους τόπους τους, ενώ οι συνήθειές τους, όπως οι γαστρονομικές, ακόμα διατηρούνται και αποτελούν μέρος του πολιτισμού της».
Τα μυθιστορήματα του κ. Ουμίτ δεν είναι μόνο αστυνομικά. Είναι πολιτικά, θρησκευτικά, ψυχολογικά και κοινωνικά: ο συγγραφέας εξετάζει τα αίτια του εγκλήματος, τα κίνητρα που έχουν ψυχολογική και κοινωνική διάσταση. Και μπορεί να επιλέγει θέματα ταμπού, ωστόσο τα προσεγγίζει από μια ανθρώπινη σκοπιά, δεν κάνει εύκολη πολιτική, δεν λαϊκίζει. «Δεν γράφω για να διαψεύσω ή να επαληθεύσω τα ιστορικά και πολιτικά γεγονότα», λέει. «Περιγράφω τις τραγωδίες, τις μεγάλες καταστροφές. Με ενδιαφέρει ο άνθρωπος και όχι η γλώσσα, η θρησκεία, το χρώμα του δέρματος. Χρησιμοποιώντας την αστυνομική πλοκή, εξηγώ τον πολιτισμό, προσπαθώ να ερμηνεύσω τον άνθρωπο».
Οταν παρατηρώ ότι στην «Πύλη του δερβίση», ο μυστικισμός συναντά τον υλισμό, σχολιάζει: «Μολονότι δεν είμαι θρησκευόμενος, επιχειρώ να καταλάβω τους ανθρώπους μέσω των θρησκειών, να δω όλες τους τις πλευρές. Και ο μυστικισμός μπορεί να ρίξει φως σ’ αυτό που είναι σήμερα η Ανατολή, ενώ ο εκφραστής της, ο Τζελαλεντίν Ρουμί, η διδασκαλία του οποίου κυριαρχεί στην Πύλη του δερβίση, είναι γι’ αυτήν ό,τι είναι ο Δάντης για τη Δύση». Η κεντρική ηρωίδα του έργου, εξάλλου, η Κάρεν, η οποία έρχεται από το Λονδίνο να αναζητήσει την ταυτότητά της στο Ικόνιο, φαίνεται ότι συμβολίζει την ίδια την Τουρκία: μια χώρα που βρίσκεται στο μεταίχμιο Ανατολής και Δύσης, ανάμεσα στον σύγχρονο τρόπο ζωής και τις παραδόσεις.
Οσο περνάει η ώρα και τον ακούω να μιλάει για το γραφείο του στο Πέραν και τη μητέρα του, ενισχύεται η αρχική μου εντύπωση ότι μολονότι είναι ένας από τους πιο δημοφιλείς, διεθνώς επιτυχημένους συγγραφείς της Τουρκίας, διακρίνεται για τη σεμνότητα και τον αυθορμητισμό του, την απλότητα και την αμεσότητα του λόγου του. Εν τέλει, αυτός που έχει κάτι ουσιαστικό να πει, δεν χρειάζεται μεγάλα λόγια και επιτήδευση. Αρκεί να δείχνει αυτό που είναι.
Ποιος είναι
Γεννήθηκε το 1960 στην πόλη Γκαζιαντέπ της Τουρκίας και σπούδασε Δημόσια Διοίκηση και Πολιτικές Επιστήμες. Ανήκει στην ολιγομελή ομάδα Τούρκων συγγραφέων που έχουν την τύχη να ζουν από τη συγγραφική τους δραστηριότητα. Πωλούνται ετησίως περί τα 700.000 με 800.000 αντίτυπα, αριθμός μεγάλος για την Τουρκία, όπου, όμως, το βιβλίο κερδίζει όλο και περισσότερους αναγνώστες τα τελευταία χρόνια. Για τη συλλογή διηγημάτων του «Η ξυπόλητη νύχτα», έλαβε, το 1992, το βραβείο Συγγραφής και Τέχνης του Φερίτ Μπαγίρ. Εμφανίστηκε στα Γράμματα με την ποιητική συλλογή «Η κρυψώνα του δρόμου», το 1989.
Εργα του μεταφρασμένα στα ελληνικά: «Ομίχλη και νύχτα», Ωκεανίδα1999, «Εγκλήματα με ονομασία προέλευσης», Κέδρος 2002, «Η ραψωδία του Πέρα», Κέδρος 2006, «Μνήμες της Κωνσταντινούπολης», 2012, και «Η πύλη του δερβίση», 2013. Τα δύο τελευταία κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Πατάκη.
Η ιστορία του νέου του βιβλίου, λοιπόν, διαδραματίζεται στην Κωνσταντινούπολη και στην Ελλάδα. Σε αυτό, ο Ουμίτ θίγει ένα «παγκόσμιο ζήτημα», όπως λέει ο ίδιος. Δηλαδή; «Αν το κράτος είναι περισσότερο ιερό ή ο άνθρωπος. Αν είναι ηθικό και αναγκαίο να θυσιάζονται οι άνθρωποι για χάρη του κράτους». Δεν είναι σίγουρος ακόμα για τον τίτλο που θα του δώσει, όπως λέει, αλλά προσωρινά το ονόμασε «Τα δάκρυα του αγγέλου».
Ξεκίνησε να γράφει αστυνομικά διηγήματα, γεμάτα νεύρο και ανατροπές. «Τη στιγμή του εγκλήματος πέφτουν οι μάσκες και εμφανίζεται ο πραγματικός μας εαυτός. Εκδηλώνεται σε ακραίο βαθμό ο φόβος, η προδοσία, η ωμότητα, η επιθετικότητα». Οι ιστορίες του, ωστόσο, έχουν χιούμορ: «Το χιούμορ είναι ένα απολύτως απαραίτητο συστατικό, το αντιστάθμισμα σε όσα “εγκληματικά” συμβαίνουν. Είναι άλλωστε σπουδαίο εργαλείο για τον συγγραφέα, γιατί μ’ αυτό εκφράζει το πώς βλέπει τον κόσμο και πώς τον ερμηνεύει».
Πρωταγωνιστής στα έργα του είναι ο αστυνόμος Νεβζάτ, ο οποίος δεν είναι ο αντιπροσωπευτικός Τούρκος αστυνομικός, όπως θα τονίσει. Είναι ένας «ιδανικός» τύπος αστυνομικού, τον οποίο παρουσιάζει, κατά τη διάρκεια των ομιλιών του σε στελέχη της Ασφάλειας, για να τον έχουν υπ’ όψιν τους και να τον μιμηθούν.
Ο Νεβζάτ είναι γέννημα θρέμμα της Πόλης και γι’ αυτό, άλλωστε, διαθέτει κοσμοπολιτισμό, μιας και έζησε σε γειτονιές όπου κατοικούσαν οικογένειες Ελλήνων, Αρμενίων και Εβραίων. «Εξαιτίας αυτού του κοσμοπολιτισμού, εξάλλου, οι παλιοί κάτοικοι της Πόλης δεν κάνουν διαχωρισμούς και διακρίσεις. Ανέχονται το διαφορετικό, έζησαν και ζουν αγαστά με αυτό», σχολιάζει ο συγγραφέας. «Με εμπνέει η Ιστορία», συνεχίζει. «Οταν επισκέπτομαι τους ρωμαϊκούς, βυζαντινούς, οθωμανικούς αρχαιολογικούς χώρους, ανακαλύπτω τα θέματά μου και αρχίζω να γράφω. Σπάνια να ξεφύγω από το αρχικό μου σχέδιο. Κι αυτό θα συμβεί μόνο όταν ένα, δευτερευούσης σημασίας, γεγονός αποκτήσει μεγαλύτερη σημασία κατά την εξέλιξη της ιστορίας. Γιατί μπορεί, αίφνης, ένας ασήμαντος ήρωας να γίνει ένας από τους πρωταγωνιστές», συμπληρώνει χαμογελώντας.
Αρμενική Γενοκτονία
Σε πολλά βιβλία του, όπως στη «Ραψωδία του Πέρα» και στις «Μνήμες της Κωνσταντινούπολης», δεν διστάζει να γράψει για τις μειονότητες, αλλά και για την Αρμενική Γενοκτονία (στο Patasana, 2000). Και όταν σ’ αυτό το σημείο τον ρωτάω πώς τολμάει να ασχολείται με θέματα ταμπού στην τουρκική κοινωνία, απαντάει ότι κάνει το αυτονόητο: «Αν ο συγγραφέας έχει ήθος πρέπει να είναι κοντά στους ηττημένους και τους καταπιεσμένους».
Ο Αχμέτ Ουμίτ ζει στην Κωνσταντινούπολη, σε μια πόλη που είναι παρελθόν και παρόν ταυτοχρόνως, εκεί όπου συνυπήρξαν και συνυπάρχουν διάφοροι πολιτισμοί. Αγαπάει κάθε γωνιά της, κάθε πλευρά της ιστορίας της, κάτι που δικαιολογεί με σαφήνεια, χωρίς περιστροφές: «Και επειδή διασώζονται στην πόλη τα κτίρια, οι λατρευτικοί χώροι των άλλων, εκείνων που έφυγαν και εγκατέλειψαν τα σπίτια και τους αγαπημένους τόπους τους, ενώ οι συνήθειές τους, όπως οι γαστρονομικές, ακόμα διατηρούνται και αποτελούν μέρος του πολιτισμού της».
Τα μυθιστορήματα του κ. Ουμίτ δεν είναι μόνο αστυνομικά. Είναι πολιτικά, θρησκευτικά, ψυχολογικά και κοινωνικά: ο συγγραφέας εξετάζει τα αίτια του εγκλήματος, τα κίνητρα που έχουν ψυχολογική και κοινωνική διάσταση. Και μπορεί να επιλέγει θέματα ταμπού, ωστόσο τα προσεγγίζει από μια ανθρώπινη σκοπιά, δεν κάνει εύκολη πολιτική, δεν λαϊκίζει. «Δεν γράφω για να διαψεύσω ή να επαληθεύσω τα ιστορικά και πολιτικά γεγονότα», λέει. «Περιγράφω τις τραγωδίες, τις μεγάλες καταστροφές. Με ενδιαφέρει ο άνθρωπος και όχι η γλώσσα, η θρησκεία, το χρώμα του δέρματος. Χρησιμοποιώντας την αστυνομική πλοκή, εξηγώ τον πολιτισμό, προσπαθώ να ερμηνεύσω τον άνθρωπο».
Οταν παρατηρώ ότι στην «Πύλη του δερβίση», ο μυστικισμός συναντά τον υλισμό, σχολιάζει: «Μολονότι δεν είμαι θρησκευόμενος, επιχειρώ να καταλάβω τους ανθρώπους μέσω των θρησκειών, να δω όλες τους τις πλευρές. Και ο μυστικισμός μπορεί να ρίξει φως σ’ αυτό που είναι σήμερα η Ανατολή, ενώ ο εκφραστής της, ο Τζελαλεντίν Ρουμί, η διδασκαλία του οποίου κυριαρχεί στην Πύλη του δερβίση, είναι γι’ αυτήν ό,τι είναι ο Δάντης για τη Δύση». Η κεντρική ηρωίδα του έργου, εξάλλου, η Κάρεν, η οποία έρχεται από το Λονδίνο να αναζητήσει την ταυτότητά της στο Ικόνιο, φαίνεται ότι συμβολίζει την ίδια την Τουρκία: μια χώρα που βρίσκεται στο μεταίχμιο Ανατολής και Δύσης, ανάμεσα στον σύγχρονο τρόπο ζωής και τις παραδόσεις.
Οσο περνάει η ώρα και τον ακούω να μιλάει για το γραφείο του στο Πέραν και τη μητέρα του, ενισχύεται η αρχική μου εντύπωση ότι μολονότι είναι ένας από τους πιο δημοφιλείς, διεθνώς επιτυχημένους συγγραφείς της Τουρκίας, διακρίνεται για τη σεμνότητα και τον αυθορμητισμό του, την απλότητα και την αμεσότητα του λόγου του. Εν τέλει, αυτός που έχει κάτι ουσιαστικό να πει, δεν χρειάζεται μεγάλα λόγια και επιτήδευση. Αρκεί να δείχνει αυτό που είναι.
Ποιος είναι
Γεννήθηκε το 1960 στην πόλη Γκαζιαντέπ της Τουρκίας και σπούδασε Δημόσια Διοίκηση και Πολιτικές Επιστήμες. Ανήκει στην ολιγομελή ομάδα Τούρκων συγγραφέων που έχουν την τύχη να ζουν από τη συγγραφική τους δραστηριότητα. Πωλούνται ετησίως περί τα 700.000 με 800.000 αντίτυπα, αριθμός μεγάλος για την Τουρκία, όπου, όμως, το βιβλίο κερδίζει όλο και περισσότερους αναγνώστες τα τελευταία χρόνια. Για τη συλλογή διηγημάτων του «Η ξυπόλητη νύχτα», έλαβε, το 1992, το βραβείο Συγγραφής και Τέχνης του Φερίτ Μπαγίρ. Εμφανίστηκε στα Γράμματα με την ποιητική συλλογή «Η κρυψώνα του δρόμου», το 1989.
Εργα του μεταφρασμένα στα ελληνικά: «Ομίχλη και νύχτα», Ωκεανίδα1999, «Εγκλήματα με ονομασία προέλευσης», Κέδρος 2002, «Η ραψωδία του Πέρα», Κέδρος 2006, «Μνήμες της Κωνσταντινούπολης», 2012, και «Η πύλη του δερβίση», 2013. Τα δύο τελευταία κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Πατάκη.
No comments:
Post a Comment