Sunday, January 22, 2017

Λόρδος Βύρων

[Η υποδοχή του Λόρδου Βύρωνα στο Μεσολόγγι]
Ο Τζορτζ Γκόρντον Μπάιρον, 6ος Βαρώνος Μπάιρον γνωστός στην Ελλάδα ως Λόρδος Βύρων [George Gordon Byron, 6th Baron ByronΛορντ Μπάιρον22 Ιανουαρίου 1788 – 19 Απριλίου 1824], ήταν Άγγλος ποιητής, από τους σημαντικότερους εκπροσώπους του ρομαντισμού και από τους σημαντικότερους φιλέλληνες. Υπήρξε εξαιρετικά διάσημος και επιτυχημένος ως ποιητής, αλλά και ιδιαίτερα αμφιλεγόμενη προσωπικότητα στην Αγγλία, ζώντας άστατη οικονομική και ερωτική ζωή. Αργότερα συνέδεσε το όνομα του με την στήριξη των επαναστατικών κινημάτων σε Ιταλία και Ελλάδα, και πέθανε στο πλευρό των Ελλήνων επαναστατών στο Μεσολόγγι μετά από υψηλό πυρετό που ανέπτυξε. Θεωρείται από τους πλέον σημαντικούς Άγγλους λογοτέχνες του 19ου αιώνα, ενώ στην Ελλάδα είναι μια από τις πιο αναγνωρίσιμες μορφές της Επανάστασης του 1821 και εθνικός ευεργέτης.

Autograph letter signed to John Hanson. From BEIC
Ήταν κορυφαίος ποιητής του Βρετανικού ρομαντισμού και ευγενής, μέλος της Βρετανικής αριστοκρατίας, φημισμένος και για την δράση του στην Ιταλία με το επαναστατικό κίνημα των Καρμπονάρων. Ήταν γιος του πλοιάρχου του αγγλικού Βασιλικού Ναυτικού, Captain John «Mad Jack» Byron, και της δεύτερης συζύγου του, Catherine Gordon. Ανήκε σε αριστοκρατική οικογένεια, από την πλευρά της μητέρας του, το γένος Γκόρντον, που ήταν απόγονος του βασιλιά της Αγγλίας Εδουάρδου Γ΄, πριν όμως γεννηθεί, οι γονείς του είχαν ήδη χωρίσει. Ο μεν πατέρας του είχε διαφύγει στη Γαλλία λόγω χρεών, η δε μητέρα του, προσπαθώντας να αποφύγει τους πιστωτές, συνόδευσε αρχικά τον σύζυγό της στη Γαλλία το 1786, αλλά επέστρεψε στην Αγγλία στα τέλη του 1787 για να γεννήσει τον γιό της σε Αγγλικό έδαφος. Ξόδεψε μεγάλο μέρος της δικής της περιουσίας για την αποπληρωμή των χρεών αυτών.
Ο Λόρδος Βύρων γεννήθηκε χωλός (στη δεξιά κνήμη) και τα πρώτα χρόνια διέμενε με την μητέρα του στην περιοχή Aberdeen της Σκοτίας, μάλλον φτωχικά, όπου και έμαθε και τα πρώτα του γράμματα. Στις 19 Μαΐου του 1798 πέθανε ο αδελφός του παππού του, από τον πατέρα του, Ουίλιαμ Μπάιρον, γνωστός ως ο μοχθηρός Λόρδος, και έτσι ο δεκαετής νεαρός, ο οποίος ήταν πρώτος στη σειρά διαδοχής, κληρονόμησε τον τίτλο του Βαρώνου Μπάιρον.
Ο λόρδος Βύρων σε ηλικία 16 ετών, έργο αγνώστου, ελαιογραφία σε μουσαμά, 76Χ 63 εκ. (3329) Εθνικό ΙστορικόΜουσείο.
Η πρώτη του σημαντική ποιητική συλλογή ήταν η Hours of Idleness (μτφ. ώρες απραξίας), στην οποία περιέχονταν πολλά από τα αρχικά ποιήματα του Βύρωνα καθώς και πιο πρόσφατες συνθέσεις. Η συλλογή αυτή δέχτηκε έντονη -και ανώνυμη- κριτική από το λογοτεχνικό περιοδικό Edinburgh Review το οποίο ήταν σημαντική έκδοση ως προς τα λογοτεχνικά δρώμενα κατά την εποχή του.
Οι συνεργάτες του τον συμβούλευσαν να εκδόσει τα έργα του ανώνυμα, και να αφαιρέσει κάποια επίμαχα σημεία, καθώς τα γραπτά αυτά συνέχιζαν να είναι αμφιλεγόμενα και να προκαλούν ιδιαίτερη αναστάτωση στα ήθη της εποχής. Ωστόσο με τον καιρό ήταν πλέον κοινό μυστικό πως ο Βύρων ήταν ο συγγραφέας των ποιημάτων αυτών, και η μεγάλη αναστάτωση την οποία προκάλεσαν σε κάποιους από τους επικριτές του καθώς έκριναν πως γίνονταν έμμεσες αναφορές σε αυτούς, έκαναν κάποιους από αυτούς να τον καλέσουν σε μονομαχία. Με τον καιρό, το να είναι κάποιος στόχος της γραφής του Βύρωνα εξελίχθηκε σε ιδιότυπο λογοτεχνικό τίτλο τιμής.
Ο Βύρων συνέχισε να γράφει ποιήματα, με το Childe Harold’s Pilgrimage (το προσκύνημα του Τσάιλντ Χάρολντ) να εκδίδεται το 1812 και να γνωρίζει εξαιρετικά μεγάλη δημοφιλία, κάτι που τον έκανε περιζήτητο και διασημότητα της εποχής. Ο Βύρων φαίνεται να εκπλάγηκε από την εξέλιξη αυτή, και κατά τα δικά του λεγόμενα, απλώς έτυχε μια μέρα να ξυπνήσει και να ανακαλύψει πως είναι διάσημος. Η πρώτη έκδοση με 500 αντίτυπα εξαντλήθηκε μέσα σ΄ ένα τριήμερο, και ακολούθησαν έξι ακόμα εκδόσεις μέσα σ΄ ένα μήνα. Παράλληλα όμως, ασχολούμενος με την πολιτική, εκφώνησε τον πρώτο του λόγο στη Βουλή των Λόρδων περί ενός νομοσχεδίου που θέσπιζε αυστηρότατες ποινές για τους υπαίτιους των ταραχών που είχαν ξεσπάσει στο Νότιγχαμ μετά την εισαγωγή μηχανών κατασκευής καλτσών, συντασσόμενος με τους φιλελεύθερους. Ο λόγος του εκείνος προκάλεσε ιδιαίτερη εντύπωση, και έσπευσαν πολλοί να τον συγχαρούν. Ο δεύτερος λόγος του μετά από δύο μήνες περί της χειραφέτησης των καθολικών «Παπιστών» δεν ήταν τόσο αξιόλογος, αλλά ούτε και ο τρίτος του, που εκφώνησε στις 1 Ιουνίου.
Τα επόμενα του ποιήματα επικεντρώθηκαν σε θέματα από την Ανατολή στην συλλογή με τίτλο Oriental Tales (ανατολίτικες ιστορίες) όπου περιέχονταν τα ποιήματα The Giaour (ο γκιαούρης), The Bride of Abydos (η νύφη της Αβύδου)The Corsair (ο Κουρσάρος), η Lara (Λάρα), και το The Siege of Corinth (η πολιορκία της Κορίνθου).
Σε γενικές γραμμές ήταν ιδιαίτερα σπάταλος και καθόλου φειδωλός οικονομικά, έτσι με τον καιρό συσωρεύτηκαν χρέη για τα οποία οι πιστωτές του τον αναζητούσαν συνεχώς προς αποπληρωμή.[1] Συνέπεια των χρεών του, αλλά και της καταδίωξης του από πρώην ερωμένες, ο Βύρων βρήκε την ευκαιρία να ξεκινήσει την μεγάλη Ευρωπαϊκή περιοδεία του ταξιδεύοντας σε διάφορες χώρες της Ευρώπης, όπως έκαναν κατά τα πρότυπα της εποχής οι νεαροί Άγγλοι ευγενείς μετά την ενηλικίωση τους. Με τους Ναπολεόντιους πολέμους να βρίσκονται σε εξέλιξη, αναγκάστηκε να αποφύγει αρκετές χώρες της βόρειας και κεντρικής Ευρώπης, και έτσι κατέληξε στις χώρες της Μεσογείου. Σύμφωνα με κάποια αλληλογραφία που διασώζεται μεταξύ του Βύρωνα και φίλων του στην Αγγλία, ένα από τα κίνητρα του ήταν και η εμπειρία του ομοφυλοφιλικού έρωτα, κάτι που πιθανώς θα ξεσήκωνε μεγάλα πάθη στην Αγγλία όπου και ήταν πλέον διάσημος. Ωστόσο το ενδιαφέρον του για την ανατολική Μεσόγειο πήγαζε και από τις ιστορίες που είχε διαβάσει ως παιδί για την μακρινή γη του Λεβάντε, τις περιοχές των Οθωμανών και των Περσών, και τους μυστικιστές Σουφι.
Πορτρέτο του Βύρωνα, κατά την περίοδο όπου ήταν φιλοξενούμενος του Αλή Πασά στα Ιωάννινα
Στις 2 Ιουλίου 1809 ο Βύρων αποπλέοντας από το Πλίμουθ μαζί με τον φίλο του Τζον Χομπχάουζ (John Cam Hobhouse) και κάποιους υπηρέτες, φθάνει αρχικά στη Λισαβόνα και από εκεί παραπλέοντας το Γιβραλτάρ φθάνει στη Μάλτα, όπου και παραμένει για μικρό διάστημα. Τον Σεπτέμβριο, επιβαίνοντας στο αγγλικό πολεμικό «Σπάιντερ», θα αντικρίσει για λίγο, για πρώτη φορά, την πόλη όπου 14 χρόνια μετά θα άφηνε την τελευταία του πνοή. Τελικά αποβιβάστηκε στην Πρέβεζα. Από εκεί, επιθυμώντας συνάντηση με τον Αλή Πασά, μετέβη στα Ιωάννινα. Φθάνοντας όμως εκεί και μαθαίνοντας ότι εκείνος βρίσκεται στο Τεπελένι, μετά τριήμερη παραμονή, αποφάσισε να μεταβεί στο Τεπελένι όπου και φθάνοντας μετά από εννέα ημέρες έγινε δεκτός από τον Αλή Πασά, ο οποίος τον φιλοξένησε στο Σαράι του. Τις εντυπώσεις του από εκείνη την βάρβαρη αίγλη της φιλοξενίας, τις αποτύπωσε ο Βύρων στο φημισμένο ποίημά του «Το προσκύνημα του Τσάιλντ Χάρολντ» (Childe Harold’s Pilgrimage, Cantos I & II (1812)). Από εκεί, επιστρέφοντας μέσω Ιωαννίνων στη Πρέβεζα, απέπλευσε για Πάτρα, πλην όμως λόγω μεγάλης θαλασσοταραχής αναγκάσθηκε να επιστρέψει. Τελικά αλλάζοντας δρομολόγιο, διέσχισε μαζί με τους συντρόφους του την Ακαρνανία φθάνοντας στο Μεσολόγγι απ΄ όπου και διεκπεραιώθηκε στην Πάτρα, και από εκεί μέσω Βοστίτσας (Αιγίου), έφθασε στην Ιτέα, απ΄ όπου μέσω Αράχωβας, Λιβαδειάς και Φυλής έφθασε στην Αθήνα το βράδυ των Χριστουγέννων του 1809, καταλύοντας στην οικία της αδελφής του Έλληνα υποπρόξενου της Αγγλίας.
Κατά τη διάρκεια της τρίμηνης παραμονής του στην Αθήνα, ο Βύρων επισκέφθηκε τις πιο ιστορικές τοποθεσίες της Αττικής, ενώ παράλληλα ερωτεύτηκε σχεδόν παράφορα την Τερέζα Μακρή, την μόλις 12/χρονη κόρη του Άγγλου προξένου Προκόπιου Μακρή, στην οποία αφιέρωσε και το ποίημά του «Κόρη των Αθηνών» (Maid of Athens, Ere We Part, 1809).
Στις 4 Απριλίου 1810 ο κυβερνήτης του αγγλικού δίκροτου «Πυλάδης» (ship-sloop «Pylades» built 1794) που ναυλοχούσε στον Πειραιά προσκάλεσε τον Βύρωνα και τον φίλο του Χομπχάουζ για ένα ταξίδι μέχρι τη Σμύρνη. Έτσι ο Βύρων αποδεχθείς την πρόσκληση σε λίγες ημέρες έφθασε στη Σμύρνη, παραμένοντας εκεί λίγες ημέρες. Στις 11 Μαρτίου αναχώρησε με την αγγλική φρεγάτα «Σαλσέτ» (HMS Salsette) για την Κωνσταντινούπολη. Κατά την αναμονή άδειας διέλευσης από τα Δαρδανέλια ο Βύρων επανέλαβε το επιχείρημα του μυθικού Λέανδρου, διασχίζοντας τα στενά κολυμπώντας από την αρχαία Άβυδο της Ευρωπαϊκής ακτής προς τη Σηστό της Ασιατικής (3 Μαΐου 1810), μαζί με τον Έκενχεντ (Lieutenant Ekenhead) του πληρώματος της φρεγάτας, άθλο για τον οποίο και δικαιολογημένα θα υπερηφανεύεται στο υπόλοιπο της ζωής του. Τελικά έφθασε στην Κωνσταντινούπολη στις 13 Μαϊου, όπου και παρέμεινε για δύο μήνες. Στη συνέχεια συνόδευσε τον Άγγλο πρέσβη στον αποχαιρετιστήριο λόγο του, καθώς και στην επιστροφή του με το ίδιο πλοίο στην Αγγλία. Όμως κατά την επιστροφή, καθώς προσέγγισε η φρεγάτα στη Κέα, ο Βύρων αποβιβάστηκε, απ΄ όπου και επέστρεψε στην Αθήνα, αυτή τη φορά μόνος του, και κατέλυσε στη τότε Μονή των Φραγκισκανών (Μονή Καπουτσίνων των Αθηνών), δίπλα στο Μνημε’ιο του Λυσικράτη. Κατά την υπόλοιπη δεκάμηνη παραμονή του στην Ελλάδα ο Βύρων, με ορμητήριο εκδρομών την παραπάνω Μονή, επισκέφθηκε πολλά μέρη κυρίως της Πελοποννήσου. Στη διάρκεια δε κάποιας εκδρομής του στο Σούνιο, κινδύνεψε να συλληφθεί όμηρος από Μανιάτες πειρατές. Μεταβαίνοντας λίγες ημέρες μετά στην Πάτρα, προσβλήθηκε από ελονοσία και, όπως αφηγήθηκε ο ίδιος, διασώθηκε χάρη στους Αλβανούς υπηρέτες του, που τρομοκράτησαν τους ιατρούς του λέγοντάς τους πως θα τους αποκεφάλιζαν αν ο κύριός τους δεν θεραπευόταν.
Στις 11 Απριλίου 1811 ο Λόρδος Βύρων επιβιβάστηκε για Μάσλτα, σε ένα πλοίο που μετέφερε ένα μέρος φορτίου των μαρμάρων του Παρθενώνα που είχε αφαιρέσει ο λόρδος  Έλγιν. Ο Βύρων ήταν ανοιχτά και ιδιαίτερα ενοχλημένος με την αφαίρεση των γλυπτών του Παρθενώνα από τον Έλγιν, και αντέδρασε με θυμό όταν κατά την ξενάγηση του στο μνημείο είδε να λείπουν τα τρίγλυφα και οι μετώπες. Αργότερα έγραψε ένα ποίημα, την «Κατάρα της Αθηνάς» (The Curse of Minerva), κατηγορώντας τις πράξεις του Έλγιν.
Φθάνοντας στη Μάλτα προσβλήθηκε και πάλι από ελονοσία, οπότε και αποφάσισε την επιστροφή του στην Αγγλία. Έτσι επιβαίνοντας στις 3 Ιουλίου στην αγγλική φρεγάτα «Βολάζ» (HMS Volage) επέστρεψε στο Πόρτσμουθ στις 17 Ιουλίου.
Ο Λόρδος Βύρων
Κατά την επόμενη διετία ο Λόρδος Βύρων ήταν πλέον ένας επιτυχημένος ποιητής, ωραίος ως Άδωνις, ευπατρίδης, σχετικά πλούσιος, αλλά και περιφρονητής της κρατούσας κοινωνικής ηθικής. Έχοντας μεγάλη επιτυχία μεταξύ των γυναικών, που όπως ο ίδιος υποστήριζε, «υπέστην περισσότερες αρπαγές απ΄ οποιονδήποτε άλλον από την εποχή του Τρωικού πολέμου», αφιερώνοντας όμως πολύ χρόνο για να συνθέτει τα νέα του ποιήματα όπως «Ο Γκιαούρης» (The Giaour (1813)), «Η Νύμφη της Αβύδου» (The Bride of Abydos (1813)), «Ο Κουρσάρος» (The Corsair (1814)), «Ο Λάρα» (Lara, A Tale (1814)), η «Παριζίνα» (Parisina (1816)), η «Πολιορκία της Κορίνθου» (The Siege of Corinth (1816)) κ.ά. που όλα χρονολογούνται στην ίδια περίοδο, αν και κάποια εξ αυτών δημοσιεύτηκαν αργότερα. Την ίδια ταχύτητα με τη συγγραφή είχαν και οι πωλήσεις τους, συγκεκριμένα το ποίημα «Ο Κουρσάρος» που τυπώθηκε σε 14.000 αντίτυπα εξαντλήθηκε μέσα σε μία μόνο ημέρα. Γενικά οι πωλήσεις αυτών των ποιημάτων του επέφεραν τεράστια κέρδη, παρέχοντάς του τη δυνατότητα πλουσιότερης ζωής, δημιουργώντας όμως νέα μεγάλα χρέη για την αντιμετώπιση των οποίων θεώρησε μοναδική διέξοδο τον γάμο.
Φημολογούνταν πως παλαιότερα διατηρούσε ερωτική σχέση με την αριστοκράτισσα και μέλος της καλής κοινωνίας Caroline Lamb -από αυτήν απέκτησε και τον περίφημο χαρακτηρισμό Mad, Bad, and Dangerous to know (τρελός, κακός, και επικίνδυνη γνωριμία)-, ενώ αντίστοιχες φήμες κυκλοφορούν και για τις ερωτικές σχέσεις που διατηρούσε με την ετεροθαλή αδερφή του την Ωγκούστα Λη, με την οποία πιθανώς είχε ήδη μια κόρη που είχε γεννηθεί το 1814. Παντρεύτηκε τελικά την ευγενή Άννα Ισαβέλλα Μίλμπανκ στις 2 Ιανουαρίου του 1815, και η κόρη που απέκτησαν ως ζεύγος πλέον ονομάστηκε Άντα -αργότερα η Άντα αποτέλεσε σημαντική φυσιογνωμία των γλωσσών προγραμματισμού ως η πρώτη προγραμματίστρια εργαζόμενη στην αναλυτική μηχανή του Charles Babbage -. Τα οικονομικά όμως του Βύρωνα δεν βελτιώθηκαν, και σε συνδυασμό με την εξ αυτών στενοχώρια, με την άκρατη οινοποσία με τους φίλους του και με τους περιορισμούς του οικογενειακού βίου η συμπεριφορά του απέναντι στη σύζυγό του κατέστη ολέθρια. Στις 15 Ιανουαρίου του 1816 η σύζυγός του μετέβη με την κόρη τους στο πατρικό της κτήμα, προκειμένου να μη δει την κατάσχεση των επίπλων τους, στέλνοντας όμως καθ’ οδόν ένα τρυφερό γράμμα στον Βύρωνα. Λίγες όμως ημέρες αργότερα ο Βύρων έλαβε γράμμα από τον πεθερό του ότι η σύζυγός του δεν θα επανερχόταν πλέον κοντά του. Με περίπου ίδιο περιεχόμενο ακολούθησε και επιστολή της ίδιας της Ανναμπέλας, και ακολούθησε ο χωρισμός.
Τελικά όταν επήλθε επίσημα το διαζύγιο του ζευγαριού στις 21 Απριλίου του 1816, η δημοτικότητα του Βύρωνα άρχισε να μειώνεται, ενώ διάφορες φήμες άρχισαν να διαδίδονται μέχρι και για ομοφυλοφιλικές τάσεις, ειδικά μετά από μια φραστική επίθεση που έκανε κατά της αντιβασιλείας, που θεωρήθηκε ιδιαίτερα προσβλητική. Δεν αποκλείεται βέβαια οι φήμες αυτές εναντίον του να ήταν κατευθυνόμενες, για πολιτικούς λόγους, υπήρχαν όμως και βάσιμοι λόγοι για να γίνουν πιστευτές. Κατόπιν αυτών, η παραμονή του πλέον στην Αγγλία κατέστη αδύνατος, περιορίζοντας τις δημόσιες εμφανίσεις του, γεγονός που τον ανάγκασε να την εγκαταλείψει, λόγω της κατακραυγής της Βρετανικής κοινωνίας.
Ο Βύρων μετά από τον χωρισμό του με την Ωγκούστα και το παιδί του, και με τα οικονομικά χρέη και τις πολλές ερωμένες να τον καταδιώκουν, αναγκάστηκε να φύγει από την Αγγλία τον Απρίλιο του 1816. Δεν επρόκειτο να επιστρέψει ποτέ πίσω πλέον.
Στις 25 Απριλίου του 1816 επιβιβάσθηκε σε πλοίο με μεγάλη συνοδεία, και μέσω Οστάνδης εγκαταστάθηκε αρχικά στις Βρυξέλλες του Βελγίου και από εκεί επισκεπτόμενος το πεδίο της μάχης του Βατερλό κατέληξε στη Γενεύη της Ελβετίας όπου και διέμεινε μερικούς μήνες συναντώντας τον εξόριστο εκεί από την Αγγλία ποιητή Percy Bysshe Shelley και με την μέλουσα σύζυγο του Mary Wollstonecraft Shelley, ποιητή και συγγραφέα αντίστοιχα σημαντικά έργων (Ozymandias του Πέρσυ Σέλλεϋ, και Frankenstein της Μαίρης Σέλλεϋ) με τους οποίους και ανέπτυξε ιδιαίτερη φιλία, ενώ φαίνεται πως η προσωπικότητα του Βύρωνα ενέπνευσε τον γιατρό του στην Ελβετία, John William Polidori, να βασίσει τον κεντρικό χαρακτήρα της ιστορίας του με τίτλο The Vampyre (το βαμπίρ) (πρόδρομος της βαμπιρικής λογοτεχνίας) σε ένα από τα γραπτά του Βύρωνα με τίτλο Fragment of a Novel.
Στη συνέχεια μετέβη στην Ιταλία, όπου υποστήριξε ενεργά το φιλελεύθερο κίνημα των Ιταλών καρμπονάρων στον πόλεμο τους για ανεξαρτησία έναντι των Αυστριακών. Εκεί ταξίδεψε σε διάφορες ιταλικές πόλεις όπως η Ρώμη, η Ραβένα, και η Πίζα. Η Πίζα ήταν και η τοποθεσία όπου έγραψε το διάσημο μυθιστόρημα του με τον τίτλο Δον Ζουάν. Τελικά κατέληξε στη Γένοβα, όπου το 1822 τον επισκέφτηκε αντιπροσωπεία των Ελλήνων επαναστατών ζητώντας την υποστήριξη του, καθώς ήταν πλέον γνώριμος ως υποστηρικτής της αυτοδιάθεσης των λαών, κατά το παράδειγμα της ιταλικής αυτοδιάθεσης έναντι της Αυστρίας. Αποδέχτηκε το αίτημα της αντιπροσωπείας, και ξεκίνησε τις προετοιμασίες για το ταξίδι του στην Ελλάδα, αναχωρώντας το 1823 με το πλοιάριο Ηρακλής προς την Κεφαλονιά.
Προσωπογραφία του 1832, Άνταμ Φρίντελ
Το 1823 κατευθύνεται, ύστερα από παρότρυνση της Φιλελληνικής Επιτροπής του Λονδίνου, προς την Ελλάδα, σταματώντας στην Κεφαλονιά, όπου παρέμεινε για έξι μήνες στην οικία του κόμη Δελαδέτσιμα, φίλου του Μαυροκορδάτου. Τελικά, αν και αρχικός προορισμός του ήταν ο Μοριάς, εγκαθίσταται στο Μεσολόγγι, όπου έρχεται σε επαφή με τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο, τον οποίο και υποστηρίζει οικονομικά. Εν τω μεταξύ, έχει σχηματίσει ιδιωτικό στρατό από 40 Σουλιώτες, υπό τους Δράκο, Τζαβέλλα και Φωτομάρα. Διατηρούσε αλληγραφία με Άγγλους επιχειρηματίες όπως ο Samuel Barff για την οικονομική ενίσχυση των επαναστατών, και ήταν από τους πρώτους που συνειδητοποίησαν τις καταστροφικές συνέπειες που θα είχε το δάνειο στην περίπτωση που αυτό χρησιμοποιείτο όχι για εθνικούς σκοπούς, αλλά για πολιτικές διαμάχες.
Απεβίωσε στις 19 Απριλίου του 1824 στο Μεσολόγγι, ύστερα από πυρετό. Το πένθος για τον θάνατό του ήταν γενικό καθώς ο Διονύσιος Σολωμός συνέθεσε μακρά ωδή στη μνήμη του («Ωδή εις τον θάνατο του Λόρδου Μπάιρον»). Η καρδιά του ενταφιάστηκε στο Μεσολόγγι. Προς εκδήλωση του πένθους στο Μεσολόγγι ρίχτηκαν 37 κανονιοβολισμοί από την ανατολή του ηλίου, μία κάθε λεπτό, καθώς ήταν τότε μόνο 37 ετών.
Ένας από τους στενούς φίλους του Βύρωνα στο Μεσολόγγι ήταν ο επίσης σπουδαίος φιλέλληνας Αμερικανός ιατρός, από τη Βοστόνη (Boston, Massachusetts), Samuel Gridley Howe (1801-1878), ο οποίος στην Ελληνική Επανάσταη του  1821, νεαρός τότε μόλις απόφοιτος του Πανεπιστημίου, είχε έλθει στην Ελλάδα και για έξι χρόνια πρόσφερε εθελοντικά τις ιατρικές του υπηρεσίες στους Έλληνες αγωνιστές.
Μετά το θάνατο του Λόρδου Βύρωνα ο Χάου κράτησε ως κειμήλιο της φιλίας το αγγλικό κράνος – περικεφαλαία του Βύρωνα, το οποίο αργότερα, το 1925, το έφερε στην Ελλάδα η μικρότερη κόρη από τα 6 παιδιά του Σαμουήλ Χάου, η Μοντ Χάου (Maud Howe, 1855–1948, Αμερικανίδα συγγραφέας τιμημένη με το Pulitzer Prize, παντρεμένη με τον Άγγλο διακοσμητή/ζωγράφο John Elliott), και το δώρησε στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο της Αθήνας.
Εργογραφία του ιδίου
«Η Ελλάδα στέφουσα τον Λόρδο Βύρωνα«, αλληγορικό μαρμάρινο σύμπλεγμα – Αθήνα
Από τα έργα του τα πιο γνωστά είναι:
  • «Το Προσκύνημα του Τσάιλντ Χάρολντ», (Childe Harold’s Pilgrimage)
  • «Δον Ζουάν», (Don Juan (1819–1824), ημιτελές λόγω του θανάτου του, το 1824)
  • «Μάνφρεντ», (Manfred (1817))
Έργα άλλων συγγραφέων για τον Λόρδο Βύρωνα

Παραπομπές

  1. «Byron as a Boy; His Mother’s Influence — His School Days and Mary Chaworth» (PDF). The New York Times. 26 February 1898
  2. «Fugitive Pieces»
  3. Lord Byron. «To Mary». JGHawaii Publishing Co.
  4. Hoeper, Jeffrey D. (17 December 2002). «The Sodomizing Biographer: Leslie Marchand’s Portrait of Byron». Arkansas State University
  5. Recollections of the life of Lord Byron, from the year 1808 to the end of… – Alexander R.C. Dallas. Books.google.com, σελ. 18
  6. Recollections of the life of Lord Byron, from the year 1808 to the end of … – Alexander Robert Charles Dallas. Books.google.com, σελ. 46
  7. Recollections of the life of Lord Byron, from the year 1808 to the end of … – Alexander R.C. Dallas. Books.google.com, σελ. 55
  8. Mark Bostridge (3 Νοεμβρίου 2002). «On the trail of the real Lord Byron». London: The Independent on Sunday
  9. Stabler, Jane (1999). Duncan Wu. επιμ. George Gordon, Lord Byron, ‘Don Juan’. Blackwell Publishing, σελ. 247–257. ISBN 978-0-631-21877-7
  10. McGann, Jerome (2013) [2004]. «Byron, George Gordon Noel (1788–1824)». Oxford Dictionary of National Biography (online ed.). Oxford University Press. doi:10.1093/ref:odnb/4279
  11. Thomas Moore Letters and Journals of Lord Byron, 1830 vol. 1, cited in The Concise Oxford Dictionary of Quotations, ed. Susan Ratcliffe. Oxford University Press, 2006. Oxford Reference Online. Oxford University PressUniversity of Hull. 4 March 2010 Oxfordreference.com
  12. http://www.cambridge.org/asia/catalogue/catalogue.asp?isbn=9780521128735&ss=exc
  13. Crompton, Louis (1985). Byron and Greek Love: Homophobia in 19th Century England. University of California Press, σελ. 123–128. ISBN 978-0-520-05172-0.
  14. Byron Blackstone (Dec. 1974), «Byron and Islam: the triple Eros» (Journal of European Studies vol. 4 no. 4, pp. 325–63); Byron to Moore, 8 March 1816, in Marchand vol. 5, p. 45
  15. Bone, Drummond (2004). The Cambridge Companion to ByronCambridge University Press, σελ. 110–111. ISBN 978-0-521-78676-8«In fact (as their critics pointed out) both Byron and Hobhouse were to some extent dependent upon information gleaned by the French resident François Pouqueville, who had in 1805 published an influential travelogue entitled Voyage en Moree, a Constantinople, en Albanie … 1798–1801»
  16. Byron’s correspondence and Journals from the Mediterranean, July 1809 – July 1811 Byron to Catherine Gordon Byron, from Gibraltar, 11 August 1809: «I left Seville and rode on to Cadiz through a beautiful country, at Xeres where the Sherry we drink is made I met a great merchant a Mr Gordon of Scotland, who was extremely polite and favoured me with the Inspection of his vaults & cellars so that I quaffed at the Fountain head. – – Cadiz, sweet Cadiz! is the most delightful town I ever beheld…»
  17. Dallas, Alexander R.C. (1824). Recollections of the life of Lord Byron, from the year 1808 to the end of …. C. Knight, σελ. 68
  18. Christensen, Jerome (1993), Lord Byron’s Strength, Baltimore: Johns Hopkins University Press.
  19. Tuite, Clara (2015). Lord Byron and Scandalous Celebrity. Cambridge University Press, σελ. 156.
  20. https://ia802708.us.archive.org/16/items/SailimgWithByron2011Ed./Sailimg%20with%20Byron%202011%20Ed..pdf
  21. Prell, DonaldSailing with Byron from Genoa to Cephalonia (1823), Palm Springs, CA.: Strand Publishing. 2009
  22. «Samuel Barff»www.lordbyron.org

Πηγές

  • «Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια» τομ. Ζ΄, σελ. 936.

Ελληνική βιβλιογραφία

  • Κάιν: Ένα μυστήριο, μετάφραση Χριστίνα Μπάμπου – Παγκουρέλη. Αθήνα: Ανεμοδείκτης, 2006.
  • Δραματικό μυστήριο σε τρεις πράξεις, επιμέλεια Θοδωρής Καφετζόπουλος, μετάφραση Ελένη Αναστασάκη. Αθήνα: Τετρακτύς, Όμβρος, 2002.
  • Ο Γκιαούρ, μετάφραση Αικατερίνη Κ. Δοσίου, επιμέλεια Ευγενία Κεφαλληναίου. Αθήνα: Παρασκήνιο, 1997.
  • Επιστολές από την Ελλάδα: 1809-1811 και 1823-1824, μετάφραση Δημοσθένης Κούρτοβικ· επιμέλεια Leslie A. Marchand. Αθήνα: Ιδεόγραμμα, 1996.
  • Η κατάρα της Αθηνάς, μετάφραση Πάνος Καραγιώργος. Θεσσαλονίκη: Κυριακίδη Αφοί, 1995.
  • Ο βρυκόλακας. Ένα απόσπασμα, John William Polidori· μετάφραση Λίλιαν Stead – Δασκαλοπούλου. Αθήνα: Άγρα, 1994.
  • Επιλογές από επιστολές, ημερολόγια και ποιήματα, μετάφραση Ειρήνη Βρης. Αθήνα: Οδός Πανός, 1993.
  • Ο φυλακισμένος του Σιγιόν και άλλα διαλεχτά ποιήματα, μετάφραση Θανάσης Γιαπιτζάκης· Αθήνα: Μπουκουμάνης, 1988.
  • Ντον Ζουάν: Άσματα 9-16: Τέλος έργου Ντον Ζουάν, μετάφραση Μαρία Ι. Κεσίση. Αθήνα: Σπανός – Βιβλιοφιλία, 1987.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

No comments: