Sunday, November 13, 2016

Δημήτρης Ψαθάς: πολυγραφότατος χρονογράφος, δημοσιογράφος, και πετυχημένος θεατρικός συγγραφέας.

Ο Δημήτρης Ψαθάς [1907 – 13 Νοεμβρίου 1979], υπήρξε ένας πολυγραφότατος χρονογράφος, δημοσιογράφος, και πετυχημένος θεατρικός συγγραφέας. Τα περισσότερα από τα θεατρικά του έργα έχουν γίνει κινηματογραφικές ταινίες με τεράστια επιτυχία. Τα έργα του γνώρισαν τη διεθνή αναγνώριση και μεταφράστηκαν στα αγγλικά, τα γαλλικά, τα ρωσικά, τα ρουμανικά και τα τουρκικά, και παίχτηκαν σε πολλές χώρες του κόσμου. Υπήρξε σύμβουλος της Εταιρίας Ελλήνων Θεατρικών Συγγραφέων καθώς και μέλος της ΕΣΗΕΑ.

p
Ο Δημήτρης Ψαθάς καταγόταν από την Τένεδο αλλά γεννήθηκε στην Τραπεζούντα του Πόντου τον Οκτώβριο του 1907. Το 1923, με τη Μικρασιατική καταστροφή, εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, όπου ολοκλήρωσε τις σπουδές του και αφιερώθηκε στη δημοσιογραφία, την ευθυμογραφία και το θέατρο. Το 1925 ξεκινάει τα πρώτα δημοσιογραφικά του βήματα από τις σελίδες της εφημερίδας Ελεύθερον Βήμα.
Το 1935 αρχίζει να γράφει στην εφημερίδα Αθηναϊκά Νέα στιγμιότυπα από τα δικαστήρια με το ψευδώνυμο «Ο μάρτυς».
Το 1937 αναλαμβάνει το χρονογράφημα στην ίδια εφημερίδα (που μετά την Κατοχή μετονομάστηκε σε Τα Νέα), όπου παρέμεινε για σαράντα περίπου χρόνια δίνοντας με πάθος την καθημερινή του παρουσία μέσα από τη στήλη του μαχητικού του χρονογραφήματος «Εύθυμα και Σοβαρά», που δέσποζε στην πρώτη σελίδα. Την ίδια χρονιά κυκλοφορεί το πρώτο χιουμοριστικό του βιβλίο, το Η Θέμις έχει Κέφια, με θέμα τα ευτράπελα των δικαστηρίων.
Το 19938 κυκλοφορεί το επόμενο Η Θέμις έχει Νεύρα.
Το 1940 γράφει το πρώτο θεατρικό του έργο, Το Στραβόξυλο.
Το 1941 κυκλοφορεί σε βιβλίο η θρυλική Μαντάμ Σουσού, ενώ την ίδια χρονιά γράφει και παρουσιάζει στο θέατρο την κωμωδία του Ο Εαυτούλης μου.
Το 1942 ανεβαίνει στη σκηνή η θεατρική «Μαντάμ Σουσού».
Το 1942-1943 γράφει τα μονόπρακτα Ο Νευρικός Κύριος (γνωστό ως «Η τσάντα και το τσαντάκι»), Η γαλάζια χελώνα και το Ιφιγένεια εν …Μαύροις(που κυκλοφορούν σε βιβλίο με τον τίτλο Ο Νευρικός Κύριος και άλλα σκέτς).
Το 1943 παρουσιάζει την κωμωδία Οι ελαφρόμυαλοι.
Το 1945 κυκλοφορούν τα βιβλία του Χειμώνας του 41Αντίσταση και Το χιούμορ μιας εποχής, όπου απεικονίζει με τον δικό του χιουμοριστικό τρόπο τη δραματική περίοδο της Ιταλογερμανικής κατοχής.
Το 1946 γράφει την κωμωδία του Ο Φον Δημητράκης,
Το 1950-1951 ταξιδεύει στην Αμερική, την Αγγλία, τη Γαλλία, την Τουρκία, την Αίγυπτο και περιλαμβάνει τις ταξιδιωτικές του εντυπώσεις σε τρία βιβλία: Κάτω απ’ τους ουρανοξύστες (1950), Στη χώρα των μυλόρδων (1951) και Παρίσι, Σταμπούλ και άλλα εύθυμα ταξίδια (1951).
Το 1953 γράφει την κωμωδία Ζητείται ψεύτης,
το 1954 την κωμωδία Μικροί Φαρισαίοι,
ενώ το 1956 κυκλοφορεί το χιουμοριστικό μυθιστόρημα του Οικογένεια Βλαμμένου, μία σάτιρα των ηθών της εποχής.
Ακολουθούν οι κωμωδίες του Ενας βλάκας και μισός (1956), Προς Θεού μεταξύ μας (1957), Φωνάζει ο κλέφτης (1958), Εταιρεία Θαυμάτων (1959), Η Μαίρη τα λέει όλα (1960), Εξοχικόν κέντρον Ο Ερως (1960), Εμπρός να γδυθούμε (1962), Η Χαρτοπαίχτρα (1963), Ξύπνα Βασίλη (1965), Ο αχόρταγος (1966), Ο κουτσομπόλης (1968), Προίκα μου αγαπημένη (1968), Οι ατίθασοι (1970), Ο αφελής (1973), Το ανθρωπάκι (1974).
Τελευταία του βιβλία ήταν «Σε ήχο πλάγιο» (1973) και «Μαίηντ ιν Αμέρικα».
Μετά τον θάνατό του κυκλοφόρησαν επιλογές χρονογραφημάτων του σε τρία βιβλία: Στο καρφί και στο πέταλο (1999), Στου κουφού την πόρτα (2001) και Το εύθυμο καρνέ (2002).
Ο Δημήτρης Ψαθάς έγραψε επίσης και ένα ιστορικό χρονικό 500 σελίδων, συγκλονιστικό ντοκουμέντο από τη ζωή, τους διωγμούς και την αντίσταση του ελληνισμού της ιδιαίτερης πατρίδας του, με τον τίτλο Γη του Πόντου (1966).
Τα θεατρικά του έργα, κωμωδίες, παίχτηκαν απ΄ όλους σχεδόν τους θιάσους της Αθήνας και με τους καλλίτερους Έλληνες ηθοποιούς. Σπουδαιότερα εξ αυτών ήταν: «Το στραβόξυλο» (1940), «Ο εαυτούλης μου» (1941), «Οι ελαφρόμυαλοι» (1942), «Μαντάμ Σουσού» (1942), «Σκίτσα της εποχής» (1944), «Φον Δημητράκης» (1947), «Η ζωή μου είναι ωραία» (1952), Ζητείται ψεύτης (1953), «Μικροί Φαρισαίοι» (1954), «Ο φαύλος κύκλος» (1954), «Ένας βλάκας και μισός» (1956), «Προς Θεού μεταξύ μας» (1957), «Φωνάζει ο κλέφτης» (1958),«Εταιρεία θαυμάτων» (1959), «Η Μαίρη τα λέει όλα» (1960), «Εξοχικόν κέντρον ο Έρως» (1960), «Εμπρός να γδυθούμε» (1962), η «Χαρτοπαίχτρα» (1963), «Ξύπνα Βασίλη» (1965), ο «Αχόρταγος» (1966), «Ο Κουτσομπόλης» (1968), «Προίκα μου αγαπημένη» (1968), «Οι ατίθασοι» (1970), «Ο αφελής» (1973), «Το ανθρωπάκι» (1974) κ.α.

Κινηματογραφικές μεταφορές των έργων του

  • Γραμματόσημο με τη μορφή του Ψαθά εκδόθηκε το 2015 στην αναμνηστική σειρά γραμματοσήμων των ΕΛΤΑ «100 χρόνια από την ίδρυση της ΕΣΗΕΑ».

Πηγές

  • «Who’s Who 1979», σ.766
  • Καλλίτσα Τσιάκα-Γιαννοπούλου, Ο χρονογράφος Δημήτρης Ψαθάς, Πλάτων, τομ.52 (2001-2002), σελ.275-278
  • Δημήτρη Ψαθά, Μαντάμ Σουσού, Εργοβιογραφία του Δημήτρη Ψαθά (της Λένας Κ. Νίτσου), εκδόσεις Μαρίας Δ. Ψαθά (2014)
  • https://el.wikipedia.org
*********************************************************************

Δημήτρης Ψαθάς: Εγινε χρονογράφος επειδή ξεχνιόταν στα δικαστήρια

  • Από το «Ελεύθερον Βήμα» στα «Νέα». Η διαδρομή του δημοσιογράφου, θεατρικού συγγραφέα και «πατέρα» της «Μαντάμ Σουσούς» όπως την αφηγείται ο επί χρόνια συνάδελφός του Λευτέρης Παπαδόπουλος
Δημήτρης Ψαθάς: Εγινε χρονογράφος επειδή ξεχνιόταν στα δικαστήρια
Ο Δημήτρης Ψαθάς (καθισμένος) με συναδέλφους του δημοσιογράφους στο γραφείο του στα «Νέα»
Ο μύθος θέλει τον 18χρονο Δημήτρη Ψαθά να ξεκινά την καριέρα του το 1925 στο τότε «Ελεύθερον Βήμα», στην αρχή ως παιδί για τα θελήματα: πηγαινοερχόταν για δουλειές στο Αρσάκειο Δικαστικό Μέγαρο. Αργούσε όμως να επιστρέψει και όλοι στην εφημερίδα απορούσαν, γιατί το Αρσάκειο απείχε λίγα μόλις μέτρα από τα γραφεία της εφημερίδας, στην οδό Εδουάρδου Λω 3 – μετέπειτα Χρήστου Λαδά 3.
Εκείνος τους εξηγούσε ότι ξεχνιόταν στους χώρους των δικαστηρίων. Εβρισκε εξαιρετικά ενδιαφέρον το να παρακολουθεί δίκες. «Δηλαδή, τι είναι αυτό που σε μαγνητίζει;» τον ρωτούσαν. Και ο Δημήτρης Ψαθάς άρχιζε να τους διηγείται με το νι και με το σίγμα καθετί που είχε συμβεί μέσα στην αίθουσα. «Ε, τότε, λοιπόν, γράψε αυτά που παρακολουθείς» φαίνεται πως του είπαν και έτσι ξεκίνησε τη δημοσιογραφική του καριέρα ως δικαστικού συντάκτη.
Δέκα χρόνια μετά συνέχισε την πορεία του στον χώρο μετακομίζοντας στα τότε «Αθηναϊκά Νέα» του συγκροτήματος Λαμπράκη με στιγμιότυπα από τα δικαστήρια και με το ψευδώνυμο «Ο μάρτυς». Το 1937 ανέλαβε το χρονογράφημα στην ίδια εφημερίδα, η οποία μεταπολεμικά ονομάστηκε πλέον «Τα Νέα», όπου και παρέμεινε για περίπου 40 χρόνια. Με τα «Εύθυμα και σοβαρά» του, που δημοσιεύονταν στην πρώτη σελίδα, ο Ψαθάς εμπότισε το χρονογράφημα με μπόλικη δόση πολιτικής.
«Μέσα στη δεκαετία του ΄60, εποχή ταραγμένη και δύσκολη, το χρονογράφημα του Ψαθά ήταν (μαζί με τη γελοιογραφία του Δημητριάδη) εξοντωτικό πολιτικό όπλο. Σε βαρύτητα μετρούσε περισσότερο από το κύριο άρθρο των «Νέων»» έγραφε το 1991 ο Νίκος Δήμου στο δοκίμιό του «Ο θάνατος του χρονογραφήματος». Είδος που μετρά περίπου 100 χρόνια ζωής και το οποίο καλλιέργησαν ουκ ολίγοι πριν από τον Ψαθά, μεταξύ των οποίων ο Ιωάννης Κονδυλάκης, ο Παύλος Νιρβάνας, ο Σπύρος Μελάς και ο Παύλος Παλαιολόγος, στην αρχή το χρονογράφημα ήταν περισσότερο λογοτεχνικό, για να εξελιχθεί σε όλο και περισσότερο πολιτικό. «Καθημερινή ιστορία της ζωής και φιλοσοφία της» το είχε χαρακτηρίσει ο Νιρβάνας στον εναρκτήριο λόγο του στην Ακαδημία Αθηνών. «Είναι η ιστορία της ζωής και του δευτερολέπτου» είχε προσθέσει.
«Βonjour jeunesse»
«Ημουν στο γραφείο με τον Ψαθά από το 1963 ως τότε που έφυγε από «Τα Νέα»» θυμάται ο Λευτέρης Παπαδόπουλος«Καθημερινά ερχόταν κατά τις 10.30-11. Εμπαινε μέσα σοβαρός, έλεγε μια καλημέρα και καθόταν να γράψει. Το γραφείο του ήταν πλάτη με τον τοίχο που μας χώριζε από το γραφείο του Νίτσου, που ήταν τότε διευθυντής. Μαζί με τον Ψαθά κι εμένα, στον ίδιο χώρο ήταν ο Φάνης Κλεάνθης, που έκανε ύλη στα καλλιτεχνικά, ενώ διαγωνίως του Ψαθά καθόταν ο Φωκίων Δημητριάδης, ο μεγαλύτερος τότε γελοιογράφος στον κόσμο. Εκεί έγραφαν αργότερα και ο Πηλιχός, ο Σταματίου και η Μαρία Παπαδοπούλου. Κοντά στο δικό μου γραφείο, που ήταν στην άκρη δεξιά, καθόταν και ο Ανδρέας Σακαλής».
«Θυμάμαι ότι, ενώ όλοι τότε γράφαμε στα γνωστά δημοσιογραφικά μπλοκ, εκείνος ζητούσε από τον καφετζή ένα μαχαίρι για να κόψει στη μέση τα χαρτιά. Κι έτσι έγραφε στο μισό χαρτί με μια χρυσή πένα Πάρκερ – ποτέ με στυλό ή απλό Μπικ. Οσο έγραφε δεν σήκωνε καθόλου το κεφάλι. Μόλις τελείωνε, πήγαινε να παραδώσει το χειρόγραφό του στην ύλη. Υπεύθυνος ήταν τότε ο Μαγγανάρης, στον οποίο το παρέδιδε με τη φράση «bonjour jeunesse» («καλημέρα νιότη»), μια φράση που χρησιμοποιούσε πολύ ο υλατζής, γιατί δεν ήταν πια και τόσο νέος… Επειτα επέστρεφε στο γραφείο, έπινε ένα ουζάκι με ένα φθηνομεζεδάκι, άναβε ένα τσιγάρο και έφευγε».
Η ζωή του ήταν περισσότερο σχετική με του Φωκίωνα Δημητριάδη, με τον οποίο συζητούσαν κάθε μέρα προτού πιάσουν δουλειά. «Ο Ψαθάς τού έδινε ιδέες για γελοιογραφίες. Αλλωστε, και ο Δημητριάδης ήταν αμίλητος… Το χρονογράφημά του έμπαινε στην πρώτη σελίδα αριστερά, σε μια εποχή που η κυκλοφορία της εφημερίδας στην Αθήνα και στον Πειραιά ήταν 250.000… Ηταν εξαιρετικά δημοφιλής. Ο κόσμος τού έστελνε γράμματα, εκατοντάδες γράμματα. Είχε δύναμη και επιρροή με αυτά που έγραφε στην εφημερίδα. Στο γραφείο δεν δεχόταν κόσμο – μόνο τον Γιάννη Γκιωνάκη θυμάμαι, που μια εποχή ερχόταν συχνά γιατί θα ανέβαζε ένα έργο του».
«Τότε, στην Αποστασία, κατέβηκε από το Καστρί ο Γεώργιος Παπανδρέου στη Λέσχη των Φιλελευθέρων, που στεγαζόταν απέναντι ακριβώς από «Τα Νέα» στη Χρήστου Λαδά. Οταν βγήκε ο Γέρος στο μπαλκόνι να χαιρετίσει το πλήθος που είχε μαζευθεί, πήγαμε κι εμείς κοντά στο παράθυρο. Τότε ο Παπανδρέου αντάλλαξε από απόσταση θερμή χειραψία με τον Ψαθά. Μια άλλη φορά θυμάμαι που του τηλεφώνησε ο διευθυντής του γραφείου του Καραμανλή – το τηλέφωνο τότε στο γραφείο ήταν ντούμπλεξ… Παντοδύναμος πρωθυπουργός τότε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, δεν ήταν σύνηθες να τηλεφωνεί σε δημοσιογράφους».
Ηταν 1976 όταν ο Δημήτρης Ψαθάς αποφάσισε να φύγει από «Τα Νέα» για τη νεοσύστατη τότε «Ελευθεροτυπία», όπου και παρέμεινε ως τον ξαφνικό θάνατό του, τον Νοέμβριο του 1979, σε ηλικία 72 ετών.

No comments: